Καμία πρώιμη ένδειξη για αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, λόγω της συμπίεσης των εισοδημάτων από την έκρηξη του κόστους ενέργειας και πρώτων υλών, δεν έχουν προς το παρόν οι τράπεζες, που, πάντως, παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις.
Τραπεζικά στελέχη, που τοποθετήθηκαν επί του θέματος στο χθεσινό Fin Forum, αφού σημείωσαν ότι η αύξηση του πληθωρισμού, λόγω του ενεργειακού κόστους και της ανόδου τιμών πρώτων υλών, θα έχει πιθανότατα επιπτώσεις στην ανάπτυξη καθώς μεταξύ άλλων θα πλήξει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, διευκρίνισαν ότι είναι πολύ νωρίς για εξαγωγή συμπερασμάτων.
Προς το παρόν, δεν υπάρχουν ανησυχητικές πρώιμες ενδείξεις ότι μια ενδεχόμενη συμπίεση της αγοραστικής δύναμης θα οδηγήσει σε νέα γενιά «κόκκινων» δανείων. Στο περιθώριο, δε, του συνεδρίου κάποιοι εξ αυτών ανέφεραν ότι αν οι επιπτώσεις σε πετρέλαιο, φυσικό αέριο και κάποια commodities από τη ρωσική εισβολή και τις πρωτόγνωρες κυρώσεις παραμείνουν ή ενταθούν, είναι πιθανόν η κυβέρνηση να εξετάσει νέα –τρίμηνη- παράταση των προγραμμάτων κρατικής επιδότησης της δόσης (Γέφυρα Ι και ΙΙ).
Η τρίμηνη παράταση ολοκληρώνεται στο τέλος του μήνα. Αν δεν δοθεί παράταση, το πώς θα συμπεριφερθούν τα εν λόγω δάνεια, μετά τη λήξη της κρατικής επιδότησης της δόσης, αποτελεί θέμα που παρακολουθούν στενά οι τράπεζες. Όπως δήλωσε η Φωτεινή Ιωάννου, γενική διευθύντρια διαχείρισης απαιτήσεων εταιρικής και λιανικής τραπεζικής της Εθνικής, προς το παρόν δεν προκύπτουν ανησυχητικές ενδείξεις για νέες ροές μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά απαιτείται στενή παρακολούθηση.
Υπενθυμίζεται ότι στο πρόγραμμα Γέφυρα Ι εντάχθηκαν 82 χιλιάδες δανειολήπτες με δάνεια περίπου 6 δισ. ευρώ και στο Γέφυρα ΙΙ, 13 χιλιάδες δανειολήπτες με συνολικά 5,4 δισ. ευρώ δάνεια.
Τέλος, η πλήρης έναρξη του νέου πτωχευτικού προσθέτει ένα ακόμη «εργαλείο» για αποτελεσματικές ρυθμίσεις/διακανονισμούς. Στον εξωδικαστικό υπάρχουν αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε η κα. Ιωάννου, 48 χιλιάδες ενεργές αιτήσεις (42 χιλιάδες αιτήσεις από ιδιώτες με συνολικές οφειλές σε τράπεζες και Δημόσιο σχεδόν 16 δισ. ευρώ).
Οι αιτήσεις απαιτούν επεξεργασία από τις τράπεζες, ενώ ακόμη δεν έχει ενεργοποιηθεί ο Φορέας ανάκτησης ακινήτων, που αποτελεί κρίσιμο κρίκο του οικοσυστήματος.