Οι τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες έχουν επαρκή περιθώρια όσον αφορά την αξιολόγησή τους για να αντέξουν έναντι των αυξημένων μακροοικονομικών κινδύνων που προκαλούν οι πληθωριστικές πιέσεις και ο πόλεμος στην Ουκρανία, αναφέρει η Fitch Ratings.
Η Eurobank (B+/Σταθερό), η Εθνική ΤράπεζαΕΤΕ -3,79% της Ελλάδος (B+/Σταθερό), η Αlpha Βank (B/Θετικό) και η Τράπεζα Πειραιώς (B-/Θετικό) έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο στην εξυγίανση των ισολογισμών τους, η οποία έχει βελτιώσει τη διαρθρωτική τους ικανότητα να παράγουν κέρδη και θα συμβάλει στη στήριξη της κεφαλαιοποίησής τους, τονίζει ο οίκος.
O Fitch αναβάθμισε τις τράπεζες τον Φεβρουάριο του 2022, αντικατοπτρίζοντας αυτή την πρόοδο, και τα outlook εξακολουθούν να αντανακλούν τα επαρκή περιθώρια όσον αφορά την αξιολόγηση όλων των τραπεζών και θετικές πιστωτικές τάσεις για δύο από αυτές.
Στο τέλος του 2021, οι τράπεζες είχαν μειώσει το σύνολο των προβληματικών τους δανείων κατά 54 δισ. ευρώ ή περίπου 80%, από τα τέλη του 2019, παρά την έλευση της πανδημίας, επισημαίνει η Fitch. Αυτό το πέτυχαν κυρίως μέσω της τιτλοποίησης και πώλησης προβληματικών δανείων με κρατική στήριξη μέσω του προγράμματος Ηρακλής. Η Fitch εκτιμά ότι ο συνολικός δείκτης προβληματικών δανείων των τραπεζών ήταν 11,5% στο τέλος του 2021 (από 38,5% στο τέλος του 2019) και αναμένει ότι θα μειωθεί σε μονοψήφιο ποσοστό μέχρι το τέλος του 2022 καθώς οι τράπεζες θα ολοκληρώσουν τις συναλλαγές που έχουν προγραμματιστεί για φέτος (περίπου 4 δισ. ευρώ).
Οι κρατικές επιδοτήσεις πληρωμών δανείων του προγράμματος «Γέφυρα», οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις χρησίμευσαν για την παράταση της στήριξης για δάνεια κατά την έξοδο από το μορατόριουμ, αποτελούν μέτριο κίνδυνο για την ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών, υπογραμμίζει η Fitch. Οι επιδοτήσεις αφορούσαν 8 δισ. ευρώ δανείων στο τέλος του 2021 (6% των ακαθάριστων δανείων ). Μόνο στο 5% περίπου των δανείων που επηρεάστηκαν έχει γίνει παύση πληρωμών.
H Fitch σημειώνει ότι η Eurobank και η Εθνική σημείωσαν μικρά κέρδη το 2021, ενώ η Πειραιώς και η Alpha εξακολουθούν να είναι ζημιογόνες λόγω των μεγάλων προβληματικών δανείων. Ωστόσο, ο οίκος αξιολόγησης αναμένει αύξηση των εσόδων φέτος, με τη στήριξη των κεφαλαίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που διοχετεύονται στην ελληνική οικονομία, παρέχοντας ευκαιρίες επιχειρηματικής ανάπτυξης. Οι τράπεζες επιδιώκουν να αρχίσουν και πάλι να διανέμουν μερίσματα το 2023, με την επιφύλαξη της έγκρισης της ΕΚΤ, και η κερδοφορία τους αναμένεται να ωφεληθεί μόλις αυξηθούν τα επιτόκια της κεντρικής τράπεζας.
Υπογραμμίζει ακόμα ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν αμελητέα άμεση έκθεση στη Ρωσία και την Ουκρανία, αν και ορισμένες έχουν σημαντικές δραστηριότητες σε χώρες των οποίων οι οικονομίες θα μπορούσαν να επηρεαστούν περισσότερο από τον πόλεμο, όπως η Κύπρος και χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Η Ελλάδα έχει περιορισμένες άμεσες εμπορικές σχέσεις με τη Ρωσία και οι Ρώσοι επισκέπτες δεν είναι σημαντικοί για τον τουριστικό της τομέα, τονίζει η Fitch. Ωστόσο, ο πόλεμος έχει οδηγήσει υψηλότερα τις τιμές βασικών εμπορευμάτων και έχει επιδεινώσει τις πληθωριστικές πιέσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να περιορίσουν τη ζήτηση πιστώσεων και να αυξήσουν τον πιστωτικό κίνδυνο στα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών, προειδοποιεί. Η Fitch υποβάθμισε πρόσφατα την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη του ΑΕΠ για το 2022 για την Ελλάδα στο 3,5% από 4,1% και αύξησε την πρόβλεψή της για τον πληθωρισμό για το 2022 στο 4,0% από 1,3%.
Η Fitch αναμένει από τις τέσσερις τράπεζες να αναβάλουν την αναχρηματοδότηση τους λόγω της αυξημένης αστάθειας της αγοράς και των ευρύτερων πιστωτικών περιθωρίων. Όπως σημειώνει, οι τράπεζες έχουν περιθώριο έως το τέλος του 2025 για να ανταποκριθούν στην τελική ελάχιστη απαίτηση για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις και εκτιμά ότι πρέπει ακόμη να συγκεντρώσουν περίπου 12 δισ. ευρώ δεδομένων των μεταβατικών συνολικών κεφαλαίων τους στο τέλος του 2021.
Η Fitch αναμένει ότι η ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ θα είναι σταδιακή και δεν θα προκαλέσει ξαφνική αύξηση του κόστους χρηματοδότησης των τραπεζών. Η ΕΚΤ έχει αναλάβει ισχυρές δεσμεύσεις να συνεχίσει την υποστήριξή της προς την Ελλάδα. Θα συνεχίσει το πρόγραμμα έκτακτης αγοράς πανδημίας για ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου (GGBs) πέρα από τις εξαγορές, και έχει παρατείνει την παραίτηση για τα GGB που θα είναι επιλέξιμα ως ασφάλεια για repo της ΕΚΤ μέχρι το τέλος του 2024. Τα προφίλ χρηματοδότησης και ρευστότητας των τραπεζών έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της αύξησης των καταθέσεων και της καλύτερης πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές.
Οι μεγάλες συμμετοχές των τραπεζών σε GGB θα μπορούσαν να έχουν αρνητικό αντίκτυπο στο κεφάλαιο σε περίπτωση σημαντικής αύξησης των επιτοκίων ή διεύρυνσης των πιστωτικών περιθωρίων, αλλά αυτό θα μετριαστεί με στρατηγικές αντιστάθμισης κινδύνου.