Σε αναβάθμιση των μακροπρόθεσμων αξιολογήσεων της Τρ. Κύπρου και της Ελληνικής, περιλαμβανομένων των μακροπρόθεσμων αξιολογήσεων σε καταθέσεις στο Ba2, από Ba3 και της βασικής αξιολόγησης στο b1 από b2, προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης Moody’s.
Οι προοπτικές για τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις σε καταθέσεις, παραμένουν θετικές.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του οίκου, βασικός μοχλός για τη σημερινή αναβάθμιση της αξιολόγησης είναι η ανθεκτικότητα της κυπριακής οικονομίας, η οποία υποστηρίζει τις συνθήκες λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος. Αυτό οδήγησε τον οίκο να ανεβάσει το μακροοικονομικοό προφίλ της Κύπρου σε «μέτριο», από «αδύναμο».
Η υψηλότερη βαθμολογία μακροοικονομικού προφίλ, υποδηλώνει επίσης μικρότερους αρνητικούς κινδύνους και τη σοβαρότητα των ζημιών για τις κυπριακές τράπεζες σε περίπτωση εξυγίανσης.
Οι θετικές προοπτικές, αντανακλούν τις προσδοκίες του οίκου ότι οι δύο τράπεζες θα ενισχύσουν την κερδοφορία τους, στο πλαίσιο του περιβάλλοντος υψηλότερων επιτοκίων και θα συνεχίσουν να βελτιώνουν την ποιότητα του ενεργητικού τους, παρά τον ενδεχόμενο σχηματισμό νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Στο 4,8% η ανάπτυξη το 2022
Αναφέρεται ότι η κυπριακή οικονομία, επέδειξε ισχυρότερη από την αναμενόμενη ανθεκτικότητα στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και έχει ανακάμψει καλά από το σοκ της πανδημίας, χωρίς μόνιμη ζημιά, καθώς οι υπηρεσίες που δεν σχετίζονται με τον τουρισμό και τα μέτρα στήριξης των αρχών, σταθεροποίησαν την οικονομία και μετριάστηκε ο αντίκτυπος του σοκ.
Ο Moody's αναμένει ανάπτυξη για την Κύπρο 4,8% φέτος και 2% το 2023 αντίστοιχα, υψηλότερη από το μέσο όρο της ευρωζώνης στο 2,2% το 2022 και 0,9% το 2023.
Στη συνέχεια, οι προοπτικές ανάπτυξης της Κύπρου παραμένουν σταθερές, με την εκτιμώμενη αύξηση του ΑΕΠ να είναι της τάξης του 2,5-3,0%.
Ο οίκος σημειώνει ότι οι πιστωτικές συνθήκες έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, με σημαντική πτώση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) στο 11,2% των συνολικών εγχώριων δανείων και απαιτήσεων τον Ιούνιο του 2022, από το ανώτατο όριο του 49,8% τον Μάιο του 2016. Ωστόσο, ο οίκος αξιολόγησης, σημειώνει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν προκλήσεις ως αποτέλεσμα των ακόμη υψηλών επιπέδων χρέους και του νομικού πλαισίου που διέπει τις εκποιήσεις που παραμένει ευάλωτο σε συχνές πολιτικές παρεμβάσεις.
Τράπεζα Κύπρου
Η αναβάθμιση των μακροπρόθεσμων αξιολογήσεων της Τράπεζας Κύπρου, περιλαμβανομένης της βασικής αξιολόγησης, αντανακλά τους μειωμένους κινδύνους για το πιστωτικό προφίλ της τράπεζας, λόγω της ανθεκτικότητας στην κυπριακή οικονομία, αλλά και των συνεχών βελτιώσεων της ποιότητας του ενεργητικού της τράπεζας.
Συγκεκριμένα, η τράπεζα κατάφερε να βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα του ενεργητικού, ως αποτέλεσμα οργανικών και μη οργανικών ενεργειών, με τα ΜΕΔ να μειώνονται σε pro-forma 5,7% των ακαθάριστων δανείων τον Ιούνιο του 2022, από 25% στο τέλος του 2020, διατηρώντας παράλληλα σταθερό δείκτη Common Equity Tier 1 (CET1) 14,2%, pro-forma για την τελευταία πώληση ΜΕΔ και το πρόγραμμα εθελοντικής εξόδου του προσωπικού της τράπεζας. Οι προοπτικές κερδοφορίας της τράπεζας ενισχύθηκαν επίσης, υποστηριζόμενες από το περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων και τις πρωτοβουλίες της τράπεζας για μείωση του κόστους.
Τονίζεται ότι ενώ η βασική αξιολόγηση λαμβάνει επίσης υπολειπόμενους κινδύνους ποιότητας περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένου ενός σημαντικού αποθέματος περιουσιακών στοιχείων που έχουν εκποιηθεί και σημαντικής βραχυπρόθεσμης οικονομικής αβεβαιότητας, η κυπριακή οικονομία έχει δείξει ανθεκτικότητα τόσο στον απόηχο της πανδημίας όσο και στη στρατιωτική σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας.
Τονίζεται ότι το λειτουργικό περιβάλλον έχει αποδειχθεί πιο ανθεκτικό και οι πιστωτικοί κίνδυνοι υποχωρούν σταδιακά, γεγονός που οδηγεί τον οίκο να αναμένει χαμηλότερες ζημίες μετά από ενδεχόμενη εξυγίανση.
Ο Moody's αναμένει ότι η κερδοφορία της Τράπεζας Κύπρου, θα επωφεληθεί από τις αυξήσεις του επιτοκίου πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Ταυτόχρονα, οι καταθέσεις θα ανατιμηθούν πιο αργά και λιγότερο, δεδομένης της πλεονάζουσας ρευστότητας της τράπεζας. Ως αποτέλεσμα, η τράπεζα αναμένει να φτάσει σε απόδοση ιδίων κεφαλαίων άνω του 10% το 2023, δύο χρόνια νωρίτερα απ’ ότι ανέμενε.
Ελληνική
Η αναβάθμιση των μακροπρόθεσμων αξιολογήσεων και αξιολογήσεων της Ελληνικής Τράπεζας, αντανακλά την επαναξιολόγηση της βαθμολογίας του μακροοικονομικού προφίλ της Κύπρου κατά μία βαθμίδα υψηλότερη σε «μέτριο», που με τη σειρά του οδήγησε σε αναβάθμιση κατά μία βαθμίδα του BCA και του προσαρμοσμένου BCA σε b1, από το b2.
Το υψηλότερο BCA αντανακλά τους μειωμένους κινδύνους για το πιστωτικό προφίλ της τράπεζας, λόγω της ανθεκτικότητας στην κυπριακή οικονομία, αλλά και των συνεχών βελτιώσεων της ποιότητας του ενεργητικού της τράπεζας.
Συγκεκριμένα, η φερεγγυότητα της Ελληνικής Τράπεζας επωφελείται από τα σταθερά κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας της τράπεζας, με δείκτη κεφαλαίου CET1 19,6% τον Ιούνιο του 2022 και την ουσιαστική μείωση στα προβληματικά δάνειά της, με τα MEΔ να αντιστοιχούν στο 10,2% των ακαθάριστων δανείων, ή 3,6% εξαιρουμένων NPEs εγγυημένα από την κυβέρνηση. Αυτοί οι δείκτες είναι pro-forma για την πρόσφατη συναλλαγή πώλησης ΜΕΔ της τράπεζας.
Οι προοπτικές κερδοφορίας της τράπεζας ενισχύθηκαν επίσης, υποστηριζόμενες από το περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων και τις συνεχιζόμενες πρωτοβουλίες της τράπεζας για εξορθολογισμό του κόστους.
Ο οίκος αναμένει ότι η κερδοφορία της Ελληνικής Τράπεζας θα επωφεληθεί από υψηλότερα επιτόκια, δεδομένων των μεγάλων υπολοίπων της με την ΕΚΤ, περίπου €6,9 δισ. τον Ιούνιο του 2022, που ισοδυναμεί με το 36% του συνόλου του ενεργητικού, που θα ανατιμάται αμέσως μετά τις αυξήσεις των επιτοκίων.
Πιο σταδιακά, η επένδυση του μεγάλου χαρτοφυλακίου ομολόγων της, επιπλέον 24% του ενεργητικού, θα αυξήσει επίσης τα καθαρά έσοδα από τόκους καθώς τα ομόλογα λήξεως επενδύονται σε ομόλογα υψηλότερης απόδοσης με παρόμοια πιστωτική ποιότητα.
Ταυτόχρονα, οι καταθέσεις θα ανατιμηθούν πιο αργά και λιγότερο, δεδομένης της πλεονάζουσας ρευστότητας. Η Ελληνική Τράπεζα εκτιμά ότι τα καθαρά έσοδα από τόκους θα αυξηθούν περισσότερο από €130 εκατ. (ή περίπου 0,7% του ενεργητικού προ φόρων) έως το 2023 και μετά.
Οι αξιολογήσεις των τραπεζών θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν εάν καταφέρουν να ενισχύσουν την κερδοφορία τους και να μειώσουν περαιτέρω τα ΜΕΔ και το απόθεμα ακίνητης περιουσίας, διατηρώντας παράλληλα σταθερές μετρήσεις κεφαλαίου.
Οι αξιολογήσεις καταθέσεων των τραπεζών θα μπορούσαν επίσης να επωφεληθούν από την αυξημένη σαφήνεια και βεβαιότητα σχετικά με τις πιθανές μελλοντικές εκδόσεις χρεών των τραπεζών, αυξάνοντας τα διαθέσιμα αποθέματα ασφαλείας για την απορρόφηση των ζημιών.
Δεδομένων των θετικών προοπτικών, είναι απίθανο να υπάρξει υποβάθμιση στις αξιολογήσεις των τραπεζών. Η θετική προοπτική μπορεί να αλλάξει σε σταθερή εάν αντιστραφούν οι πρόσφατες βελτιώσεις στην ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων και στη συνολική φερεγγυότητα ή εάν ο οίκος καθορίσει ότι οι επί του παρόντος αναμενόμενες βελτιώσεις κερδοφορίας δεν θα πραγματοποιηθούν.