Την πεποίθηση ότι οι ελληνικές συστημικές τράπεζες είναι ανθεκτικές και έχουν τη δυνατότητα να ανταπεξέλθουν στις τρέχουσες συνθήκες αβεβαιότητας αλλά και να υποστηρίξουν, με νέες χρηματοδοτήσεις, τα επενδυτικά σχέδια των επιχειρήσεων και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, εξέφρασε ο Γενικός Διευθυντής, Chief Financial Officer του Ομίλου Alpha Bank, Λάζαρος Παπαγαρυφάλλου, κατά την τοποθέτησή του στο VIII Delphi Economic Forum.
Η είσοδος στη φάση του ανοδικού κύκλου των επιτοκίων σε συνδυασμό με την πρόσφατη κρίση σε τράπεζες εκτός της ζώνης του Ευρώ, δημιουργούν ένα νέο κοκτέηλ αβεβαιότητας, αναγνώρισε εισαγωγικά ο κ. Παπαγαρυφάλλου, αποκλείοντας, ωστόσο, κάθε ενδεχόμενο μετατροπής αυτού του εξωγενούς σοκ σε συστημικό πρόβλημα για τις ελληνικές τράπεζες.
Ο CFO της Alpha Bank εξήγησε πως η πεποίθησή του αυτή εδράζεται σε τρεις παράγοντες: Ο πρώτος είναι η ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική και, συνακόλουθα, οι δημοσιονομικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, που την έχουν φέρει «κυριολεκτικά μία ανάσα από την απόκτηση εκ νέου της επενδυτικής βαθμίδας».
Ο δεύτερος παράγοντας αφορά το ισχυρό εποπτικό πλαίσιο λειτουργίας των τραπεζών της Ευρωζώνης που, ουσιαστικά, αποκλείει την ανάληψη δομικών κινδύνων ανάλογων αυτών που είδαμε πρόσφατα σε κάποιες περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ. «Η μέση Ευρωπαϊκή συστημική τράπεζα λειτουργεί σε ένα σαφώς πιο ασφαλές περιβάλλον», επεσήμανε ο κ. Παπαγαρυφάλλου, και προσέθεσε: «μην ξεχνάμε ότι οι συστημικές τράπεζες της Ευρωζώνης οφείλουν να ακολουθούν πολύ συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές και να διενεργούν συχνές ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων όσον αφορά στη δομή του ισολογισμού τους σε σχέση με τη ρευστότητα και τις εκροές καταθέσεων, τον επιτοκιακό κίνδυνο και τα κεφάλαια».
Ο τρίτος παράγοντας αισιοδοξίας είναι η ίδια η ανθεκτικότητα των ελληνικών τραπεζών, και ως απόρροια των εντατικών προσπαθειών εξυγίανσής τους, την τελευταία δεκαετία. «Οι ελληνικές τράπεζες, όχι μόνον δεν υπολείπονται, αλλά ενίοτε έχουν ακόμη καλύτερες επιδόσεις» σχολίασε ο CFO της Αlpha Bank, εξηγώντας ότι «διαθέτουν ισχυρά διαφοροποιημένη καταθετική βάση ιδιωτών, οι δείκτες ρευστότητάς τους βρίσκονται στο ίδιο ή σε καλύτερο επίπεδο σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, το επιτόκιο του δανειακού χαρτοφυλακίου τους είναι κατά κύριο λόγο κυμαινόμενο, ενώ το 15%-20% περίπου του Ενεργητικού τους αφορά Υψηλής Ποιότητας Ρευστά Στοιχεία Ενεργητικού». Αναφερόμενος, δε, ειδικά στην Alpha Bank, υπογράμμισε πως «η προσήλωσή μας στο να έχουμε δείκτες ρευστότητας που είναι και μεγαλύτεροι από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, δυναμική τιμολογιακή πολιτική, ένα πολυπληθές καταθετικό κοινό με μικρό συντελεστή συγκέντρωσης, όπως επίσης και ένα σημαντικό ποσοστό του ενεργητικού σε άμεσα ρευστοποιήσιμα στοιχεία, είναι βασικοί πυλώνες της διαχείρισης του ισολογισμού μας».