Η πρόωρη επιστροφή σε δημοσιονομική ισορροπία, σε συνδυασμό με την εκτίμηση για επίτευξη πλεονασματικού πρωτογενούς αποτελέσματος το 2023 και τη ραγδαία αποκλιμάκωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες την τελευταία διετία, συμβάλλουν σημαντικά στην επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας, ενδεχομένως ακόμα και μέσα στο 2023, αναφέρουν οι αναλυτές της Alpha BankΑΛΦΑ +0,25% στο Εβδομαδιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων της Διευθύνσεως Οικονομικών Μελετών.
Όπως σημείωσε στην πρόσφατη έκθεσή του για την Ελλάδα, ο οίκος αξιολόγησης S&P (21/4/2023), “υπό το πρίσμα των προαναφερθεισών εξελίξεων και εφόσον διατηρηθεί η δημοσιονομική πειθαρχία κατά την περίοδο πρόβλεψης έως το 2026, αναμένεται να αναβαθμιστεί το αξιόχρεο της ελληνικής οικονομίας εντός των επόμενων 12 μηνών”.
Παράλληλα, κομβικής σημασίας για την αύξηση των επενδύσεων και της απασχόλησης στη χώρα είναι η αξιοποίηση των διαθέσιμων κεφαλαίων στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, μια προοπτική που αμβλύνει σημαντικά την αβεβαιότητα σχετικά με το πολιτικό πρόγραμμα που θα προκύψει μετά τις επερχόμενες εκλογές.
Οι αναλυτές επισημαίνουν πως τα ευνοϊκά χαρακτηριστικά του δημοσίου χρέους αντισταθμίζουν, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα, τον επιτοκιακό κίνδυνο. Η καθοδική πορεία του λόγου χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να συνεχιστεί σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, αφενός λόγω παραγόντων που οδηγούν σε μείωση του αριθμητή και αφετέρου λόγω παραγόντων που οδηγούν σε αύξηση του παρoνομαστή.
Η ταχύτερη επιστροφή σε δημοσιονομική πειθαρχία και οι εκτιμήσεις για πρωτογενή πλεονάσματα από το 2023 και μετά, σε συνδυασμό με τις μειωμένες ανάγκες για εξυπηρέτηση του χρέους, αναμένεται να μειώσουν τον αριθμητή.
Συγκεκριμένα, το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2023 αναμένεται να διαμορφωθεί στο 0,7% του ΑΕΠ. Επίσης, η εξυπηρέτηση των τόκων του ελληνικού δημοσίου χρέους ως ποσοστό των συνολικών εσόδων κυμαίνεται στο 4,8%, σημαντικά χαμηλότερα σε σύγκριση με τις χώρες που βρίσκονται στην ίδια επενδυτική βαθμίδα με την Ελλάδα (8,8% ο μέσος των χωρών που βρίσκονται στην ίδια επενδυτική βαθμίδα σύμφωνα με τη Moody’s).
Η ισχυρή οικονομική μεγέθυνση, σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες πληθωριστικές πιέσεις, αν και σε ηπιότερο βαθμό, αναμένεται να αυξήσουν περαιτέρω το ονομαστικό ΑΕΠ, αυξάνοντας τον παρoνομαστή του κλάσματος και συμπιέζοντας το λόγο χρέους προς ΑΕΠ τα επόμενα έτη.
Η ισχυρή οικονομική μεγέθυνση, σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες πληθωριστικές πιέσεις, αν και σε ηπιότερο βαθμό, αναμένεται να αυξήσουν περαιτέρω το ονομαστικό ΑΕΠ, αυξάνοντας τον παρoνομαστή του κλάσματος και συμπιέζοντας το λόγο χρέους προς ΑΕΠ τα επόμενα έτη.
Οι κύριες μελλοντικές προκλήσεις για την πορεία των δημόσιων οικονομικών στην Ελλάδα είναι εξωγενείς και κοινές για τις χώρες-μέλη της ΕΕ-27. Οι κίνδυνοι αυτοί απορρέουν κυρίως από την άνοδο των επιτοκίων διεθνώς και τη συνεχιζόμενη ενεργειακή κρίση.
Ωστόσο, η Ελλάδα φαίνεται ανθεκτική σε αυτές τις δυσμενείς εξωτερικές εξελίξεις, καθώς, αφενός η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής δεν αναμένεται να θέσει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα του χρέους λόγω της ευνοϊκής δομής του και αφετέρου, οι δυσμενείς επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης στον κρατικό προϋπολογισμό και στον στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα μετριάζονται μερικώς, λόγω της λιγότερο ενεργοβόρας βιομηχανίας (17,2% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας σε σύγκριση με άλλες μεγάλες βιομηχανικές χώρες, όπως η Γερμανία, το Βέλγιο και η Σουηδία, που ξεπερνούν το 25%), του χαμηλού ποσοστού του φυσικού αερίου στην τελική κατανάλωση ενέργειας (7,9%, έναντι 22,6% στην ΕΕ-27) και των ευνοϊκών καιρικών συνθηκών.