Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Νέα Δημοκρατία έχει ανακτήσει έδαφος μετά το δυστύχημα στα Τέμπη. Οι επενδυτές πούλησαν τράπεζες το Μάρτιο όταν οι δημοσκοπήσεις έδειξαν το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ να πλησιάζει, αλλά πλέον η κυβέρνηση παραμένει μπροστά ενόψει των εκλογών του Μαΐου, σχολιάζει ο οίκος Jefferies σε ανάλυσή του.
Ο πρώτος γύρος των εκλογών με απλή αναλογική είναι απίθανο να οδηγήσει σε κυβέρνηση και θα υπάρξει και δεύτερος εκλογικός γύρος στις αρχές Ιουλίου, με εκλογικό σύστημα, το οποίο απονέμει στο πρώτο κόμμα επιπλέον αριθμό εδρών μπόνους και ανοίγει την προοπτική για κυβέρνηση συνασπισμού.
«Καθώς κανένα πολιτικό θέμα δεν κυριαρχεί στις εκτιμήσεις των ψηφοφόρων και διαιρώντας τους ψηφοφόρους κατά μήκος ενός φάσματος αριστεράς-δεξιάς, τείνουμε να δούμε τις επερχόμενες εκλογές ως δημοψήφισμα για την τρέχουσα κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και τον πρωθυπουργό Μητσοτάκη», εξηγεί η αμερικανική επενδυτική εταιρεία.
Η Jefferies δεν βλέπει σημαντικό πολιτικό κίνδυνο για τις τράπεζες σε περίπτωση νίκης της αντιπολίτευσης του ΣΥΡΙΖΑ, παρόλα αυτά όμως διακρίνει τέσσερις κινδύνους για τις τράπεζες με επιπτώσεις που συνδέονται σχετικά περιορισμένες:
I. Παρέμβαση στην αγορά των στεγαστικών δανείων: Οι ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη λάβει προληπτικά μέτρα για να στηρίξουν τα ευάλωτα νοικοκυριά όπως το ‘πάγωμα΄ των κυμαινόμενων επιτοκίων των στεγαστικών δανείων σε μια προσπάθεια να μειωθούν οι ανησυχίες των νοικοκυριών. Μια επέκταση της επιλεξιμότητας των δανείων για υπαγωγή στα συστήματα προστασίας είναι πιθανό να έχει περιορισμένο αντίκτυπο.
II. Ανοδικές πιέσεις στα επιτόκια καταθέσεων: Τα στοιχεία σε επίπεδο τραπεζών υποδηλώνουν ότι τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων κινούνται ήδη αργά προς τα πάνω, μειώνοντας τις απαιτήσεις για πιο επιθετική μετακύλιση των υψηλότερων επιτοκίων στους καταθέτες.
III. Φόρος επί των πλεοναζόντων κερδών: Ο κίνδυνος είναι ότι μια κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι πιο ανοιχτή στην επιβολή φόρου επί των κερδών που συνδέονται με τα υψηλότερα επιτόκια, χωρίς όμως ο ΣΥΡΙΖΑ να έχει σηματοδοτήσει μια τέτοια πρόθεση. Μια φθίνουσα κρίση στο κόστος διαβίωσης μειώνει την ανάγκη για έκτακτους φόρους. Οι πρόσθετοι φόροι στις τράπεζες θα μπορούσαν να θεωρηθούν από τους οίκους αξιολόγησης ως καθυστέρηση στα σχέδια εξυγίανσης μετά την κρίση, γεγονός που θεωρείται ευρέως ως προϋπόθεση για να επιστρέψει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα.
IV. Προστασία της κατοικίας: Τα πιο πρόσφατα σχόλια του Αλέξη Τσίπρα σχετικά με τα στεγαστικά δάνεια αφορούν περισσότερο τα foreign funds που αγόρασαν μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια και επιβάλλουν τις απαιτήσεις τους μέσω των φορέων διαχείρισης χρέους (servicers), μεταξύ άλλων και μέσω κατασχέσεων.
Μέτρα για τον περιορισμό των κατασχέσεων και της δυνατότητας των servicers να εισπράττουν οφειλές θα επηρέαζαν τα τιτλοποιημένα χαρτοφυλάκια σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι τις τράπεζες. Οι ελληνικές τράπεζες διατηρούν σε μεγάλο βαθμό μόνο τις senior ‘φέτες’ των τιτλοποιημένων χαρτοφυλακίων στεγαστικών δανείων που εγγυάται το ελληνικό δημόσιο.
Οι εκτιμήσεις για τον τουρισμό και την οικονομία
Η τουριστική περίοδος διαμορφώνεται δυναμικά και τα στοιχεία για τους επισκέπτες από τους διεθνείς προορισμούς στο σχετικά αδύναμο πρώτο, υποδηλώνει ότι ζήτηση για διακοπές στην Ελλάδα είναι σε υψηλά επίπεδα, πολύ υψηλότερα από τα ισχυρά επίπεδα του 2019 (πριν από την πανδημία). Παρά την κρίση του κόστους ζωής, τα στοιχεία δείχνουν προς μια ισχυρή τουριστική περίοδο του 2023, η οποία στηρίζει ιδιαίτερα την Ελλάδα, δεδομένης της σημαντικότητας του τουρισμού στην οικονομία», εξηγεί η αμερικανική Jefferies.
Η ομάδα ανάλυσης για τις εταιρείες τουρισμού της Jefferies εκτιμά επίσης ανοδικές επιδόσεις για τα ξενοδοχεία. Με τον τουρισμό να έχει εξαιρετικά σημαντικό αντίκτυπο στη συνολική πορεία της ελληνικής οικονομίας, εμείς θεωρούμε ότι αυτές οι τάσεις στηρίζουν την οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση στην Ελλάδα. Ούτε η "κρίση του κόστους ζωής" στον ευρωπαϊκό πυρήνα, ούτε η άνοδος των τιμών για τις ελληνικές διακοπές φαίνεται να ασκούν ουσιαστικές καθοδικές πιέσεις στη ζήτηση. Τα αυξημένα στοιχεία για τους επισκέπτες και τις δαπάνες θα προσφέρουν περαιτέρω σαφήνεια για την τουριστική περίοδο του 2023», εξηγεί ο Creelan-Sandford.