Μια σειρά από πλεονεκτήματα και προκλήσεις που ανοίγονται γύρω από τις ελληνικές τράπεζες προχώρησε η Moody's, σε ενημέρωση δεδομένων ως προς τος σκέλος της πιστωτικής ανάλυσης των τεσσάρων συστημικών τραπεζών
Ειδικότερα, ο οίκος αξιολόγησης ως προς τα πιστωτικά πλεονεκτήματα των τραπεζών επικεντρώνει:
1) στη σημαντική μείωση των προβληματικών δανείων της κάθε τράπεζας που βελτιώνει την ποιότητα των ενεργητικού της,
2) στην αύξηση των καταθέσεων και στην πρόσβαση στις διεθνείς αγορές που ενισχύει το προφίλ χρηματοδότησης και τη ρευστότητα της εκάστοτε τράπεζας και
3) στο σχετικά χαμηλότερο σχηματισμό προβλέψεων που στηρίζει την κερδοφορίας των τραπεζών, ενώ η επαναλαμβανόμενη κερδοφορία βρίσκεται σε μια ανοδική τάση.
Ως προς τις πιστωτικές προκλήσεις, με τις οποίες βρίσκονται αντιμέτωπες οι τράπεζες, ο οίκος Moody's αναφέρεται:
1) στις τρέχουσες πληθωριστικές πιέσεις και στα αυξανόμενα επιτόκια, που πιθανόν να επιβαρύνουν την ποιότητα του ενεργητικού τους,
2) στην κάλυψη των προβλέψεων για τα εναπομείναντα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα,
3) στο υψηλό επίπεδο των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs) που υπονομεύει την ποιότητα της κεφαλαιακής τους βάσης, και
4) στη σχετικά χαμηλή διαφοροποίηση της κερδοφορίας, με αποκλειστική δραστηριοποίηση στην Ελλάδα (Τράπεζα Πειραιώς).
Τράπεζα Πειραιώς
Η αξιολόγηση των μακροπρόθεσμων καταθέσεων της Τράπεζας Πειραιώς είναι στο «Ba3», ήτοι δύο βαθμίδες υψηλότερη από τη βασική πιστοληπτική της αξιολόγηση (BCA) στο «b2», όπως προτείνεται από την προηγμένη αξιολόγηση ζημιών σε περίπτωση χρεοκοπίας (LGF). Αυτό οφείλεται κυρίως στο σύνολο των καταθέσεων της τράπεζας στην Ελλάδα και στις υποχρεώσεις μειωμένης εξασφάλισης μέσω των ομολόγων Tier 2 και AT1 που εκδόθηκαν από την τράπεζα. Οι σταθερές προοπτικές αποτυπώνουν την άποψη της Moody’s ότι η βασική πιστοληπτική της αξιολόγηση (BCA) της τράπεζας βρίσκεται σε ένα καλό επίπεδο, στο «b2», εξισορροπώντας τη βελτιωμένη ποιότητα του ενεργητικού της και τη λειτουργική της κερδοφορία με σχετικά αδύναμους ακόμη δείκτες ενσώματων κεφαλαίων, προσαρμοσμένους από τη Moody's, που επιβαρύνουν το πιστωτικό της προφίλ.
Παράλληλα, η βασική πιστοληπτική αξιολόγησης της τράπεζας λαμβάνει υπόψη τη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού της, με βάση τις διορθωτικές ενέργειες που έγιναν για τη μείωση του δείκτη NPE σε περίπου 6,6% τον Μάρτιο του 2023 από 12,7% τον Μάρτιο του 2022. Η Τράπεζα Πειραιώς κατάφερε επίσης να βελτιώσει σταδιακά την επαναλαμβανόμενη κερδοφορία της και να μειώσει σημαντικά τη βάση του κόστους. Παρόλο που η τράπεζα δέχθηκε ένα σημαντικό κεφαλαιακό πλήγμα για να επιτύχει την εξυγίανση του ισολογισμού της, κατάφερε να αυξήσει σταδιακά τον δείκτη CET1 στο 12,2% τον Μάρτιο του 2023 από 9,8%, ένα χρόνο πριν. Ωστόσο, η κεφαλαιακή διάρθρωση της τράπεζας ενσωματώνει ένα υψηλό ποσοστό αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs), το οποίο περιορίζει το «μαξιλάρι απορρόφησης ζημιών» σε σχέση με τις υπόλοιπες τράπεζες. Περισσότερες ενέργειες στο σκέλος του de - risking (απομείωση κινδύνου) και της ενίσχυσης του ισολογισμού της, σύμφωνα με το business plan της τράπεζας για το 2025, θα μπορούσαν να βελτιώσουν περαιτέρω τη φερεγγυότητα και την αναπτυξιακή της δυναμική.
Υψηλότερες αξιολογήσεις στο σκέλος των καταθέσεων και του «senior» τμήματος του χρέους θα μπορούσαν να προκύψουν, εάν υπάρξει περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού και της κερδοφορίας της και είναι επίσης σε θέση να βελτιώσει το επίπεδο των ενσώματων κεφαλαίων, ώστε να φτάσει σε ανάλογο επίπεδο με αυτό των υπόλοιπων συστημικών.
Από την άλλη, οι αξιολογήσεις της Τράπεζας Πειραιώς θα μπορούσαν να υποβαθμιστούν σε περίπτωση που υπάρξει μια σημαντική επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού της, χωρίς σημαντικές βελτιώσεις στην επαναλαμβανόμενη κερδοφορία της. Οποιαδήποτε πιθανή σημαντική επιδείνωση του λειτουργικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα θα επιβαρύνει επίσης τις αξιολογήσεις της τράπεζας.
Eurobank
H αξιολόγηση των καταθέσεων της Eurobank είναι στο «Ba2», δηλαδή δύο βαθμίδες υψηλότερη από τις βασική πιστοληπτική της αξιολόγηση στο «b1», όπως προτείνεται από την ανάλυση ζημιών σε περίπτωση χρεοκοπίας (LGF), η οποία λαμβάνει υπόψη τα σχέδια χρηματοδότησης της τράπεζας στο πλαίσιο των Ελάχιστων Απαιτήσεων για Ιδία Κεφάλαια και Επιλέξιμες Υποχρεώσεις (MREL) έως το τέλος του 2025. Με την ολοκλήρωση του πλάνου μετασχηματισμού της, η τράπεζα έχει βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα του ενεργητικού και τις προοπτικές για μια ισχυρότερη δημιουργία κερδοφορίας.
Η «BCA» της Eurobank λαμβάνει υπόψη τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά της (NPEs), τα οποία μειώθηκαν σημαντικά στο 5,1% επί τα ακαθάριστα δάνειά της το Μάρτιο του 2023, ύψους 2,1 δισ. ευρώ, από 22,9 δισ. ευρώ το 2016. Το πιστωτικό προφίλ της τράπεζας λαμβάνει υπόψη επίσης το pro - forma fully loaded δείκτη CET1 στο 15,5% περίπου το Μάρτιο του 2023, από 13,6% το Μάρτιο του 2022, ωστόσο, η κεφαλαιακή διάρθρωση της τράπεζας ενσωματώνει ένα υψηλό ποσοστό αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs), γεγονός που περιορίζει το «μαξιλάρι απορρόφησης ζημιών».
Οι αξιολογήσεις της τράπεζας λαμβάνουν επίσης υπόψη το επικαιροποιημένο business plan για το 2023 2025 που εστιάζει στην ενίσχυση της βασικής κερδοφορίας της, με στόχο την επίτευξη απόδοσης 13% επί της ενσώματης λογιστικής αξίας (RoTBV) το 2023 και 12% το 2025.
Το θετικό «outlook» αντανακλά την προσδοκία της Moody’s ότι η Eurobank θα συνεχίσει να βελτιώνει το πιστωτικό της προφίλ. Η τράπεζα είναι πιθανό να διατηρήσει μια «υγιή» κεφαλαιακή βάση και ρευστότητα και θα μειώσει περαιτέρω τα προβληματικά της δάνεια, αν και από χαμηλότερο επίπεδο, αξιοποιώντας την οικονομική και πιστωτική δυναμική, ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, η οποία είναι πιθανό να επωφεληθεί σημαντικά από τα κεφάλαια του RRF. Αυτοί οι παράγοντες δύναται να λειτουργήσουν θετικά γύρω από το δείκτη «BCA» της τράπεζας, στηρίζοντας τις θετικές προοπτικές.
Εθνική Τράπεζα
Οι αξιολογήσεις καταθέσεων «Ba2» της Εθνικής Τράπεζας είναι δύο βαθμίδες υψηλότερες από τις αξιολογήσεις «b1» από την αξιολόγηση «BCA», όπως προτείνεται από την προηγμένη αξιολόγηση απώλειας σε περίπτωση χρεοκοπίας (LGF), που βασίζεται στο σύνολο των καταθέσεων της και του εκδοθέντος χρέους, καθώς και των σχεδίων χρηματοδότησης. Οι αξιολογήσεις δεν ενσωματώνουν καμία στήριξη από την κυβέρνηση της Ελλάδας, αντανακλώντας την περιορισμένη ικανότητα της κυβέρνησης να παράσχει τέτοια στήριξη. Η «BCA» αξιολόγηση της Εθνικής Τράπεζα με «b1» αντανακλά τα σημαντικά μειωμένα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά της (NPEs), τα οποία μειώθηκαν στο 5,2% των ακαθάριστων δανείων τον Δεκέμβριο του 2022 και τη σταδιακή βελτίωση της βασικής της κερδοφορίας.
Η «BCA» λαμβάνει επίσης υπόψη το «άνετο» επίπεδο εποπτικών κεφαλαίων της Εθνικής Τράπεζας, με δείκτη CET1 ύψους 16,6% τον Δεκέμβριο του 2022. Παρ' όλα αυτά, τα κεφάλαιά της ενσωματώνουν επίσης ένα υψηλό ποσοστό αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTCs) που περιορίζουν το «απόθεμα απορρόφησης ζημιών της τράπεζας». Παράλληλα, μετά την εξυγίανση του ισολογισμού της, η τράπεζα εστιάζει επί του παρόντος στη βελτίωση της διαρθρωτικής βασικής κερδοφορίας της, με υψηλότερα καθαρά έσοδα από τόκους και προμήθειες, τα οποία θα της επιτρέψουν να επανέλθει στο «δρόμο» της διανομή μερισμάτων από το μακρινό 2008, με την επιφύλαξη, πάντως, της έγκρισης των εποπτικών αρχών.
Το θετικό outlook αντανακλά την προσδοκία της Moody's ότι η Εθνική Τράπεζα θα συνεχίσει να βελτιώνει το πιστωτικό της προφίλ κατά τους επόμενους 12 - 18 μήνες. Αναμένει ότι η τράπεζα θα διατηρήσει την «υγιή» κεφαλαιακή βάση της και την ρευστότητά της, καθώς και ότι θα βελτιώσει περαιτέρω την ποιότητα του ενεργητικού της αξιοποιώντας αξιοποιώντας την οικονομική και πιστωτική δυναμική, ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, η οποία είναι πιθανό να επωφεληθεί σημαντικά από τα κεφάλαια του RRF. Αυτοί οι παράγοντες δύναται να λειτουργήσουν θετικά γύρω από το δείκτη «BCA» της τράπεζας, στηρίζοντας τις θετικές προοπτικές.
Alpha Bank
Για την Alpha Bank, οι αξιολογήσεις καταθέσεων «Ba2» βρίσκονται δύο βαθμίδες υψηλότερα από το «b1» της βασική πιστοληπτική της αξιολόγηση (BCA) , όπως προτείνεται από την προηγμένη ανάλυση «LGF», με γνώμονα τα επίπεδα καταθέσεων των πελατών της και τα επίπεδα MREL. Όπως αναφέρει η Moody's, το νέο νομικό πλαίσιο της Alpha Βank ως τραπεζική οντότητα άρχισε να λειτουργεί τον Απρίλιο του 2021, μετά το «hive-down» (απόσχιση) των βασικών περιουσιακών στοιχείων της και του παθητικού της από την παλαιά οντότητα, η οποία μετονομάστηκε σε Alpha Services and Holdings και ενεργεί πλέον ως εταιρεία «holding».
Μέσω του σχεδίου μετασχηματισμού της, η τράπεζα βελτίωσε σημαντικά την ποιότητα του ενεργητικού της και την ικανότητα δημιουργίας κερδοφορίας. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) της Alpha Bank μειώθηκαν στο 7,6% περίπου των ακαθάριστων δανείων το Μάρτιο του 2023 από 12,2% το Μάρτιο του 2022 και από το υψηλό του 42,5% τον Δεκέμβριο του 2020. Αυτό επιτεύχθηκε μέσω ενός συνδυασμού τιτλοποιήσεων και διάθεσης NPEs, καθώς και λόγω του αρνητικού σχηματισμού οργανικών NPEs. Η «BCA» της τράπεζας αντικατοπτρίζει επίσης την επαρκή κεφαλαιοποίησή της, με έναν pro forma fully loaded CET1 δείκτη στο 12,8%, το Μάρτιο του 2023, σε σύγκριση με το 10,9% το Μάρτιο του 2022. Μετά το πέρας του μεγαλύτερου μέρους της εξυγίανσης, η τράπεζα εστίασε στη σημαντική βελτίωση της κερδοφορίας της κατά τα επόμενα δύο έως τρία έτη.
Οι σταθερές προοπτικές για τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις καταθέσεων της τράπεζας εξισορροπούν το βελτιωμένο πιστωτικό της προφίλ με τις προκλήσεις που βρίσκονται μπροστά, όσον αφορά την περαιτέρω μείωση των προβληματικών δανείων της και την ενίσχυση της κάλυψης των προβλέψεών της. Η «BCA» της τράπεζας είναι, βρίσκεται επί του παρόντος, σε μια καλή θέση, στο «b1» και μια περαιτέρω δυναμική βελτίωσης της βασικής πιστοληπτικής της αξιολόγησης, θα προέλθει από τα ισχυρότερα αποθέματα ενσώματων κεφαλαίων και το ιστορικό βελτίωσης των επαναλαμβανόμενων κερδών.