Ο ρυθμός βελτιώσεως του δείκτη οικονομικού κλίματος και παγιώσεως ενός σταθερού επιχειρηματικού περιβάλλοντος αποτελεί τον βασικό προσδιοριστικό παράγοντα για την επιβράδυνση της υφέσεως και την ταχεία επάνοδο σε θετικό έδαφος της επενδυτικής δαπάνης και της απασχολήσεως στο τρέχον έτος, υπογραμμίζει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο της δελτίο.
Αυτό, σημειώνει η τράπεζα, προϋποθέτει την επιτάχυνση του ρυθμού υλοποιήσεως των μεταρρυθμίσεων που προβλέπει η νέα συμφωνία καθώς έτσι θα σταθεροποιηθούν οι προσδοκίες του επενδυτικού κοινού μετά από μία μακρά περίοδο αναταράξεων.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η πορεία εφαρμογής των διαρθρωτικών μέτρων τα οποία έχουν καθαρά αναπτυξιακό χαρακτήρα και η ταχεία προώθηση των ιδιωτικοποιήσεων που περιλαμβάνονται στη συμφωνία. Τούτο, αφενός τονώνει την οικονομική δραστηριότητα και αφετέρου, βοηθά στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων χωρίς την ανάγκη λήψεως σφοδρότερων ταμειακών μέτρων.
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος βελτιώθηκε στις 87,1 μονάδες τον Δεκέμβριο 2015, από 86,5 μονάδες τον Νοέμβριο 2015. Ειδικότερα, ο δείκτης προσδοκιών στον επιχειρηματικό τομέα βελτιώθηκε αισθητά τους τελευταίους μήνες του 2015, και ιδιαίτερα τον Δεκέμβριο συνεχίσθηκε η ανοδική του πορεία για τέταρτο κατά σειρά μήνα, όταν διαμορφώθηκε στις -13,6 μονάδες. Συνεπώς, ο δείκτης έχει επανέλθει στο επίπεδο του Ιουνίου 2015, δηλαδή προ της επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων.
Ωστόσο, παρά τη βελτίωσή του στο τέταρτο τρίμηνο του 2015, σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο 2015, ο δείκτης των επιχειρηματικών προσδοκιών συνολικά το 2015 παραμένει υποτονικός, καθώς διαμορφώνεται σε επίπεδο αρκετά χαμηλότερο από τη διετία 2013-2014. Η χαμηλή αυτή επίδοση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην κατάρρευση του δείκτη την περίοδο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου 2015.
Ο σχετικά αργός ρυθμός ανακάμψεως του δείκτη προσδοκιών μπορεί να θεωρηθεί, όμως, δικαιολογημένος, αφού οι ελληνικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται σε ένα περιβάλλον υψηλής φορολογήσεως και χαμηλής ευελιξίας. Συγκεκριμένα, παρά την εξαετή κρίση, η οποία προκάλεσε μεγάλες απώλειες σε αριθμό επιχειρήσεων, απασχολουμένων και προστιθέμενης αξίας, οι ελληνικές επιχειρήσεις που επιβίωσαν, λειτουργούν σε ένα περιβάλλον που προσδιορίζεται από τις κάτωθι παραμέτρους.
Πρώτον, την παρουσία των κεφαλαιακών ελέγχων που παρά τη σταδιακή τους χαλάρωση συνεχίζουν να δημιουργούν δυσχέρειες στις εμπορικές συναλλαγές.
Δεύτερον, τη συσσώρευση ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, που διαμορφώνονται στα € 5,1 δισ. στο τέλος Οκτωβρίου 2015 και επιβαρύνουν έτι περαιτέρω τις δυσμενείς συνθήκες ρευστότητας. Η επιτάχυνση της εφαρμογής του προγράμματος προσαρμογής είναι καθοριστικής σημασίας ως προς αυτό, ώστε να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και να επισπευθεί η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα.
Τρίτον, την αύξηση των φορολογικών συντελεστών επί των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα, καθώς και της προκαταβολής φόρου, η οποία συνιστά σημαντικό ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Τέλος, την αποδυνάμωση της εσωτερικής ζητήσεως ως αποτέλεσμα των νέων φορολογικών επιβαρύνσεων στην κατανάλωση ενός ευρύτατου φάσματος προϊόντων και υπηρεσιών. Ο μόνος παράγοντας που μπορεί να αντισταθμίσει μερικώς αυτή την επίδραση είναι η διατήρηση των χαμηλών τιμών του πετρελαίου που δρα τονωτικά τόσο στο διαθέσιμο εισόδημα και συνεπώς στην κατανάλωση, όσο και στο κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων.
Στην παρούσα φάση, η προσδοκία για διατήρηση των χαμηλών τιμών του πετρελαίου υποστηρίζεται από την αποδυνάμωση της κινεζικής οικονομίας σε συνδυασμό με τα σημαντικά αποθέματα. Οι μόνοι ορατοί κίνδυνοι συνδέονται με τυχόν κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων μεταξύ των δύο πετρελαιοπαραγωγών χωρών, της Σαουδικής Αραβίας και του Ιράν.
Η επίπτωση των φορολογικών επιβαρύνσεων αντανακλάται στα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τον γενικό δείκτη όγκου στο λιανικό εμπόριο. Ο δείκτης αυτός (συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων) μειώθηκε αισθητά και τον Οκτώβριο του 2015 κατά 2,5%, έναντι αυξήσεως κατά 2,1% στον αντίστοιχο μήνα του 2014. Οι λιανικές πωλήσεις (εκτός καυσίμων) παρουσίασαν επίσης οριακή μείωση κατά 0,6%, έναντι αυξήσεως κατά 2,0% στον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους.
Παρά την υποχώρηση του όγκου των λιανικών πωλήσεων, ο δείκτης επιχειρηματικού κλίματος στο λιανικό εμπόριο βελτιώθηκε σημαντικά, στις -5,3 μονάδες τον Δεκέμβριο 2015, από -12,8 μονάδες τον Νοέμβριο 2015. Παράλληλα, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης επίσης σημείωσε άνοδο, στις -61,1 μονάδες, από -64,1 μονάδες τον Νοέμβριο 2015.