Με ανοδικούς ρυθμούς συνεχίζει να κινείται η Attica Bank παρουσιάζοντας για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο επαναλαμβανόμενα λειτουργικά κέρδη. Οπως επισημαίνεται σε σχετική ανακοίνωση της τράπεζας, κατέγραψε επαναλαμβανόμενα λειτουργικά κέρδη (προ προβλέψεων) ύψους €4,5 εκατ. για το Α΄ εξάμηνο έναντι ζημίας ύψους €20,1 εκατ. την αντίστοιχη συγκριτική περίοδο πέρυσι, κυρίως λόγω της αύξησης του επιτοκιακού εσόδου και της μείωσης της βάσης κόστους στο πλαίσιο υλοποίησης του Επιχειρηματικού Σχεδίου.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους παρουσίασαν αύξηση κατά 76% και διαμορφώθηκαν σε 32,1 εκατ. ευρώ, που αποτελεί νέο υψηλό των τελευταίων έξι τριμήνων, ενισχυμένα τόσο από το ευνοϊκό περιβάλλον επιτοκίων, όσο και από την αύξηση στους όγκους δανείων. Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ενισχύθηκαν κατά 4,4%, οδηγούμενα και από την αύξηση κατά 18% στις προμήθειες χορήγησης εγγυητικών επιστολών.
Τα επαναλαμβανόμενα γενικά λειτουργικά έξοδα παρουσίασαν μείωση κατά 11% σε ετήσια βάση, ως αποτέλεσμα της προσπάθειας της διοίκησης για περιστολή τους, μέσα και από την αναδιάταξη του δικτύου καταστημάτων και περιορισμό στα έξοδα συμβούλων και τρίτων.
Οι χορηγήσεις προ προβλέψεων ανήλθαν σε €1,71 δισ. στο Α΄ εξάμηνο του 2023, με τις νέες εκταμιεύσεις να επιταχύνονται και κατά το δεύτερο τρίμηνο του έτους και να διαμορφώνονται σε περίπου €123 εκατ. (έναντι €71 εκατ. κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους). Οι νέες εκταμιεύσεις στο Α΄ εξάμηνο του έτους ανήλθαν συνολικά σε 193 εκατ. ευρώ, ενώ η Τράπεζα σημείωσε καθαρή θετική πιστωτική επέκταση 59 εκατ. ευρώ κατά το 2ο τρίμηνο του 2023 και €48 εκατ. από τις αρχές του έτους.
Οι συνολικές καταθέσεις του Ομίλου διαμορφώθηκαν σε €2,9 δισ., με τα υπόλοιπα των τρεχούμενων λογαριασμών να παρουσιάζουν σημαντική αύξηση κατά 34% σε ετήσια βάση. Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης δανείων (μετά από προβλέψεις) προς τις καταθέσεις του Ομίλου ανήλθε σε 43,3% για το Α΄ εξάμηνο του 2023, ενώ ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας (LCR) ανήλθε σε 268,4%, ποσοστό υψηλότερο του εποπτικού ορίου.
Τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα (ΜΕΑ) του Ομίλου παρουσίασαν μείωση σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, παρά τις συνεχείς αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ και των πληθωριστικών πιέσεων. Τόσο ο δείκτης ΜΕΑ όσο και ο δείκτης κάλυψης διαμορφώθηκαν σε 64,9% (90 μ.β. χαμηλότερα σε σχέση με το Α΄ τρίμηνο) και 65,2% αντίστοιχα. Με βάση τα IFRS, ο δείκτης ΜΕΑ ανήλθε σε 37,7% ενώ και ο δείκτης κάλυψης ανήλθε σε 62,5%, για τα εντός ισολογισμού στοιχεία.