Στο κορυφή μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών βρίσκονται οι τέσσερις συστημικές ως προς τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια (NIM), σύμφωνα με τη DBRS.
Αναλυτικά, η αύξηση των NIM από τα μέσα του 2022 ήταν ο κύριος μοχλός της βελτιωμένης κερδοφορίας των ευρωπαϊκών τραπεζών. Υπάρχει, ωστόσο, μια αξιοσημείωτη απόκλιση στα NIM μεταξύ των χωρών. Ενώ όλες οι τράπεζες επωφελήθηκαν από τον σημαντικά υψηλότερο τοκισμό των αποθεματικών των κεντρικών τραπεζών, υπάρχουν σημαντικές διαφορές όσον αφορά την τιμολόγηση των δανείων και των καταθέσεων και το ποσοστό της χρηματοδότησης χονδρικής.
Οι τράπεζες στις χώρες από τα αριστερά του πίνακα, ανέφεραν τα υψηλότερα επιτοκιακά περιθώρια και τις υψηλότερες αυξήσεις καθαρών εσόδων από τόκους το δεύτερο εξάμηνο του 2022 και το πρώτο εξάμηνο του 2023, με τις ελληνικές τράπεζες να ηγούνται, και συνήθως έχουν ορισμένα ή όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
- Δραστηριοποιούνται σε αγορές με υψηλό ποσοστό δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο και έχουν ήδη ανατιμήσει μεγάλο μέρος, αν όχι ολόκληρο, του δανειακού τους χαρτοφυλακίου.
- Δεν έχουν περάσει το μεγάλο μέρος των αυξήσεων των επιτοκίων στους καταθέτες.
- Οι προθεσμιακές καταθέσεις ως ποσοστό των συνολικών τείνουν να είναι χαμηλές.
- Οι κρατικοί τίτλοι που αποτελούν σημαντικό μέρος του ενεργητικού των τραπεζών είναι υψηλότερης απόδοσης.
Κατά μέσο όρο, η απόδοση των κεφαλαίων των ευρωπαϊκών τραπεζών αυξήθηκε από 7,7% στο πρώτο εξάμηνο του 2022 στο 11,1% στο πρώτο εξάμηνο του 2023, κυρίως λόγω της αύξησης των καθαρών επιτοκιακών περιθωρίω. Η DBRS προβλέπει ότι τα υψηλά επιτόκια θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν τα κέρδη των τραπεζών στο τρίτο τρίμηνο του 2023, αλλά τα NIMs έχουν ήδη φτάσει στο ανώτατο σημείο για πολλές τράπεζες. Επίσης, η μείωση των αποδοχών από τα ελάχιστα αποθέματα από την ΕΚΤ θα έχει κάποιο αρνητικό αντίκτυπο, αλλά το καθαρό εισόδημα από τόκους αναμένεται να παραμείνει υψηλό.