Μετά από τις εγκρίσεις της Τράπεζας της Ελλάδος και της Επιτροπής Ανταγωνισμού την περασμένη εβδομάδα, σήμερα μέσω των γενικών συνελεύσεων των δύο τραπεζών Attica Bank και Παγκρήτιας αναμένεται και η έγκριση των μετόχων. Ειδικότερα, η γενική συνέλευση της Παγκρήτιας είναι τακτική και πως θα περιλάβει και τα θέματα που αφορούν τη συγχώνευση.
Μετά τις γενικές συνελεύσεις των μετόχων το επόμενο βήμα θα είναι η κατάθεση των φακέλων από τις διοικήσεις των δύο τραπεζών για την ένταξη των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE) ύψους 2,3 δισ. ευρώ για την Attica Bank και 1,4 δισ. ευρώ για την Παγκρήτια στον μηχανισμό στήριξης με κρατικές εγγυήσεις Ηρακλής ΙΙΙ.
Το τελικό βήμα για τη δημιουργία του πέμπτου τραπεζικού πόλου είναι η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου ύψους 735 εκατ. ευρώ, η οποία τοποθετείται χρονικά τον Οκτώβριο. Τα κεφάλαια της αύξησης θα καλύψουν τις ζημιές από τις τιτλοποιήσεις των κόκκινων δανείων αλλά θα χρηματοδοτήσουν και πλάνα αναπτυξιακά της νέας τράπεζας όπως και το μετασχηματισμό που θα λάβει χώρα μετά τη συγχώνευση. Οι μέτοχοι της ενιαίας τράπεζας στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου θα εισφέρουν: Περίπου 475 εκατ ευρώ το ΤΧΣ (Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας), ο e-ΕΦΚΑ περίπου 48 εκατ. ευρώ, η Thrivest Holdings με τους ιδιώτες επενδυτές 200 εκατ. ευρώ, καθώς και το σύνολο των μετοχών της Παγκρήτιας Τράπεζας, και το ΤΜΕΔΕ (Ταμείο Μηχανικών Εργοληπτών Δημοσίων Έργων) 12 εκατ. ευρώ.
Η νέα τράπεζα έχει θέσει ως στόχο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ξεδιπλώνει τον σχεδιασμό της στον χώρο, έναν χώρο που έχει ιδιαίτερες ανάγκες και οποίος σε μεγάλο βαθμό δεν είχε πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό κατά τα χρόνια της κρίσης. Θα φέρει νέα επωνυμία και θα μετρά ενεργητικό 10,2 δισ. ευρώ και καταθέσεις 9,4 δισ. ευρώ. Με βάση το 10ετές business plan (2023-2034)η απόδοση ιδίων κεφαλαίων (RoA) αναμένεται να διαμορφωθεί στο 14% και τα κέρδη μετά φόρων να ξεπεράσουν τα 300 εκατ. ευρώ.
Στη νέα τράπεζα θα υπάρξουν κίνητρα εθελουσίας εξόδου που και αυτή θα έχει αναπτυξιακά κριτήρια. Ως το 2027 η κερδοφορία της νέας τράπεζας εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τον πήχη των 160 εκατ. ευρώ, ώστε το 2034, τελευταία χρονιά του επιχειρησιακούς σχεδίου, να έχει διπλασιασθεί.