Έως τις αρχές του Οκτωβρίου η Ελλάδα σχεδιάζει να ολοκληρώσει την επανιδιωτικοποίηση των τραπεζών της χώρας με την πώληση του τελευταίου μεριδίου που έχει στην Εθνική Τράπεζα, αναφέρει το Reuters που επικαλείται δύο πηγές με γνώση της υπόθεσης.
Η σχεδιαζόμενη πώληση σηματοδοτεί την ανάκαμψη του ελληνικού τραπεζικού τομέα, που είχε διασωθεί κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους κατά την οποία η Ελλάδα κόντεψε να αποχωρήσει από την Ευρωζώνη και διεθνείς πιστωτές επέβαλαν αυστηρά μέτρα λιτότητας για την παροχή δανείων διάσωσης, σημειώνει το διεθνές πρακτορεία
Σημαίνει επίσης το τέλος του ταμείου διάσωσης, του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο ιδρύθηκε το 2010 για να προστατέψει τις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες και να περιορίσει τη μετάδοση της κρίσης στο ευρωπαϊκό χρηματοοικονομικό σύστημα.
Το Ταμείο συνεχίζει να κατέχει το 18,4% της Εθνικής Τράπεζας. Σχεδιάζει να πουλήσει 10% με 13% και το υπόλοιπο θα μεταφερθεί στο κρατικό επενδυτικό ταμείο, όπως αναφέρουν οι πηγές στο Reuters.
"Οι αποφάσεις για το ακριβές μέγεθος του μεριδίου και τον χρόνο πώλησης θα ληφθούν την επόμενη εβδομάδα" είπε η μία πηγή στο Reuters.
Το ΤΧΣ άρχισε να αποεπενδύει από τις τράπεζες το 2023, έχοντας προηγουμένως διαθέσει περίπου 50 δισ. ευρώ για να ενισχύσει τις τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας με αντάλλαγμα μετοχές τους.
Το Ταμείο πούλησε τα μερίδια του στην Eurobank, την Alpha Bank, την Τράπεζα Πειραιώς και ένα μέρος της συμμετοχής του στην Εθνική σε ξένους και εγχώριους επενδυτές.
Ένας δεύτερος αξιωματούχος ανέφερε ότι εάν υπάρξει ισχυρή ζήτηση, τότε η κυβέρνηση ενδεχομένως να πουλήσει το 13% της ΕΤΕ.
"Το μερίδιο θα πουληθεί με τη διαδικασία του βιβλίου προσφοράς (book building process) και δημόσια προσφορά", πρόσθεσε ο δεύτερος αξιωματούχος.
Σύμβουλος του ΤΧΣ έχει αναλάβει η JP Morgan, όπως ανέφεραν και οι δύο πηγές.
Υπενθυμίζεται ότι το προηγούμενο placement έγινε τον Νοέμβριο του 2023 σε τιμή 5,30 ευρώ ανά μετοχή και τα έσοδα του Δημοσίου ανήλθαν σε 1,06 δισ. ευρώ, ενώ ο τίτλος της ΕΤΕ πλέον διαπραγματεύεται στην περιοχή των 7,7 ευρώ