Η ανάκαμψη μπορεί να αποτελέσει γεγονός από το τέλος του 2016, υποστηρίζει, σύμφωνα με πληροφορίες, ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας στην Ετήσια Έκθεσή του, η οποία δημοσιοποιείται σήμερα, αλλά σημειώνει παράλληλα και τους κινδύνους που ελλοχεύουν.
Πρώτο και κρίσιμο για τις μελλοντικές εξελίξεις βήμα είναι, όπως αναφέρεται στην Έκθεση, «η επιτυχής ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του προγράμματος, η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη. Αυτό απαιτεί, σε πρώτη φάση, την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος και την ευθυγράμμιση της φορολογίας του αγροτικού εισοδήματος».
Ο διοικητής «βλέπει» επί της ουσίας την ύφεση να παρατείνεται και την ανάκαμψη να επιστρέφει στα τέλη του 2016. «Για να οδηγηθούμε όμως από την ανάκαμψη σε διατηρήσιμη ανάπτυξη, απαιτείται μακροχρόνια στόχευση και προσήλωση στην εφαρμογή της νέας δανειακής συμφωνίας, η οποία δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι επιταγή των δανειστών αλλά μια συμφωνία που εμπεριέχει αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που έπρεπε ήδη αν έχουν γίνει», αναφέρει η Έκθεση.
Οι παράγοντες, όμως, που θα καθορίσουν την επιτυχία είναι: «η αποδοχή και οικειοποίηση του προγράμματος, η συνέχεια και συνέπεια στην εφαρμογή των αναγκαίων δράσεων, ο διάλογος και η πολιτική και κοινωνική συναίνεση. Η ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια έχει διανύσει μια επίπονη πορεία προσαρμογής με μεγάλο κοινωνικό κόστος, αλλά και με απτά αποτελέσματα. Όσα απομένουν να ολοκληρωθούν είναι ένα σχετικά μικρό μέρος της μεγάλης προσπάθειας που έχει γίνει».
Επείγουσα, χαρακτηρίζει ο Γιάννης Στουρνάρας, την ανάγκη της άμεσης και ενεργής διαχείρισης του βουνού των κόκκινων δανείων. Το 2015, αναφέρει, ανακόπηκε η επιβράδυνση στη δημιουργία νέων καθυστερήσεων, με αποτέλεσμα το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων επί του συνόλου των δανείων να ανέλθει στο τέλος Σεπτεμβρίου 2015 σε 43,6% (Δεκέμβριος 2014: 39,9%).
«Στην εξεύρεση λύσεων μακροπρόθεσμου χαρακτήρα, προσαρμοσμένων στις ανάγκες του κάθε δανειολήπτη, εκτιμάται ότι θα συντείνουν οι συγκεκριμένοι στόχοι για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που θα θέσει η Τράπεζα της Ελλάδος, κατόπιν διαβούλευσης με τις τράπεζες, με ορίζοντα εφαρμογής από τον Ιούνιο του 2016 και με παρακολούθηση ανά τρίμηνο», καταλήγει.