Θέμα ημερών είναι η κατάθεση στη Βουλή της νομοθετικής διάταξης για την αναγνώριση του αναβαλλόμενου φόρου των τραπεζών, με την οποία αποκτούν ένα σημαντικό κεφαλαιακό “μαξιλάρι” ενοψει των stress test.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το σχετικό νομοσχέδιο δεν αποκλείεται να κατατεθεί ακόμη και σήμερα στη Βουλή, καθώς θα πρέπει άμεσα να εγκριθεί και να ληφθεί υπόψη στην τελική φάση της διαδικασίας συνολικής αξιολόγησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Citigroup, οι συστημικές τράπεζες της Ελλάδας έχουν αναγνωρίσει μεταξύ 3,2 δισ. ευρώ και 3,6 δισ. ευρώ αναβαλλόμενου φόρου στους ισολογισμούς τους στο β΄ τρίμηνο του 2014. Η Eurobank έχει τα μεγαλύτερα περιθώρια αναγνώρισης αναβαλλόμενου φόρου αλλά και τη μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ του δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας με σταδιακή ενσωμάτωσης της Βασιλείας ΙΙΙ και του αντίστοιχου δείκτη με πλήρη ενσωμάτωση.
Εκτιμάται ότι με την μορφοποίηση του πλαισίου, οι τράπεζες θα μειώσουν τον “λογαριασμό” των stress tests κατά περίπου 3 δισ. ευρώ.
Τι είναι ο αναβαλλόμενος φόρος
Ο αναβαλλόμενος φόρος είναι φορολογική κεφαλαιακή βοήθεια που δόθηκε παλαιότερα στις τράπεζες ως αντιστάθμισμα στις μεγάλες απώλειες που προκάλεσε το «κούρεμα» των ομολόγων, το PSI. Υπενθυμίζεται ότι το PSI προκάλεσε ζημιές ύψους 37,7 δισ. ευρώ στις εγχώριες τράπεζες που αργότερα αυξήθηκα, καθώς τα ομόλογα που δόθηκαν ως αντάλλαγμα στις τράπεζες επαναγοράστηκαν από το Δημόσιο σε τιμή πολύ χαμηλότερη της αρχικής (ονομαστικής) τους αξίας. Ως αντιστάθμισμα στις απώλειες αυτές, το ελληνικό Δημόσιο αποφάσισε την αναγνώριση του αναβαλλόμενου φόρου, δηλαδή, έδωσε στις τράπεζες τη δυνατότητα να συμψηφίσουν μέρος των απωλειών του PSI με φόρο που θα έπρεπε να καταβάλουν από μελλοντικά κέρδη και το ποσό αυτό να προσμετρείται στα κεφάλαιά τους. Ωστόσο για να το λάβει υπόψη η ΕΚΤ για το stress test έπρεπε να υπάρξει δέσμευση ότι το ποσό που έχει αναγνωριστεί θα καταβληθεί στις τράπεζες ακόμα και αν αυτές δεν εμφανίσουν κέρδη τα επόμενα χρόνια. Ετσι, σύμφωνα με το νομοσχέδιο που θα κατατεθεί, το Δημόσιο θα δεσμευτεί ότι στην περίπτωση που οι τράπεζες τα επόμενα 20 – 30 χρόνια δεν εμφανίσουν κέρδη, τότε το Δημόσιο θα καταβάλει το ποσό που αντιστοιχεί στον αναβαλλόμενο φόρο. Πρόκειται για καθαρά θεωρητικό ενδεχόμενο καθώς είναι πρακτικά αδύνατο να λειτουργεί το τραπεζικό σύστημα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς κέρδη. Σημειώνεται ότι η αναγνώριση του αναβαλλόμενου φόρου δεν θα επιβαρύνει το δημόσιο χρέος. Αυτό θα συμβεί μόνο στην περίπτωση που οι τράπεζες δεν εμφανίσουν κέρδη και τελικά απαιτηθεί το Δημόσιο να καταβάλει το ποσό που έχει αναγνωριστεί ως φορολογική υποχρέωση.
Με την κίνηση αυτή το Δημόσιο αυξάνει τις πιθανότητες να διατηρήσει ανέπαφο το απόθεμα των 11 δισ. ευρώ του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και να το ανακτήσει ταχύτερα. Η αναγνώριση του αναβαλλόμενου φόρου θα περιορίσει τις κεφαλαιακές ανάγκες -εκτός απροόπτου- σε χαμηλά επίπεδα και θα επιτρέψει στις εγχώριες τράπεζες να αναζητήσουν τα αναγκαία κεφάλαια (αν χρειαστεί) από τον ιδιωτικό τομέα. Αντίθετα, χωρίς τον αναβαλλόμενο φόρο, οι κεφαλαιακές ανάγκες θα είναι μεγάλες, κάτι που θα οδηγήσει σε σημαντική ζημιά το Δημόσιο. Σε μια τέτοια περίπτωση, η κεφαλαιακές ανάγκες θα καλυφθούν από το ΤΧΣ και το Δημόσιο θα χάσει το κεφαλαιακό απόθεμα του Ταμείου. Αλλά ακόμα και αν οι τράπεζες προχωρήσουν σε αυξήσεις κεφαλαίου με τη συμμετοχή ιδιωτών, αυτές θα γίνουν σε αισθητά χαμηλότερες τιμές, με αποτέλεσμα τη μείωση του ποσοστού συμμετοχής του ΤΧΣ στο μετοχικό κεφάλαιο των τραπεζών.
πηγή: http://www.bankwars.gr