Του Ανέστη Ντόκα
Η έρευνα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για τις ανοικτές πωλήσεις (short selling) στις 4 τράπεζες το δίμηνο Απριλίου-Μαΐου φωτογραφίζει διεθνείς οίκους με ισχυρή παρουσία στην ελληνική αγορά, ενώ δεν θα πρέπει να αποκλειστεί και η συμμετοχή Ελλήνων φυσικών προσώπων που βρίσκονται πίσω από ξένους κωδικούς. Η έρευνα έχει ολοκληρωθεί για τη μία εκ των τεσσάρων τραπεζών και τα πρώτα στοιχεία του πορίσματος θα ανακοινωθούν τον ερχόμενο Ιανουάριο.
Το συνολικό πόρισμα πιθανότατα να έχει ολοκληρωθεί μέσα στο α΄ εξάμηνο της νέας χρονιάς, αφού υπάρχει χρονοβόρος διαδικασία για την αλληλογραφία, καθώς η συνδρομή που έχει ζητηθεί από την ελληνική αρχή είναι μέσω των αντίστοιχων εποπτικών αρχών στις χώρες όπου έχουν εντοπισθεί οι κωδικοί. Οι 150 περιπτώσεις (πράξεις) που ελέγχονται ότι διενήργησαν παράτυπα ανοικτές πωλήσεις έγιναν λίγες συνεδριάσεις πριν από την εισαγωγή των νέων τίτλων των πιστωτικών ιδρυμάτων, που προέκυψαν από τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου τους το δίμηνο Απριλίου-Μαΐου της τρέχουσας χρήσης, όπου συνολικά είχαν αντλήσει 8,3 δισ. ευρώ. Δηλαδή, οι συγκεκριμένοι κωδικοί πελατών πούλησαν τραπεζικές μετοχές που δεν κατείχαν, με στόχο να τις αγοράσουν σε χαμηλότερα επίπεδα μέσα από την αγορά, υπολογίζοντας πως οι διευρυμένες πωλήσεις θα είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση των τιμών και άρα η επαναγορά θα γινόταν σε τιμές χαμηλότερες.
Δεν κατάφεραν, ωστόσο, να αποκτήσουν τις μετοχές εγκαίρως και δεδομένου ότι δεν είχαν συνάψει συμβόλαια δανεισμού των μετοχών αυτών, δεν στάθηκε δυνατή η εκκαθάριση των συναλλαγών τους στο Τ+3, που προέβλεπε το θεσμικό πλαίσιο (fail trade). Οι συναλλαγές αυτές εκκαθαρίστηκαν αργότερα, όμως είχαν καταγραφεί ως αποτυχημένες συναλλαγές στο σύστημα του Χ.Α. κατά την προβλεπόμενη ημέρα εκκαθάρισης. Ας σημειωθεί δε πως την ίδια στιγμή στους Έλληνες επενδυτές δεν επετράπη να προχωρήσουν σε πωλήσεις μετοχών που δεν υπήρχαν στη μερίδα τους. Σύμφωνα πάντα με τις πληροφορίες, οι επενδυτές που θα κριθεί ότι παραβίασαν τον κανονισμό αντιμετωπίζουν την επιβολή προστίμων που ξεκινούν από 1.000 ευρώ και φθάνουν μέχρι και 1.000.000 ευρώ. Επίσης, τα φυσικά πρόσωπα ή εταιρείες στην περίπτωση που κληθούν από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να καταθέσουν για τις επενδυτικές τους κινήσεις και αρνηθούν, αντιμετωπίζουν πρόστιμα που αγγίζουν το ποσό των 100.000 ευρώ. Τον Ιανουάριο εκτιμάται ότι θα κληθούν σε απολογία οι τελικοί επενδυτές, καθώς αυτή τη στιγμή η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αναζητεί τους τελικούς επενδυτές που μέσω ξένων εταιρειών προχωρούσαν σε ανοικτές πωλήσεις. Πάντως, σε κάθε περίπτωση στις συναλλαγές δεν έχει εμπλακεί ανάδοχος των αυξήσεων κεφαλαίου, όπως λένε οι ίδιες πληροφορίες. Υπενθυμίζεται ότι οι ελληνικές τράπεζες είχαν ανακοινώσει τις ημερομηνίες εισαγωγής των νέων μετοχών, όπως συμβαίνει και στο εξωτερικό. Όμως, όταν άρχισαν οι ανοικτές πωλήσεις, οι τράπεζες ξεκίνησαν διαρροές ότι η ημέρα ενδέχεται να αλλάξει.
Η αναφορά πραγματοποιήθηκε μήπως κάποιοι ξένοι επενδυτές το πιστέψουν και σταματήσουν. Από την άλλη πλευρά, των ξένων επενδυτών, η διαδικασία ήταν τυπικά «νόμιμη», αν και την ημέρα της ανοικτής πώλησης οι μετοχές πρέπει να υπάρχουν. Στέλεχος χρηματιστηριακής, που γνωρίζει τις σχετικές διαδικασίες, προσθέτει επίσης ότι την ημέρα Τ+3 οι ξένοι επενδυτές ενδέχεται να προχώρησαν και σε buy in, δηλαδή αγορές μετά την εισαγωγή των νέων μετοχών. Αυτή η διαδικασία, όμως, αυξάνει το κόστος των ξένων επενδυτών. Σε κάθε περίπτωση, το συνολικό κόστος και το μέγεθος της κερδοσκοπίας θα το δείξει το τελικό πόρισμα.