Η επιστροφή της οικονομίας σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης αποτελεί τον πλέον καθοριστικό παράγοντα της μείωσης του λόγου του χρέους, αναφέρει στο εβδομαδιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων η Alpha Bank.
Όπως σημειώνει:Παρά την επίτευξη εντυπωσιακού πρωτογενούς πλεονάσματος της γενικής κυβέρνησης (3,9% του ΑΕΠ το 2016), ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ αυξήθηκε την περυσινή χρονιά, με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο 179%, από 177,4% το 2015. Η μηχανική της εξέλιξης του λόγου χρέους προς ΑΕΠ καθώς και των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας στα επόμενα χρόνια είναι μείζονος σημασίας για την αξιολόγηση των εναλλακτικών λύσεων, για την ελάφρυνση του χρέους.
Όπως επισημαίνει η τράπεζα, η εξέταση του ζητήματος της βιωσιμότητας του Ελληνικού χρέους που βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων με τους θεσμούς, οφείλει να λάβει υπόψη την αλληλεπίδραση μεταξύ των παραμέτρων του προβλήματος, δηλαδή του ύψους των επιτοκίων δανεισμού, των ετήσιων στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα και της επιμήκυνσης της διάρκειας αποπληρωμής των επιμέρους δανείων.
Οι μεταβολές στον λόγο χρέους προς ΑΕΠ από έτος σε έτος καθορίζονται από τρείς προσδιοριστικούς παράγοντες:
α) το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος,
β) τη διαφορά του επιτοκίου δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου από το ρυθμό μεταβολής του ονομαστικού ΑΕΠ και
γ) λοιπές προσαρμογές (προσαρμογή ελλείμματος/χρέους), δηλαδή δαπάνες που ενώ δεν επηρεάζουν το έλλειμμα αυξάνουν το χρέος, και αντίστοιχα έσοδα τα οποία δεν επηρεάζουν το έλλειμμα αλλά επιδρούν μειωτικά στο χρέος, όπως για παράδειγμα τα έσοδα των αποκρατικοποιήσεων.
Η επίδραση από την μεταβολή του ΑΕΠ σε σχέση με το επιτόκιο (παράγοντας β), γνωστή ως snowball effect1, εκφράζει την μεταβολή του μεσοσταθμικού ύψους του ονομαστικού επιτοκίου (κόστος εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους) και του ρυθμού της ονομαστικής μεγέθυνσης πολλαπλασιαζόμενο με τον λόγο χρέους προς ΑΕΠ της περυσινής περιόδου. Στο Γράφημα 1, παρουσιάζεται διαχρονικά η επίπτωση που έχουν οι ανωτέρω μεταβλητές στην μεταβολή του χρέους προς ΑΕΠ ανά έτος. Παρατηρείται ότι το 2016, ενώ η επίτευξη υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος λειτούργησε πτωτικά στην μεταβολή του χρέους, δεν κατέστη, ωστόσο, δυνατό να αντισταθμίσει την αυξητική μεταβολή της επίδρασης των παραγόντων β και γ. Ως αποτέλεσμα, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 1,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ. Η αύξηση των λοιπών προσαρμογών (παράγοντας γ) αντανακλά σε μεγάλο βαθμό τον αυξημένο δανεισμό για την χρηματοδότηση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της γενικής κυβέρνησης προς τους ιδιώτες καθώς και την διατήρηση αυξημένων ταμειακών διαθεσίμων ενώ η ευνοϊκή επίδραση των εσόδων από αποκρατικοποιήσεις ήταν περιορισμένη καθώς ανήλθαν μόλις στο 0,28% του ΑΕΠ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, διαχρονικά ουσιώδης μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ σημειώθηκε μόνο το 2012 και το 2015. Η μείωση το 2012 προήλθε κυρίως από την συμφωνία ανταλλαγής ομολόγων (PSI), ενώ το 2015 από την επιστροφή ομολόγων του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) που δεν χρησιμοποιήθηκαν τελικά για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών.