Ανακοινώθηκαν πρόσφατα στοιχεία για τη αντικαρκινική δραστηριότητα του pembrolizumab εναντίον 13 δύσκολα αντιμετωπίσιμων κακοηθειών. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται ο προχωρημένος μικροκυτταρικός και μη μικροκυτταρικός καρκίνος των πνευμόνων, ο προχωρημένο καρκίνος του οισοφάγου, ο προχωρημένος καρκίνος των ωοθηκών, ο προχωρημένος καρκίνος του παχέος εντέρου καθώς και ο προχωρημένος καρκίνος κεφαλής και τραχήλου. Παράλληλα σχεδιάζονται ή συνεχίζονται μελέτες σε οχτώ διαφορετικούς τύπους όγκων, τόσο ως μονοθεραπεία όσο και σε συνδυασμό με άλλες θεραπείες.
Τα αποτελέσματα προήλθαν από σειρά κλινικών μελετών που διεξάγει η MSD και παρουσιάστηκαν στο 51ο ετήσιο συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας - ASCO, που πραγματοποιήθηκε στο Σικάγο, μεταξύ 29 Μαΐου και 2 Ιουνίου. Τα στοιχεία αυτά είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τους ασθενείς που αντιμετωπίζουν προχωρημένους καρκίνους, που δεν ανταποκρίνονται στην τρέχουσα θεραπεία ή για τους οποίους η τρέχουσα θεραπεία δεν είναι κατάλληλη. Σε αρκετές μελέτες, επετεύχθη μείωση των όγκων και αρκετοί ασθενείς συνέχισαν να ανταποκρίνονται στη θεραπεία.
Τα αποτελέσματα αυτά έρχονται να ενισχύσουν το ευρύ και ταχύτατα αναπτυσσόμενο ανοσο ογκολογικό κλινικό πρόγραμμα ανάπτυξης του pembrolizumab, που διεξάγει η MSD. Μάλιστα, όπως δήλωσε και ο Α’ αντιπρόεδρος και επικεφαλής του παγκοσμίου τμήματος ανάπτυξης κλινικών μελετών των εργαστηρίων της MSD κ. Ρόι Μπάρνς, «…το εύρος και το βάθος των στοιχείων που παρουσιάστηκαν στο ASCO, ενισχύουν τη πιθανότητα της ευρείας κλινικής δραστηριότητας του pembrolizumab σε πολλαπλούς τύπους καρκίνου…», προσθέτοντας ότι «…στόχος μας είναι να βοηθάμε τους ανθρώπους με καρκίνο και τα στοιχεία αυτά μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα ποιοι ασθενείς μπορούν να ωφεληθούν περισσότερο από τις θεραπείες με παράγοντες anti PD-1…».
Πιο συγκεκριμένα, παρουσιάστηκαν αποτελέσματα της μελέτης Φάσης 1β KEYNOTE-028 που αξιολόγησε τη μονοθεραπεία pembrolizumab, σε περισσότερους από 450 ασθενείς με 20 διαφορετικούς τύπους καρκίνου. Ασθενείς με προχωρημένο μικροκυτταρικό καρκίνο των πνευμόνων, οι οποίοι είχαν λάβει προηγούμενες θεραπείες, έδειξαν συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης (επιβεβαιωμένο και μη) 35% (7 στους 20 ασθενείς). Ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο του οισοφάγου, έδειξαν συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης (επιβεβαιωμένο και μη) 30,4% (7 στους 23 ασθενείς). Η διάμεση διάρκεια ανταπόκρισης ήταν 40 εβδομάδες (0,1+ έως 40) με έξι από τις επτά ανταποκρίσεις να συνεχίζονται. Η μείωση των όγκων επετεύχθη στο 52,2% των αξιολογήσιμων ασθενών. Τέλος, ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο των ωοθηκών, έδειξαν συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης (επιβεβαιωμένο και μη) 11,5% (3 στους 26 ασθενείς). Στο 23% των αξιολογήσιμων ασθενών επετεύχθη μείωση των όγκων.
Αναφορικά με τον καρκίνο του παχέος εντέρου, παρουσιάστηκαν στοιχεία από την πρώτη μελέτη που αξιολογεί το συσχετισμό του οφέλους μιας ανοσοθεραπείας με την ανεπάρκεια επιδιόρθωσης λανθασμένων βάσεων του DNA (DNA Mismatch Repair ή MMR), μιας καλά στοιχειοθετημένης μορφής γενετικής αστάθειας σε πολλούς τύπους καρκίνου, που χαρακτηρίζεται από την απώλεια λειτουργικότητας του μονοπατιού επιδιόρθωσης των βλαβών αυτών. Αυτή η Φάσης 2 μελέτη, πραγματοποιήθηκε από ερευνητές του Κέντρου Καρκίνου Kimmel του νοσοκομείου John Hopkins, αξιολογώντας τη χρήση pembrolizumab σε 48 αξιολογήσιμους ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο του παχέος εντέρου και άλλους συμπαγείς όγκους, οι οποίοι είχαν λάβει προηγούμενες θεραπείες. Στην ομάδα των ασθενών με καρκίνο του παχέος εντέρου με ανεπάρκεια MMR, παρατηρήθηκε ποσοστό αντικειμενικής ανταπόκρισης στη θεραπεία της τάξεως του 62% (8 στους 13 ασθενείς). Το συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης ήταν 62% και το ποσοστό ελέγχου της ασθένειας ήταν 92%. Αντίθετα, στην ομάδα ασθενών με καρκίνο του παχέος εντέρου με επάρκεια MMR, δεν υπήρξε ανταπόκριση στη θεραπεία. Τα αποτελέσματα αυτά, εκτός από το ASCO, δημοσιεύθηκαν και στο περιοδικό New England Journal of Medicine.
Τέλος, αναφορικά με το καρκίνο κεφαλής και τραχήλου, παρουσιάστηκαν στοιχεία από τη μελέτη KEYNOTE-012. Η μελέτη Φάσης 1β, αξιολόγησε τη χορήγηση pembrolizumab ως μονοθεραπεία σε 132 ασθενείς με υποτροπιάζοντα ή μεταστατικό καρκίνο κεφαλής και τραχήλου ανεξαρτήτως της έκφρασης του anti PD-L1, οι οποίοι είχαν λάβει προηγουμένως άλλη θεραπεία. Τα αποτελέσματα σε αξιολογήσιμους ασθενείς, έδειξαν συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης (επιβεβαιωμένο και μη) 24,8% (29 στους 117 ασθενείς). Εξετάζοντας και το status του HPV, το συνολικό ποσοστό ανταπόκρισης ήταν παρόμοιο μεταξύ ασθενών θετικών και αρνητικών σε HPV (20,6% και 27,2% αντίστοιχα). Τα επιπλέον ευρήματα από την έρευνα ΚΕΥΝΟΤΕ -012 έδειξαν μειώσεις του όγκου σε ποσοστό 56% επί του συνόλου των αξιολογήσιμων ασθενών που είχαν μετρήσιμη νόσο μετά την αρχική αξιολόγηση (59 στους 106 ασθενείς). Κατά τον χρόνο της ανάλυσης, το 86% των ασθενών που ανταποκρίθηκαν συνέχισαν να ανταποκρίνονται στην αγωγή (n=25/29).