«Ακριβά» πληρώνει η χώρα μας την υπερβολική και ανεύθυνη χρήση των αντιβιοτικών από τους πολίτες και τη συχνά μη ορθή χορήγησή τους από τους γιατρούς. Εκτιμάται ότι κάθε χρόνο 1.000 Ελληνες ασθενείς χάνουν τη ζωή τους από τα τρία κύρια πολυανθεκτικά μικρόβια, κλεμπσιέλλα, ασινετομπάκτερ και ψευδομονάδες που απομονώνονται σε μεγάλο ποσοστό στα ελληνικά νοσοκομεία. Υπολογίζεται ότι στη χώρα μας περισσότερο από το 50% των περιστατικών λοιμώξεων από κλεμπσιέλλα, ασινετομπάκτερ και ψευδομονάδες οφείλεται σε μικρόβια που έχουν αναπτύξει αντοχή ακόμα και σε τελευταίας γενιάς αντιβιοτικά, γεγονός που περιορίζει σημαντικά τη φαρμακευτική «φαρέτρα» των γιατρών.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό, αφού όπως τόνισε χθες ο καθηγητής Παθολογίας-Λοιμώξεων της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Γιώργος Δάικος, «δεν υπάρχει νοσοκομείο, χώρα, σύστημα υγείας στον κόσμο που να μπορεί να ισχυριστεί ότι έχει λύση για την αντιμετώπιση των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων». Υπολογίζεται ότι παγκοσμίως 700.000 άτομα χάνουν κάθε χρόνο τη ζωή τους λόγω λοιμώξεων από πολυανθεκτικά μικρόβια και εκτιμάται ότι το 2050 ο αριθμός των θανάτων θα φτάσει τα 10.000.000 ετησίως. Η Ελλάδα είναι η πρωταθλήτρια χώρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε κατανάλωση αντιβιοτικών εκτός νοσοκομείου και σε κατανάλωση «κρίσιμων» για πολλές θεραπείες αντιβιοτικών (όπως καρβαπενέμες και πολυμυξίνες) εντός των νοσοκομείων.
Αλλωστε, σταθερά ένας στους δύο ενήλικες άνω των 18 ετών έχει λάβει κάποιο αντιβιοτικό στη διάρκεια του τελευταίου έτους, ένας στους πέντε έλαβε το 2015 αντιβιοτικό χωρίς συνταγή και ένας στους τρεις έχει «αποθηκεύσει» σπίτι του αντιβιοτικά. Σύμφωνα με τα στοιχεία πρόσφατης δημοσκόπησης (Νοέμβριος 2015) που πραγματοποιήθηκε για το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων και η οποία παρουσιάστηκε χθες από τον πρόεδρο του ΚΕΕΛΠΝΟ Αθανάσιο Γιαννόπουλο και τα μέλη της Επιτροπής για την Ορθολογική Χρήση των Αντιβιοτικών του ΚΕΕΛΠΝΟ (Ελένη Γιαμαρέλλου, Γ. Δάικος, Αννα Αντωνιάδου, Σωτήρης Τσιόδρας, Α. Αλεξάνδρου, Γ. Μαργαρίτη και Φ. Κοντοπίδου), το 47,4% των πολιτών δηλώνει ότι έχει λάβει αντιβιοτικό τον τελευταίο χρόνο, κυρίως για την αντιμετώπιση πυρετού, πονόλαιμου, ιγμορίτιδας ή λόγω παρουσίας ακροαστικών. Το ποσοστό αυτό είναι σταθερό τα τελευταία χρόνια (49,6% το 2013 και 47,8% το 2014), σε αντίθεση με το τι ισχύει για τα παιδιά, όπου το 2015 το 72,4% έλαβε αντιβιοτικό, έναντι 60% που ήταν πέρυσι και 56,8% πρόπερσι. Το ποσοστό δε όσων δηλώνουν ότι δεν προτίθενται να πάρουν αντιβιοτικά στο επόμενο επεισόδιο κρυολογήματος ή γρίπης μειώθηκε από 45% που ήταν πέρυσι σε 39% εφέτος.
Ως στατιστικά σημαντική χαρακτηρίζουν οι ειδικοί τη μείωση που καταγράφεται στο ποσοστό όσων λαμβάνουν αντιβιοτικό χωρίς ιατρική συνταγή. Το 2015 χωρίς συνταγή πήρε αντιβιοτικό το 19% των συμμετεχόντων στην έρευνα έναντι 24,2% το 2014 και 25,2% το 2013. Το 35% των ερωτηθέντων έχει στο σπίτι του αντιβιοτικό προκειμένου να το χρησιμοποιήσει σε ώρα ανάγκης, ενώ, αξίζει να σημειωθεί, ότι το 25,6% έχει παρουσιάσει παρενέργειες από τη λήψη αντιβιοτικού.