Αν και το long covid έχει μειωθεί σημαντικά, όπως εξάλλου και τα σοβαρά του συμπτώματα, η νόσος εξακολουθεί να υφίσταται κι έτσι η επιστημονική κοινότητα βρίσκεται σε αναζήτηση θεραπείας, με τα μηνύματα από την έρευνα να είναι ελπιδοφόρα, όπως αναφέρει σε συνέντευξή της στο Πρακτορείο FΜ και την Τάνια Μαντουβάλου, η παθολόγος-λοιμωξιολόγος, καθηγήτρια ΕΚΠΑ στην Γ’ Πανεπιστημιακή Παθολογική Κλινική του νοσοκομείου «Η Σωτηρία» και επιστημονικά υπεύθυνη του Post Covid Ιατρείου, Γαρυφαλλιά Πουλάκου.
Βαίνει μειούμενο το Long covid αλλά και τα σοβαρά του συμπτώματα
Οι προσελεύσεις για long covid-19 στα ιατρεία μας έχουν μειωθεί, αλλά δεν έχουν μηδενιστεί, αναφέρει σε άλλο σημείο της συνέντευξης της η κ. Πουλάκου: «Το εντυπωσιακό είναι ότι ένα μικρό ποσοστό από τους παλιούς ασθενείς μας, που απέκτησαν long covid από τις αρχικές παραλλαγές του κορονοϊού, υποφέρει ακόμα και μάλιστα, σε κάποιους επαναπυροδοτήθηκαν τα συμπτώματα, μετά από επόμενη νόσηση, με άλλες παραλλαγές.
Σίγουρα μετά την έλευση της Όμικρον, δεν βλέπουμε τόσο πολύ κόσμο να έχει σοβαρά συμπτώματα long covid, όπως στις αρχικές φάσεις. Παρόλα αυτά, τα συμπτώματα που παρατηρούμε στους ασθενείς που τώρα έρχονται, είναι κόπωση, μυαλγίες και αδυναμία συγκέντρωσης. Έχει μειωθεί αρκετά ο κόσμος που παραπονιόταν για συμπτώματα από το αναπνευστικό με βήχα και πόνους στο θώρακα».
Με την ίδια ένταση και τον επόμενο μήνα
Για το δυναμικό παρόν που ξαναδίνει ο κορονοϊός, η καθηγήτρια αναφέρει ότι τις τελευταίες 20 ημέρες διαπιστώνεται αύξηση των κρουσμάτων στην κοινότητα, καθώς σχεδόν κάθε σπίτι έχει τουλάχιστον ένα νοσούντα με covid. «Δεν ξέρουμε αν είναι η κορύφωση ακόμα. Η αίσθηση μου είναι ότι περίπου η ίδια ένταση θα διατηρηθεί και τον επόμενο μήνα. Ευτυχώς, στην πλειονότητα των περιστατικών, η νόσηση είναι ελαφρά. Και στο νοσοκομείο μας έχουν αυξηθεί πλέον οι εισαγωγές μας.
Οι κλίνες covid, που τους τελευταίους μήνες είχαν μειωθεί στο ελάχιστο, (υπήρχαν μόνο δύο κλινικές για κρεβάτια covid) τώρα είναι σχεδόν πλήρεις και από ό,τι φαίνεται δεν επαρκούν. Οπότε σιγά σιγά όλες οι κλινικές αρχίζουν και νοσηλεύουν και περιστατικά covid σε κάποιους θαλάμους τους, προκειμένου να καλυφθεί η αυξανόμενη ζήτηση. Υπάρχουν στο νοσοκομείο και σοβαρές περιπτώσεις και φυσικά, και κάποιες διασωληνώσεις με νοσηλεία στη ΜΕΘ».
Η υψηλή μεταδοτικότητα σχετίζεται με προηγούμενες νοσήσεις και το ιστορικό της υβριδικής ανοσίας
Όσον αφορά τη συμπτωματολογία των στελεχών FLiRT που τώρα κυκλοφορούν, η υπεύθυνη του post covid ιατρείου του Σωτηρία, επισημαίνει ότι δεν κάνουν σοβαρή νόσηση, με τα συμπτώματα να είναι τα συνήθη, (πονόλαιμος, μπούκωμα, λίγο πυρετός) και τα οποία περνούν εύκολα. «Ωστόσο υπάρχει μία μειονότητα των ανθρώπων, (κυρίως ευπαθείς και περισσότερο όσοι έχουν συννοσηρότητες του καρδιαγγειακού) που εκδηλώνουν σοβαρή νόσο, και στους οποίους βλέπουμε πνευμονίες, που βλέπαμε στην αρχική φάση της πανδημίας, με πολλά διηθήματα και ανάγκη οξυγόνου. Ευτυχώς, στους περισσότερους αυτή η ανάγκη δεν κρατάει για πολλές ημέρες. Βεβαίως, τώρα πια, έχουμε και καλύτερα θεραπευτικά όπλα στα χέρια μας».
Στο ερώτημα αν η μεταδοτικότητα των τωρινών στελεχών είναι πολύ αυξημένη, όπως περιγράφεται, η κ. Πουλάκου απαντά: «Αυτά τα στελέχη έχουν λίγο παρά πάνω μεταδοτικότητα. Όμως, βλέπουμε οικογένειες, (στις οποίες κατά τη φάση της επώασης δεν τηρούνται μέτρα) και νοσούν ένας ή δύο και όχι ολόκληρη η οικογένεια. Ως εκ τούτου και η ενδοοικογενειακή μετάδοση δεν ισχύει 100%». Κάτι που όπως εξηγεί η καθηγήτρια έχει να κάνει με τις προηγούμενες νοσήσεις και το ιστορικό της υβριδικής ανοσίας. Δηλαδή πόσα εμβόλια έχει κάνει ο καθένας και πόσο πρόσφατος είναι ο τελευταίος εμβολιασμός».
Το τρέχον εμβόλιο καλύπτει τις νέες παραλλαγές
Και το ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι αν η νόσηση κάθε φορά μπορεί να μοιάζει με την προηγούμενη, ή να είναι διαφορετική. Είτε πιο βαριά, είτε πιο ελαφριά. «Δεν υπάρχει κάποιος κανόνας. Δηλαδή κάποιος που νόσησε την προηγούμενη φορά βαριά, δεν σημαίνει ότι θα νοσήσει βαριά και την επόμενη. Κατά κανόνα όταν έχουμε περάσει πρόσφατα covid, η επόμενη νόσηση αν είναι χρονικά κοντά, είναι ελαφρύτερη, γιατί διαθέτουμε ένα βαθμό αντισωμάτων που μας παρέχουν μία μικρή προστασία, η οποία εξασθενεί μέσα στο εξάμηνο. Οι τελευταίες παραλλαγές που επικρατούν τα τελευταία δύο χρόνια με την Όμικρον είναι πιο ήπιες και δεν αναμένεται να δούμε σοβαρές νοσήσεις στους κατά τα άλλα υγιείς». Ανησυχείτε μήπως εμφανιστεί εκ νέου κάποιο πολύ «κακό» στέλεχος; Ή τα εμβόλια έχουν αποσοβήσει αυτό τον κίνδυνο, ερωτάται στη συνέχεια, η διακεκριμένη λοιμωξιολόγος.
«Κατά τη γνώμη μου αποκλιμακώνεται αυτός ο φόβος. Θα ήταν έκπληξη να ξεπηδήσει κάποιο στέλεχος, τόσο κακό όσο το αρχικό. Και σίγουρα ο εμβολιασμός καλύπτει τις υπάρχουσες παραλλαγές. Άρα, στις ευπαθείς ομάδες που εξακολουθούν να εμβολιάζονται, βάσει συστάσεων, φαίνεται ότι υπάρχει μία ικανοποιητική προστασία». Ωστόσο, υπάρχει και η επιστημονική άποψη ότι το τρέχον εμβόλιο δεν καλύπτει τα τωρινά στελέχη και μάλιστα, κάποιοι γιατροί συμβουλεύουν τον κόσμο να μην εμβολιαστεί τώρα, αλλά το φθινόπωρο με τα επικαιροποιημένα εμβόλια. Το επικαιροποιημένο εμβόλιο, δεν ξέρω κατά πόσο θα είναι πάρα πολύ διαφορετικό από το προηγούμενο, σχολιάζει η κ. Πουλάκου και συμπληρώνει: «Ο ΠΟΥ έχει ανακοινώσει ότι οι τρέχουσες παραλλαγές καλύπτονται σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό από το υπάρχον εμβόλιο. Άρα, οι άνθρωποι που ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες και παρέβλεψαν τον εμβολιασμό τους, εφόσον θα μπουν σε συνθήκες διακοπών, συγχρωτισμού κλπ, είναι προτιμότερο να εμβολιαστούν ακόμα και τώρα, λαμβάνοντας βέβαια υπόψιν ότι χρειάζονται 15 - 20 ημέρες για να αναπτυχθούν αντισώματα».