Το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, με τη συνεργασία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, παρουσίασε σήμερα σε ειδική συνέντευξη τύπου την έκδοση «Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2023», καθώς και τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης «Η συμβολή του κλάδου φαρμάκου στην ελληνική οικονομία».
Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, στην ετήσια έκθεση «Η Φαρμακευτική Αγορά στην Ελλάδα: Γεγονότα και Στοιχεία 2023» παρουσιάζονται τα κυριότερα στοιχεία και δεδομένα για τον κλάδο, οι εξελίξεις και οι τάσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη τόσο στον χώρο του φαρμάκου όσο και στο ευρύτερο οικοσύστημα της υγείας. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στις τρέχουσες κρίσιμες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος σήμερα, καθώς και στις προοπτικές που διαμορφώνονται στον ευρύτερο τομέα της υγείας το επόμενο διάστημα.
Στην έκθεση του 2023, αποτυπώνεται η προσπάθεια εξισορρόπησης της ελληνικής οικονομίας έπειτα από ένα κύκλο έντονων αναταράξεων λόγω της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, ενώ παραμένουν σημαντικές προκλήσεις αναφορικά με τον πληθωρισμό, τα δημοσιονομικά και το εμπορικό ισοζύγιο. Επιπλέον, η έκθεση επισημαίνει το κενό στη χρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης που προέρχεται από την περίοδο της οικονομικής κρίσης και την επιβολή δημοσιονομικών μέτρων.
Οι δαπάνες υγείας και φαρμάκου επηρεάζονται σε σημαντικό βαθμό τόσο από τη δυνατότητα χρηματοδότησης του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, όσο και από τις δημογραφικές εξελίξεις και την κατάσταση υγείας του πληθυσμού. Το προσδόκιμο επιβίωσης στην Ελλάδα επανήλθε το 2023 στο υψηλό επίπεδο των 81,6 ετών, έπειτα από τη μείωση λόγω της πανδημίας, πλησιάζοντας τον μέσο όρο της ΕΕ27. Ωστόσο, το 2022, το ποσοστό των ατόμων άνω των 65 ετών ανέρχεται στο 22,9% του συνολικού πληθυσμού, ενώ έως το 2070 αναμένεται να αυξηθεί σταδιακά στο 32,8%, οδηγώντας σε αυξημένες ανάγκες για δαπάνες υγείας και φαρμάκου λόγω της γήρανσης του πληθυσμού. Ταυτόχρονα, μειώνονται οι γεννήσεις, αυξάνονται οι θάνατοι και απομειώνεται σταδιακά ο ενεργός πληθυσμός. Επιπρόσθετα, το 2022, το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω με χρόνιο πρόβλημα υγείας παρουσιάζει αυξητική τάση, φτάνοντας το 25,5%, ενώ στην ηλικιακή κατηγορία άνω των 65 ετών αγγίζει το 60%.
Στον τομέα των δαπανών για φαρμακευτική κάλυψη, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη (εξωνοσοκομειακή και νοσοκομειακή) για το 2022 διαμορφώθηκε στα €6,2 δισεκ., σε σύγκριση με €5,6 δισεκ. το 2021, ενώ εκτιμάται ότι το 2023 η δαπάνη ανήλθε στα €7,1 δισεκ. Η δημόσια δαπάνη για το 2022 ήταν στα €2,7 δισεκ., με εκτίμηση για €2,8 δισεκ. το 2023, ενώ η συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας στη φαρμακευτική δαπάνη αυξήθηκε για το 2022 στα €2,9 δισεκ., και στα €3,5 δισεκ. το 2023 (εκτίμηση). Τα τελευταία δύο χρόνια, η συμμετοχή του κλάδου στη φαρμακευτική δαπάνη ξεπερνά εκείνη του Δημοσίου. Από το 2022 και μετά το κράτος έκανε ανακατανομή της δαπάνης στα τρία κανάλια διανομής (retail, ΦΥΚ και νοσοκομεία), με αποτέλεσμα μια άνιση ανακατανομή των υποχρεωτικών επιστροφών, ειδικά στα νοσοκομειακά φάρμακα και στα φάρμακα υψηλού κόστους. Για τα νοσοκομειακά φάρμακα το ποσοστό των επιστροφών το 2022 ανήλθε σε 70%, ενώ για το 2023 εκτιμάται στο 80%. Τέλος, η συμμετοχή των ασθενών αυξήθηκε το 2022 στα €698 εκατ. και στα €734 εκατ. το 2023.
Επιπλέον, λιγότερη φαρμακευτική καινοτομία φτάνει στους Έλληνες ασθενείς, καθώς από τα 167 νέα φάρμακα που εγκρίθηκαν κατά την περίοδο 2019–2022, μόλις τα 79 (47%) εισήχθησαν στην Ελλάδα, ενώ μόνο 43 από αυτά είναι σήμερα ευρέως διαθέσιμα στην ελληνική αγορά.
Η φαρμακοβιομηχανία, αποτελεί έναν από τους δυναμικότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, με ιδιαίτερη σημασία για το σύστημα υγείας, τους ασθενείς και την ελληνική οικονομία. Την περίοδο 1998-2023 διενεργήθηκαν 4.244 κλινικές μελέτες (2.500 ολοκληρωμένες) ανεξαρτήτου φάσης ή σταδίου. Οι απασχολούμενοι στον κλάδο φαρμακευτικών προϊόντων (παραγωγή και χονδρικό εμπόριο) είναι 32,1 χιλ. το 2023. Σημαντικός είναι και ο ρόλος του φαρμακευτικού κλάδου στο συνολικό εξωτερικό εμπόριο, καθώς οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων ανήλθαν το 2023 στα €2,8 δισεκ. και αντιστοιχούν στο 5,5% των συνολικών εξαγωγών αγαθών με κυριότερους εξαγωγικούς προορισμούς τη Γαλλία, τη Γερμανία και το Ην. Βασίλειο. Αντίστοιχα, οι εισαγωγές αποτελούν περίπου το 5,3% των συνολικών εισαγωγών της χώρας το 2023.
Σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ για το οικονομικό αποτύπωμα του κλάδου του φαρμάκου στην ελληνική οικονομία, η συνολική συνεισφορά του σε όρους ΑΕΠ εκτιμάται σε €6,5 δισεκ. (3,2% του ΑΕΠ) το 2022. Έτσι, για κάθε €1 προστιθέμενης αξίας των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του φαρμάκου, δημιουργούνται συνολικά €2,3 στην ελληνική οικονομία. Σε όρους απασχόλησης, η συνολική συνεισφορά εκτιμάται σε 118,9 χιλ. θέσεις εργασίας (ή 2,9% της συνολικής απασχόλησης). Δηλαδή, κάθε θέση εργασίας στον κλάδο του φαρμάκου υποστηρίζει 3,4 θέσεις πλήρους απασχόλησης συνολικά στην οικονομία. Τέλος, η επίδραση στα φορολογικά έσοδα από τη δραστηριότητα του κλάδου φαρμάκου εκτιμάται περίπου στα €1,8 δισεκ.