Την εφαρμογή των ηλεκτρονικών υπηρεσιών υγείας – σε συνδυασμό με την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή - υποστήριξε ως μια από τις πιο ενδεδειγμένες λύσεις για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας των ευρωπαϊκών συστημάτων υγείας, ο Διευθύνων Σύμβουλος της MSD Ελλάδoς κ. Haseeb Ahmad, κατά τη διάρκεια της παρουσίασής του στο πλαίσιο του τριήμερου συνεδρίου eHealth Forum.
Θέλοντας να δείξει στη πράξη πώς η χρήση της ψηφιακής τεχνολογίας μπορεί να υποστηρίξει τα εθνικά συστήματα υγείας του μέλλοντος, ο κ Ahmad παρουσίασε κάποια πιλοτικά προγράμματα που έχει εφαρμόσει η MSD στη Μεγάλη Βρετανία και την Ιταλία και τα οποία αναβάθμισαν τις υπηρεσίες υγείας προς τους ασθενείς, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα σημαντικές οικονομίες κλίμακος.
Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Ahmad παρουσίασε την πιλοτική εφαρμογή του προγράμματος Evidence in Practice (EiP) που δημιούργησε η MSD στη Μ. Βρετανία προκειμένου να παρέχει τη βέλτιστη φροντίδα σε διαβητικούς και καρδιοπαθείς ασθενείς, επιτυγχάνοντας παράλληλα εξοικονόμηση κόστους. Πιο συγκεκριμένα, η MSD σε συνεργασία με Πρωτοβάθμιες Υπηρεσίες Υγείας ανέλυσαν κλινικά δεδομένα, εφάρμοσαν τις κατευθυντήριες Οδηγίες και σχεδίασαν στοχευμένα προγράμματα αντιμετώπισης των ασθενειών, οδηγώντας σε καλύτερη ποιότητα ζωής και εξοικονόμηση υγειονομικών πόρων. Το πρόγραμμα εφαρμόστηκε σε επιλεγμένες μονάδες στη περιοχή του Greenwich της Μ.Β., επιφέροντας ετήσια μείωση 12% και 8% στον αριθμό των διαβητικών και των καρδιοπαθών αντίστοιχα, ενώ ύστερα από έρευνα των τοπικών αρχών απεδείχθη ότι αν το πρόγραμμα επεκτεινόταν σε όλους τους γενικούς παθολόγους της περιοχής, θα εξοικονομούνταν περίπου 1 εκατομμύριο δολάρια το χρόνο. Ταυτόχρονα, η εφαρμογή του προγράμματος αυτού θα μπορούσε να δώσει σε βάθος δεκαετίας, αύξηση του προσδόκιμου ζωής κατά 11,9% και αύξηση των Ετών Πλήρους Ποιότητας Ζωής (QALY) κατά 13,3%.
Κατόπιν ο κ. Ahmad παρουσίασε τα προγράμματα Closer Care και Doctor Plus, που εφαρμόζονται πιλοτικά σε Μεγάλη Βρετανία και Ιταλία και προβλέπουν τη χρήση τεχνολογιών παρακολούθησης του ασθενή εξ αποστάσεως. Στο πρόγραμμα αυτό, οι ασθενείς παίρνουν μόνοι τους μετρήσεις με διαγνωστικά όργανα, τα οποία συνδέονται με Bluetooth με μια βάση δεδομένων που βρίσκεται στο σπίτι τους και αυτόματα στέλνει τα δεδομένα αυτά στον διαχειριστή τους συστήματος. Ο διαχειριστής παρακολουθεί συστηματικά τους συμμετέχοντες ασθενείς αναφορικά τόσο με τη τήρηση του προγράμματος μετρήσεών τους όσο και της λήψης των θεραπειών τους. Σε περίπτωση ανησυχητικών αποτελεσμάτων από τις μετρήσεις, υπάρχει αυτόματη ειδοποίηση του θεράποντος γενικού παθολόγου, ενώ τα αποτελέσματα της θεραπείας αναλύονται ψηφιακά έτσι ώστε να βελτιστοποιείται συνεχώς ο τρόπος διαχείρισης των ασθενών. Τα προγράμματα αυτά αναμένεται να εφαρμοστούν και στη Γερμανία.
Τέλος ο κ. Ahmad αναφέρθηκε στη ψηφιακή πλατφόρμα Univadis της MSD, η οποία από το 2013 λειτουργεί και στα ελληνικά και απευθύνεται αποκλειστικά σε επαγγελματίες υγείας, προσφέροντάς τους εφαρμογές, εργαλεία, υπηρεσίες, εκπαιδευτικά σεμινάρια και πρόσβαση σε ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες, ενώ συνεργάζεται με τους πιο αξιόπιστους παρόχους ιατρικού περιεχομένου, όπως το BMJ Learning, το The Lancet και το JAMA Network. Όπως ανέφερε ο κ. Ahmad, το Univadis μπορεί να γίνει ο κοινός παρανομαστής για την εφαρμογή ηλεκτρονικών υπηρεσιών υγείας στην Ελλάδα.
Όπως τόνισε ο κ. Ahmad, για να εφαρμοστούν στη πράξη όλα αυτά τα πρωτοποριακά συστήματα και για να μπορούν τα εθνικά συστήματα υγείας να ανταποκριθούν στις σύγχρονες ανάγκες, απαιτείται η πλήρης δέσμευση όλων των εταίρων του χώρου της υγείας. Η μέχρι στιγμής εμπειρία από την εφαρμογή των παραπάνω πιλοτικών προγραμμάτων έδειξε ότι η δέσμευση αυτή ήταν και το μεγαλύτερο πρόβλημα που συναντήθηκε. Η έλλειψη συντονισμού, τα αντικρουόμενα συμφέροντα, η αντίσταση του συστήματος στις αλλαγές και άλλα προβλήματα που πάντα συναντώνται όταν υπάρχει η προσπάθεια να εφαρμοστεί η πρωτοπορία, αποτελούν τη μεγαλύτερη τροχοπέδη.
Κλείνοντας, ο κ. Ahmad ανέφερε ότι πρέπει να υπάρξει δέσμευση για μαζική υιοθέτηση των ψηφιακών τεχνολογιών από όλους τους εμπλεκόμενους του χώρου της υγείας – συμπεριλαμβανομένων και των ασθενών - για να υπάρξει βιώσιμη λύση για τα εθνικά συστήματα υγείας κι αυτό «όχι για να αντιμετωπιστεί η οικονομική κρίση που έβαλε σε δοκιμασία τους πάντες και τα πάντα, αλλά για να υπάρξει μια ανθεκτική και βιώσιμη λύση που θα κληροδοτήσουμε στη νέα γενιά».