«Η απερχόμενη ηγεσία του Υπουργείου Υγείας και πρωταρχικά ο καθ’ ύλην αρμόδιος για τον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. Υφυπουργός κ. Αντ. Μπέζας, διέπρατταν το ένα λάθος μετά το άλλο», επισημαίνει ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ιατρικών Διαγνωστικών Κέντρων, «συνεχίζοντας το καταστροφικό έργο που ξεκίνησαν τον περσινό Ιούλιο με την ψήφιση του άρθρου 100 του Ν.4172, που αφορά το μέτρο της αυτόματης επιστροφής δαπανών (claw back) στους παρόχους υπηρεσιών υγείας, ένα μέτρο το οποίο διεθνώς εφαρμόζεται μόνο σε πωλήσεις προϊόντων, γιατί συναρτά την επιστροφή χρημάτων από την επίτευξη ή όχι του συμφωνημένου αριθμού πωλήσεων του προϊόντος».
«Επιπλέον», προσθέτει ο Σύνδεσμος, «η λανθασμένη εφαρμογή αυτού του μέτρου το 2013, οδηγεί αργά αλλά σταθερά τους έντιμους και ευσυνείδητους παρόχους στην χρεοκοπία, ενώ δίνει άφεση αμαρτιών στους παρόχους εκείνους οι οποίοι έκαναν αδικαιολόγητα μεγάλες υπερβάσεις την συγκεκριμένη χρονική περίοδο σε σχέση με το 2012, οι οποίες ξεκινούν από 30% και σε αρκετές περιπτώσεις ξεπερνούν και το 100%, αφού κατά μέσον όρο η αύξηση του τζίρου τους με στοιχεία του Ε.Ο.Π.Υ.Υ., στα μεμονωμένα μικροβιολογικά και ακτινολογικά εργαστήρια είναι της τάξεως του 56,6%, στους κλινικοεργαστηριακούς ιατρούς είναι 58,9%, ενώ στα διαγνωστικά κέντρα ο μέσος όρος αύξησης είναι μόνο 33,9% για το α’ εξάμηνο του 2013, όταν την ίδια αυτή χρονική περίοδο λειτουργούσαν ακόμη τα εργαστηριακά τμήματα των περιφερειακών ιατρείων του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. (πρώην πολυϊατρεία του Ι.Κ.Α.).
Η επιβολή το 2013 της αυτόματης επιστροφής δαπανών (βαρβαριστί claw back, δηλαδή «αρπάζω πίσω» σε ακριβή μετάφραση) σε όλους ανεξαιρέτως τους παρόχους και μάλιστα αναδρομικά και αυθαίρετα, συνεχίζεται και το τρέχον έτος (2014), όταν μάλιστα από τον Δεκέμβριο της χρονιάς που πέρασε δεν λειτουργούν καθόλου ή λειτουργούν υποτυπωδώς ελάχιστα εργαστηριακά τμήματα στο Π.Ε.Δ.Υ. (Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας), με αποτέλεσμα όλοι οι ασφαλισμένοι του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. να απευθύνονται στους ιδιώτες παρόχους Π.Φ.Υ., αφού στα εργαστήρια των Δημοσίων Νοσοκομείων η αναμονή για εξωτερικούς ασθενείς, ακόμα και για μία απλή διαγνωστική εξέταση, είναι τουλάχιστον έξι μήνες.
Στη συνέχεια ο απερχόμενος Υφυπουργός Υγείας πιεζόμενος από ιδιοτελείς συντεχνίες, ήθελε να επιβάλλει το ισοπεδωτικό και αντιδημοκρατικό μέτρο του plafond ανά πάροχο, καταπατώντας βάναυσα αφ’ ενός το δικαίωμα των ασφαλισμένων για ελεύθερη επιλογή ιατρού και εργαστηρίου και αφετέρου το κίνητρο του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των παρόχων για αξιόπιστες και ποιοτικές υπηρεσίες υγείας, ενώ για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις από το ανοσιούργημα που αυταρχικά και ξεδιάντροπα ήθελε να επιβάλλει στους παρόχους υγείας, δηλαδή την παροχή υπηρεσιών υγείας στους ασφαλισμένους του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. χωρίς όμως να αποζημιώνει σχεδόν το 50% αυτών των υπηρεσιών, πρότεινε το καταστροφικό αυτό μέτρο να ισχύει για τις τρεις πρώτες εβδομάδες κάθε μήνα, απελευθερώνοντας τους παρόχους από την υποχρέωση των δωρεάν εξετάσεων μόνο την τελευταία εβδομάδα του μήνα, εξευτελίζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο ασφαλισμένους και παρόχους, αφού οι μεν ασφαλισμένοι θα προσπαθούν με αγωνία να πραγματοποιήσουν τις εξετάσεις τους την πρώτη χρονική περίοδο πληρώνοντας μόνο τη συμμετοχή του 15% στο κόστος των εξετάσεων, οι δε πάροχοι θα προσπαθούν να κρύβονται μετά τις πρώτες ημέρες του ίδιου διαστήματος για να μην χρεώνονται εξετάσεις τις οποίες ο Οργανισμός δεν θα αποζημιώσει, λόγω του κλειστού άκρως ελλειμματικού προϋπολογισμού έτους 2014 που έχει δημοσιεύσει.
Αποτέλεσμα της παραπάνω πολιτικής που εφάρμοζε η απερχόμενη ηγεσία του Υπουργείου Υγείας και ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ., είναι η σταδιακή υπερχρέωση των ιδιωτικών μονάδων υγείας οι οποίες συνεργάζονται με τον Οργανισμό, με την βέβαιη κατάληξη στην χρεοκοπία και στην οικονομική καταστροφή όλων των έντιμων και ευσυνείδητων παρόχων, με τραγικές συνέπειες για τα εκατομμύρια των ασφαλισμένων πολιτών οι οποίοι δεν θα μπορούν να διενεργήσουν εγκαίρως τις διαγνωστικές, για την υγεία τους, εξετάσεις.
Καταλήγοντας, η απερχόμενη ηγεσία του Υπουργείου Υγείας είτε ενεργούσε συνειδητά είτε ασυνείδητα, ήταν πολύ επικίνδυνη και για την προσωπική υγεία των ασφαλισμένων και για την επαγγελματική υγεία των παρόχων. Ελπίζουμε η νέα ηγεσία του Υπουργείου Υγείας να διορθώσει τα λάθη αυτά» καταλήγει η ανακοίνωση.