Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) ενέκρινε χθες τους ελεγχθέντες ετήσιους λογαριασμούς της ΕΚΤ για τη χρήση που έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2014.
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να μεταφέρει στις 31 Δεκεμβρίου 2014 ποσό ύψους 15 εκατ. ευρώ (2013: 0,4 εκατ. ευρώ) στην πρόβλεψη έναντι κινδύνων, με αποτέλεσμα αυτή να αυξηθεί και να διαμορφωθεί στο όριο ύψους 7.575 εκατ. ευρώ τη συγκεκριμένη ημερομηνία.
Η πρόβλεψη έναντι κινδύνων προορίζεται για την κάλυψη κινδύνου συναλλάγματος, κινδύνου επιτοκίου, πιστωτικού κινδύνου και κινδύνου τιμής χρυσού. Οι κίνδυνοι αυτοί παρακολουθούνται σε συνεχή βάση. Το ύψος της πρόβλεψης επανεξετάζεται ετησίως.
Έπειτα από τη μεταφορά στην πρόβλεψη έναντι κινδύνων, τα καθαρά κέρδη της ΕΚΤ για το 2014 διαμορφώθηκαν σε 989 εκατ. ευρώ (2013: 1.440 εκατ. ευρώ). Η μείωση οφείλεται κυρίως στα εξής: α) τη μείωση των τόκων-εσόδων επί των τραπεζογραμματίων ως αποτέλεσμα του χαμηλότερου μέσου επιτοκίου των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης, β) τη μείωση των καθαρών τόκων-εσόδων από το Πρόγραμμα για τις Αγορές Τίτλων λόγω εξοφλήσεων και γ) την αύξηση των λειτουργικών δαπανών, κυρίως λόγω του κόστους που συνδέεται με την ίδρυση του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ).
Κατόπιν σχετικής απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου πραγματοποιήθηκε ενδιάμεση διανομή κερδών ύψους 841 εκατ. ευρώ προς τις εθνικές κεντρικές τράπεζες (ΕθνΚΤ) της ζώνης του ευρώ στις 30 Ιανουαρίου 2015. Κατά τη χθεσινή του συνεδρίαση το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να διανείμει τα εναπομένοντα κέρδη ύψους 148 εκατ. ευρώ στις ΕθνΚΤ της ζώνης του ευρώ στις 20 Φεβρουαρίου 2015.
Τα έσοδα της ΕΚΤ προέρχονται κυρίως από την επένδυση των συναλλαγματικών της διαθεσίμων και του χαρτοφυλακίου ιδίων κεφαλαίων της, από τόκους-έσοδα επί του μεριδίου της (8%) στο σύνολο των κυκλοφορούντων τραπεζογραμματίων ευρώ και, τα τελευταία έτη, από καθαρούς τόκους-έσοδα από τίτλους που αποκτήθηκαν για τους σκοπούς της νομισματικής πολιτικής.
Το 2014 οι καθαροί τόκοι-έσοδα ανήλθαν συνολικά σε 1.536 εκατ. ευρώ (2013: 2.005 εκατ. ευρώ). Περιλάμβαναν τόκους-έσοδα ύψους 126 εκατ. ευρώ επί του μεριδίου της ΕΚΤ στο σύνολο των κυκλοφορούντων τραπεζογραμματίων ευρώ (2013: 406 εκατ. ευρώ) και καθαρούς τόκους-έσοδα ύψους 728 εκατ. ευρώ (2013: 962 εκατ. ευρώ) από τίτλους που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του Προγράμματος για τις Αγορές Τίτλων, εκ των οποίων 298 εκατ. ευρώ (2013: 437 εκατ. ευρώ) από ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου που διακρατεί η ΕΚΤ στο πλαίσιο του ως άνω προγράμματος. Περιλάμβαναν επίσης καθαρούς τόκους-έσοδα ύψους 174 εκατ. ευρώ (2013: 204 εκατ. ευρώ) από τίτλους που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο των τριών προγραμμάτων αγοράς καλυμμένων ομολογιών και 1 εκατ. ευρώ από τίτλους που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς τίτλων εκδοθέντων έναντι περιουσιακών στοιχείων.
Η ΕΚΤ κατέβαλε τόκους ύψους 57 εκατ. ευρώ (2013: 192 εκατ. ευρώ) στις ΕθνΚΤ επί των απαιτήσεών τους σε σχέση με τα συναλλαγματικά διαθέσιμα που της μεταβίβασαν, ενώ οι τόκοι-έσοδα επί των συναλλαγματικών διαθεσίμων ανήλθαν σε 217 εκατ. ευρώ (2013: 187 εκατ. ευρώ).
Τα πραγματοποιηθέντα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις ανήλθαν σε 57 εκατ. ευρώ (2013: 52 εκατ. ευρώ).
Οι αποσβέσεις ανήλθαν σε 8 εκατ. ευρώ το 2014 (2013: 115 εκατ. ευρώ). Η σημαντική μείωση των αποσβέσεων το 2014 οφείλεται κυρίως στη συνολική αύξηση της αγοραίας αξίας των τίτλων που διακρατούνται τόσο στο χαρτοφυλάκιο δολαρίων ΗΠΑ όσο και στο χαρτοφυλάκιο ιδίων κεφαλαίων της ΕΚΤ.
Οι διοικητικές δαπάνες της ΕΚΤ περιλαμβάνουν δαπάνες προσωπικού και όλες τις υπόλοιπες διοικητικές δαπάνες. Το 2014 οι δαπάνες προσωπικού αυξήθηκαν σε 301 εκατ. ευρώ (2013: 241 εκατ. ευρώ) λόγω της σταδιακής αύξησης του αριθμού των μελών του προσωπικού της ΕΚΤ στη διάρκεια του έτους, η οποία οφειλόταν στην προετοιμασία για την έναρξη λειτουργίας του ΕΕΜ τον Νοέμβριο του 2014. Οι δαπάνες που σχετίζονται με τον ΕΕΜ και οι οποίες πραγματοποιήθηκαν τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 2014 ανήλθαν σε 30 εκατ. ευρώ. Το ποσό αυτό θα τιμολογηθεί το 2015, αλλά καταγράφεται στα αποτελέσματα χρήσης της ΕΚΤ για το 2014 ως έσοδα από αμοιβές, σε δεδουλευμένη βάση.
Οι λοιπές διοικητικές δαπάνες, οι οποίες περιλαμβάνουν μισθώματα κτιρίων, αμοιβές εξωτερικών συνεργατών και δαπάνες για άλλα αγαθά και υπηρεσίες, ανήλθαν σε 376 εκατ. ευρώ το 2014 (2013: 287 εκατ. ευρώ). Το μεγαλύτερο μέρος των δαπανών που συνδέονται με την κατασκευή των νέων κτιριακών εγκαταστάσεων της ΕΚΤ έχουν κεφαλαιοποιηθεί και δεν περιλαμβάνονται στο στοιχείο αυτό. Αφού ολοκληρώθηκε η μετεγκατάσταση της ΕΚΤ τον Νοέμβριο του 2014, οι κεφαλαιοποιημένες δαπάνες που είχαν πραγματοποιηθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή μεταφέρθηκαν από το στοιχείο «Πάγια υπό κατασκευή» στις αντίστοιχες κατηγορίες πάγιων στοιχείων ενεργητικού. Η απόσβεση των νέων κτιριακών εγκαταστάσεων της ΕΚΤ άρχισε τον Ιανουάριο του 2015, σύμφωνα με την πολιτική αποσβέσεων που εφαρμόζει η ΕΚΤ κανονικά.
Το συνολικό μέγεθος του ισολογισμού της ΕΚΤ το 2014 αυξήθηκε κατά 11 δισεκ. ευρώ σε 185 δισεκ. ευρώ (2013: 174 δισεκ. ευρώ). Η αύξηση αυτή οφειλόταν κυρίως στην ανατίμηση των συναλλαγματικών διαθεσίμων και του χρυσού που διακρατεί η ΕΚΤ, καθώς και στην αύξηση των τραπεζογραμματίων σε κυκλοφορία.
Ο ενοποιημένος ισολογισμός του Ευρωσυστήματος ανήλθε σε 2.208 δισεκ. ευρώ στο τέλος του 2014, έναντι 2.273 δισεκ. ευρώ το 2013. Το συνολικό παθητικό μειώθηκε, κυρίως λόγω της διακοπής της εβδομαδιαίας πράξης απορρόφησης της ρευστότητας που δημιουργήθηκε στο πλαίσιο του Προγράμματος για τις Αγορές Τίτλων, με αποτέλεσμα τη μείωση των «καταθέσεων καθορισμένης διάρκειας». Το συνολικό ενεργητικό μειώθηκε, κυρίως λόγω των πρόωρων αποπληρωμών εκ μέρους αντισυμβαλλομένων των ποσών που τους είχαν κατανεμηθεί στο πλαίσιο των δύο πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης διάρκειας τριών ετών.
Οι τίτλοι που διακρατεί το Ευρωσύστημα για τους σκοπούς της νομισματικής πολιτικής μειώθηκαν κατά 19 δισεκ. ευρώ σε 217 δισεκ. ευρώ (2013: 236 δισεκ. ευρώ). Οι τίτλοι που διακρατούνται στο πλαίσιο του Προγράμματος για τις Αγορές Τίτλων μειώθηκαν κατά 34,5 δισεκ. ευρώ λόγω εξοφλήσεων. Η μείωση αυτή αντισταθμίστηκε εν μέρει από την απόκτηση τίτλων στο πλαίσιο του τρίτου προγράμματος αγοράς καλυμμένων ομολογιών και του προγράμματος αγοράς τίτλων εκδοθέντων έναντι περιουσιακών στοιχείων, τα οποία ξεκίνησαν στα τέλη του 2014 και ανέρχονταν σε 31,3 δισεκ. ευρώ στο τέλος του έτους.