Η πτώση της λίρας και η αύξηση του κόστους δανεισμού της Τουρκίας είναι πιθανό να ωθήσουν την τουρκική οικονομία σε τεχνική ύφεση το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, σημειώνει η Capital Economics σε νέο σημείωμα.
Ωστόσο, τα προβλήματα που έχουν δημιουργηθεί στον τραπεζικό κλάδο κατά την πρόσφατη πιστωτική "έκρηξη" θα μπορούσαν να μετατρέψουν την ύφεση σε σοβαρότερη κρίση.
H Capital Economics επισημαίνει πως τρία είναι τα τρωτά σημεία του τραπεζικού κλάδου της Τουρκίας. Το πρώτο είναι η τεράστια κλίμακα της πιστωτικής έκρηξης. Ο δείκτης πίστωσης προς ΑΕΠ του ιδιωτικού τομέα της Τουρκίας έχει αυξηθεί κατά 45% τα τελευταία 15 χρόνια. Συνήθως, οι πιστωτικές αναταράξεις της κλίμακας αυτής οδηγούν σε επιδείνωση της ποιότητας του δανεισμού και στη μετέπειτα άνοδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Βεβαίως, ο επίσημος δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Τουρκία είναι χαμηλός και σταθερός, περίπου στο 3% των συνολικών δανείων, εδώ και αρκετό χρονικό διάστημα. Και, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Capital Economics ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων θα πρέπει να αυξηθεί σε περίπου 12% για να μειωθεί ο συνολικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας του τραπεζικού κλάδου κάτω από το ρυθμιστικό ελάχιστο όριο του 8%.
Ωστόσο, υπάρχουν ήδη ενδείξεις ότι οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται να εξοφλήσουν τα χρέη τους και οι τράπεζες προσπαθούν να τα αναδιαρθρώσουν. Επιπλέον, η άνοδος του κόστους δανεισμού και η πιθανή επιδείνωση της οικονομίας μπορεί να προκαλέσουν δυσκολίες στην εξυπηρέτηση του χρέους. Ορισμένες τράπεζες ενδέχεται να είναι πιο ευάλωτες από ό,τι σε άλλες χώρες στο να αντιμετωπίσουν τα επισφαλή δάνεια και οι αυξανόμενες αθετήσεις ενδέχεται να οδηγήσουν σε συσσώρευση κινδύνου αντισυμβαλλομένου.
Η δεύτερη ανησυχία είναι ότι ένα σημαντικό μέρος (πάνω από το ένα τρίτο) των τραπεζικών δανείων είναι σε ξένα νομίσματα. Τα καλά νέα είναι ότι αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα για τα νοικοκυριά, τα οποία αποτέλεσαν πηγή προηγούμενων κρίσεων χρέους σε ξένο νόμισμα (π.χ. Ουγγαρία το 2008). Τα χρέη σε ξένο νόμισμα ανήκουν σε επιχειρήσεις, οι οποίες θα πρέπει να είναι σε θέση να αντισταθμίζουν καλύτερα τους συναλλαγματικούς κινδύνους.
Ωστόσο, δεν έχουν όλες οι εταιρείες εισοδηματικές ροές εκφρασμένες σε ξένα νομίσματα. Οι προηγούμενες εκτιμήσεις του ΔΝΤ υποδηλώνουν ότι σημαντικό μερίδιο των εγχώριων δανείων σε ξένο νόμισμα έχουν οι εταιρείες του τομέα των κατασκευών, της ακίνητης περιουσίας και της ενέργειας, των οποίων τα έσοδα είναι πιθανώς σε λίρες. Επιπλέον, η κλίμακα της πρόσφατης πτώσης της λίρας ήταν μεγαλύτερη από οποιαδήποτε άλλη στιγμή από την περίοδο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.
Τρίτον, μεγάλο μέρος της πρόσφατης πιστωτικής έκρηξης χρηματοδοτήθηκε με δανεισμό από ξένες αγορές. Μέχρι το 2011, οι τράπεζες ήταν σε θέση να χρηματοδοτήσουν τα δάνειά τους εξ ολοκλήρου από εγχώριες καταθέσεις, οι οποίες τείνουν να είναι μια σχετικά σταθερή μορφή χρηματοδότησης. Ωστόσο, η αύξηση των χορηγήσεων ξεπέρασε την αύξηση των καταθέσεων, με αποτέλεσμα οι τράπεζες να δανειστούν από το εξωτερικό για να χρηματοδοτήσουν την εγχώρια δανειοδότηση. Η Capital Economics εκτιμά ότι από το 2010 έτσι χρηματοδοτήθηκε περίπου το 30% των νέων δανείων. Σε αυτό το πλαίσιο, τα δάνεια των τραπεζών υπερβαίνουν σήμερα το μέγεθος των καταθέσεων κατά περίπου 20%. Οι τουρκικές τράπεζες έχουν τώρα ένα μεγάλο βραχυπρόθεσμο εξωτερικό χρέος - το οποίο αντιστοιχεί περίπου στο 12% του ΑΕΠ - που θα πρέπει να μετακυλιστεί. Αν όμως η ξένη χρηματοδότηση "στεγνώσει", τότε θα ξεσπάσει πιστωτική κρίση.
Πηγή: Capital.gr