Η απόφαση του βρετανικού λαού για αποχώρηση της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ενωση έχει ήδη κοστίσει στη βρετανική οικονομία 90,5 δισ. ευρώ ή 905 εκατ. ευρώ την εβδομάδα σε απώλεια ΑΕΠ, σύμφωνα με τον Χέρτιαν Βλίχε, μέλος της επιτροπής της Τράπεζας της Αγγλίας, που καθορίζει το επίπεδο των επιτοκίων δανεισμού. Καθώς απομένει περίπου ενάμισης μήνας μέχρι τις 29 Μαρτίου, οπότε προβλέπεται να αποχωρήσει επίσημα η Βρετανία από την Ενωση, ο Βλίχε προειδοποίησε χθες πως στην (όλο και πιο πιθανή) περίπτωση που δεν θα επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών και υπάρξει το λεγόμενο «σκληρό Brexit», τότε ενδέχεται η κεντρική τράπεζα να αναγκαστεί να μειώσει δραστικά τα επιτόκια δανεισμού για να υποστηρίξει την οικονομία. Φυσικά το κόστος για τη Βρετανία θα αυξηθεί πολύ περισσότερο σε αυτό το απευκταίο ενδεχόμενο.
Η βρετανική οικονομία έχει χάσει περίπου το 2% του ΑΕΠ της από τον Ιούνιο του 2016 μέχρι σήμερα, σε σύγκριση με τον μακροπρόθεσμο μέσον όρο της ανάπτυξης που προβλεπόταν εάν δεν μεσολαβούσαν σημαντικά οικονομικά γεγονότα. Κατά τον Βλίχε, η επιβράδυνση του ΑΕΠ και οι χαμένες επενδύσεις που καταγράφονται μετά τον Ιούνιο του 2016 εξαιτίας της αβεβαιότητας που έχει προκαλέσει το Brexit, ανέρχονται στα 45,2 δισ. ευρώ τον χρόνο ή περίπου 905 εκατ. ευρώ την εβδομάδα. Αυτό το διάστημα έχει καταγραφεί επιβράδυνση της βρετανικής οικονομίας, ενώ η παγκόσμια οικονομία κατέγραφε το 2017 τον υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης από την εποχή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Tο ψέμα
Κατά τον Βρετανό κεντρικό τραπεζίτη, το εβδομαδιαίο κόστος που υφίσταται η βρετανική οικονομία είναι υπερδιπλάσιο του ποσού των 396 εκατ. ευρώ (350 εκατ. λίρες) που υποστήριζε η καμπάνια υπέρ της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ενωση ότι θα εξοικονομούσε η χώρα διότι πλέον δεν θα συνεισέφερε στον προϋπολογισμό της Ε.Ε. Το σύνθημα πως η Βρετανία θα εξοικονομούσε 350 εκατ. λίρες την εβδομάδα, τα οποία υποτίθεται θα διέθετε για την οικονομική ενίσχυση του βρετανικού εθνικού συστήματος υγείας (NHS) είχε γίνει το επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης στη Βρετανία λίγο πριν από το δημοψήφισμα. Στα δυόμισι χρόνια που μεσολάβησαν από το δημοψήφισμα, οι επενδύσεις εταιρειών στη Βρετανία είναι σχεδόν μηδενικές, ενώ υποχώρησαν κατά 3,7% το 2018. Την ίδια χρονική περίοδο οι επενδύσεις στις χώρες του G7 αυξάνονταν με ετήσιο ρυθμό 6%. «Είναι πολύ ασυνήθιστο οι επενδύσεις να συρρικνώνονται τόσο πολύ όταν ο υπόλοιπος κόσμος τα πήγαινε σε γενικές γραμμές καλά, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα», είπε χθες ο Βλίχε. Παράλληλα, το μεσοδιάστημα αυτό καταγράφηκε επιβράδυνση και της κατανάλωσης των βρετανικών νοικοκυριών εξαιτίας της ανόδου του πληθωρισμού που προκλήθηκε από την έντονη εξασθένηση της ισοτιμίας της λίρας στερλίνας τους μήνες μετά το δημοψήφισμα. «Με βάση όσα έγιναν στον υπόλοιπο κόσμο θα περίμενε κανείς να έχει επιταχυνθεί η ανάπτυξη της βρετανικής οικονομίας, αλλά στην πραγματικότητα επιβραδύνθηκε», παρατήρησε ο Βλίχε.
Δυσοίωνες προβλέψεις
Πολλοί υποστηρικτές της αποχώρησης της Βρετανίας από την Ε.Ε. κατηγορούν την κυβέρνηση Κάμερον και την Τράπεζα της Αγγλίας πως με τις δυσοίωνες προβλέψεις για τις οικονομικές επιπτώσεις του Brexit προσπαθούσαν να τρομοκρατήσουν τον λαό ώστε να μην ψηφίσει υπέρ του Brexit. Πράγματι, δεν σημειώθηκε ύφεση της βρετανικής οικονομίας μετά το δημοψήφισμα. Ωστόσο, στην ουσία το Brexit δεν έχει συμβεί ακόμη. Ενισχύεται, μάλιστα, το ενδεχόμενο να υπάρξει σκληρό Brexit στις 29 Μαρτίου, με συνέπειες πολύ πιο σοβαρές πρωτίστως για τη Βρετανία και δευτερευόντως για την Ε.Ε.
Η Τράπεζα της Αγγλίας προβλέπει πως, σε αυτή την περίπτωση, το βρετανικό ΑΕΠ ενδέχεται να συρρικνωθεί μέχρι και κατά 8% εντός ενός έτους, διότι η χώρα θα χάσει την απρόσκοπτη πρόσβαση στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά, που απορροφά το 48% των εξαγωγών της. Βέβαια, οι βρετανικές εξαγωγές προϊόντων δεν θα διακοπούν, ωστόσο θα επιβληθούν πολύ υψηλότεροι δασμοί και θα υπάρχουν γραφειοκρατικές και κανονιστικές διαδικασίες που θα προκαλέσουν μεγάλες καθυστερήσεις. Οι δε τιμές των βρετανικών ακινήτων προβλέπεται ότι θα μπορούσαν να υποχωρήσουν μέχρι και 30%.
Πηγή: kathimerini.gr