Η Κίνα επανέλαβε ότι θα εφαρμόσει μέτρα αντιποίνων, λίγη ώρα αφότου τέθηκαν σε ισχύ οι νέοι, επιπρόσθετοι τελωνειακοί δασμοί των ΗΠΑ σε κινεζικά εισαγόμενα προϊόντα.
Τα μεσάνυχτα ώρα Ουάσινγκτον (07:01 ώρα Ελλάδας), η αμερικανική κυβέρνηση αύξησε από το 10% στο 25% τους τελωνειακούς δασμούς σε προϊόντα αξίας 200 δισεκ. δολαρίων που εξάγονται από την Κίνα στις ΗΠΑ.
Η αύξηση είχε ανασταλεί τον Ιανουάριο από τον Ντόναλντ Τραμπ, καθώς ο Αμερικανός Πρόεδρος προτίμησε να γίνουν σε κλίμα ηρεμίας οι διαπραγματεύσεις των δύο πλευρών για το εμπόριο. Οι δύο μεγάλες δυνάμεις ενεπλάκησαν από πέρυσι σε εμπορικό πόλεμο που απειλεί την παγκόσμια οικονομία.
Ο Ρεπουμπλικάνος αποφάσισε όμως εντέλει να εφαρμόσει τους δασμούς, υποστηρίζοντας ότι οι διαπραγματεύσεις δεν προχωρούν με αρκετά ταχύ ρυθμό, αμφισβητώντας την καλοπιστία των Κινέζων διαπραγματευτών και κατηγορώντας το Πεκίνο ότι αθετεί δεσμεύσεις του.
«Η Κίνα λυπάται βαθιά» όμως «δεν έχει άλλη καμία επιλογή παρά να λάβει μέτρα ανταπόδοσης», ανέφερε το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου. Δεν διευκρίνισε ποια θα είναι τα μέτρα.
Παρά την επιβολή των δασμών, οι δύο πλευρές συνεχίζουν σήμερα -- επιβεβαίωσε ο Λευκός Οίκος αργά το βράδυ -- τις διαπραγματεύσεις για να κλειστεί συνολική συμφωνία για το εμπόριο.
Οι διαπραγματεύσεις ξανάρχισαν χθες σε κλίμα σχετικής ηρεμίας, με τον Τραμπ να εκτιμά ότι είναι πάντα «εφικτή» η επίτευξη συμφωνίας αυτή την εβδομάδα και να δηλώνει ότι έλαβε μια «όμορφη επιστολή» από τον Κινέζο ομόλογό του -- χωρίς να αποκαλύψει το περιεχόμενό της.
Η πίεση στους ώμους των διαπραγματευτών είναι τεράστια. Η συζήτηση αφορά την αποκατάσταση της εμπορικής σχέσης των δύο ισχυρότερων οικονομιών του κόσμου, που διεκδικούν την κυριαρχία στις τεχνολογίες του μέλλοντος.
Η κυβέρνηση Τραμπ απαιτεί από το Πεκίνο μείωση του τεράστιου αμερικανικού ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών εμπορικών συναλλαγών, «διαρθρωτικές αλλαγές», τον τερματισμό της «εξαναγκαστικής» μεταφοράς τεχνολογιών, την προστασία της αμερικανικής πνευματικής ιδιοκτησίας. Ακόμη, απαιτεί να τερματιστούν οι μεγάλες επιδοτήσεις στις κρατικές εταιρείες, όπως αυτές που προβλέπει το στρατηγικό σχέδιο της κινεζικής κυβέρνησης ώστε η χώρα να μετατραπεί σε πρωταθλήτρια στις τεχνολογίες κάθε είδους («Made in China 2025»).