Η Επιτροπή προέβη σήμερα σε απολογισμό της πρόσθετης δημοσιονομικής προσπάθειας, που ανακοινώθηκε από τις ιταλικές αρχές αυτή την εβδομάδα, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προσπάθεια αυτή είναι επαρκώς σημαντική ώστε να μην προτείνει κατά το παρόν στάδιο στο Συμβούλιο την κίνηση διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) λόγω μη συμμόρφωσης της Ιταλίας με το κριτήριο του χρέους.
Ο κ. Βάλντις Ντομπρόβσκις, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής και Επίτροπος αρμόδιος για το Ευρώ και τον Κοινωνικό Διάλογο, καθώς και για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα, τις Χρηματοπιστωτικές Υπηρεσίες και την Ένωση Κεφαλαιαγορών, δήλωσε σχετικά: «Χαιρετίζω τα μέτρα που έλαβε η ιταλική κυβέρνηση για να εξασφαλίσει καλύτερο δημοσιονομικό αποτέλεσμα το 2019. Η εξασφάλιση υγιών δημόσιων οικονομικών αποτελεί το υπόβαθρο για τη δημιουργία εμπιστοσύνης και ανάπτυξης. Η τήρηση της δέσμευσης για την κατάρτιση του προϋπολογισμού του 2020 σύμφωνα με τους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ και, ως εκ τούτου, η αποφυγή περαιτέρω αβεβαιότητας θα είναι σημαντική στο πλαίσιο αυτό.»
Ο κ. Πιερ Μοσκοβισί, Επίτροπος Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων, δήλωσε: «Στόχος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης δεν είναι να επιβάλλει ποινές και κυρώσεις. Στόχος του είναι να διασφαλίζει ότι οι κυβερνήσεις θα μεριμνούν για υγιή δημόσια οικονομικά και θα διορθώνουν ταχέως τα προβλήματα που προκύπτουν. Με ευχαρίστηση διαπιστώνω ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει σήμερα. Η ιταλική κυβέρνηση ανταποκρίθηκε στο μήνυμα που έστειλε πριν από έναν μήνα η Επιτροπή, ότι συντρέχουν λόγοι κίνησης της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, εγκρίνοντας μια σωστή δέσμη μέτρων που εξασφαλίζουν την εν γένει συμμόρφωση με το Σύμφωνο. Θα παρακολουθούμε προσεκτικά την εφαρμογή των μέτρων αυτών κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Επιπλέον, βρισκόμαστε σε ετοιμότητα για να εξασφαλίσουμε ότι το σχέδιο προϋπολογισμού του 2020, που θα υποβληθεί το φθινόπωρο, θα συμμορφώνεται με το Σύμφωνο. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα συνεργαστούμε σε απόλυτη αρμονία με την επόμενη Επιτροπή στο πλαίσιο αυτό».
Στις 5 Ιουνίου 2019, η Επιτροπή, στην έκθεσή της βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 3 της Συνθήκης, αξιολόγησε τους παράγοντες στους οποίους οφείλεται η υπέρβαση της τιμής αναφοράς για το χρέος από την Ιταλία το 2018. Στην έκθεση εξετάστηκαν τα απολογιστικά στοιχεία του προϋπολογισμού της Ιταλίας το 2018 και οι δημοσιονομικές προβλέψεις για το 2019 και το 2020, και συνήχθη το συμπέρασμα ότι συνέτρεχε λόγος να κινηθεί ΔΥΕ. Το συμπέρασμα αυτό υποστηρίχθηκε από την Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή (ΟΔΕ) στη γνώμη που εξέδωσε στις 11 Ιουνίου 2019. Τα κράτη μέλη κάλεσαν επίσης την Ιταλία «να λάβει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης σύμφωνα με τη διαδικασία ΔΥΕ» και πρόσθεσαν ότι «πρόσθετα στοιχεία που ενδεχομένως θα παρουσιάσει η Ιταλία θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη από την Επιτροπή και την ΟΔΕ».
Την 1η Ιουλίου, η ιταλική κυβέρνηση ενέκρινε τον προϋπολογισμό της στο μέσον του έτους για το 2019, καθώς και νομοθετικό διάταγμα που περιλαμβάνει διόρθωση για το 2019, η οποία ανέρχεται σε 7,6 δισ. ευρώ, ήτοι στο 0,42 % του ΑΕΠ σε ονομαστικούς όρους. Ως εκ τούτου, το ονομαστικό έλλειμμα της Ιταλίας αναμένεται να ανέλθει στο 2,04 % του ΑΕΠ το 2019 (έναντι 2,5 % στις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2019), ποσοστό το οποίο ήταν ο στόχος που προβλέπεται στον προϋπολογισμό του 2019, όπως εγκρίθηκε από το ιταλικό κοινοβούλιο. Η διόρθωση σε διαρθρωτικούς όρους είναι ελαφρώς μεγαλύτερη, ανερχόμενη σε 8,2 δισ. ευρώ ή 0,45 % του ΑΕΠ, οδηγώντας σε βελτίωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου κατά περίπου 0,2 % του ΑΕΠ (σε σύγκριση με επιδείνωση κατά 0,2 % στις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2019). Η διαφορά σε σύγκριση με το ονομαστικό ποσό οφείλεται στα χαμηλότερα από τα αναμενόμενα έκτακτα έσοδα από τη φορολογική αμνηστία, ύψους περίπου 0,6 δισ. ευρώ, τα οποία επιδεινώνουν τον δημοσιονομικό στόχο σε ονομαστικούς, αλλά όχι σε διαρθρωτικούς όρους. Τα στοιχεία αυτά δεν λαμβάνουν υπόψη την ευελιξία του 0,18 % που παραχωρήθηκε προσωρινά στην Ιταλία, λόγω των «ασυνήθων περιστάσεων» που σχετίζονται με την κατάρρευση της γέφυρας Morandi και τους υδρογεωλογικούς κινδύνους, που θα πρέπει να επιβεβαιωθούν εκ των υστέρων με βάση τα απολογιστικά στοιχεία για το 2019.
Λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων που θεσπίστηκαν την 1η Ιουλίου, η Ιταλία αναμένεται να συμμορφωθεί εν γένει με την προσπάθεια που απαιτείται στο πλαίσιο του προληπτικού σκέλους του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ) το 2019, καλύπτοντας την απόκλιση ύψους 0,3 % του ΑΕΠ που εκτιμάται με βάση τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής. Επιπλέον, η πρόσθετη δημοσιονομική προσπάθεια που καταβλήθηκε από την κυβέρνηση για το 2019 αντισταθμίζει επίσης εν μέρει την επιδείνωση του διαρθρωτικού ισοζυγίου που σημειώθηκε το 2018.
Τέλος, όσον αφορά το 2020, η ιταλική κυβέρνηση επανέλαβε τη δέσμευσή της να επιτύχει διαρθρωτική βελτίωση σύμφωνη με τις απαιτήσεις του ΣΣΑ, ιδίως με νέα επανεξέταση των δαπανών και αναθεώρηση των φορολογικών δαπανών, καθώς και με βελτιωμένες προβλέψεις αμετάβλητης πολιτικής, που να αντικατοπτρίζουν τις ευνοϊκές τάσεις που παρατηρήθηκαν μέχρι στιγμής το 2019. Οι πληροφορίες αυτές διατυπώθηκαν σε επιστολή που εστάλη στις 2 Ιουλίου στην Επιτροπή από τον πρωθυπουργό κ. Giuseppe Conte, και τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών κ. Giovanni Tria.
Επόμενα βήματα
Η Επιτροπή θα παρακολουθεί την ουσιαστική εφαρμογή αυτής της δέσμης: θα ελέγχει εκ του σύνεγγυς την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2019 και θα αξιολογήσει τη συμμόρφωση του σχεδίου δημοσιονομικού προγράμματος του 2020 με το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Επιπλέον, η πρόοδος όσον αφορά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προσδιορίζονται στις συστάσεις ανά χώρα θα είναι καθοριστικής σημασίας για την επίτευξη μεγαλύτερης ανάπτυξης και, ως εκ τούτου, θα συμβάλει στη μείωση του δείκτη του χρέους ως προς το ΑΕΠ. Η Επιτροπή θα αξιολογήσει την εφαρμογή αυτών των μεταρρυθμίσεων στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
Ιστορικό
Η ΔΥΕ αποτελεί το «διορθωτικό σκέλος» του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, έχει δε ως στόχο να διασφαλιστεί η απαίτηση που διατυπώνεται στη Συνθήκη ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να αποφεύγουν τα υπερβολικά επίπεδα ελλείμματος και χρέους.
Η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος ενεργοποιείται όταν το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης υπερβαίνει το 3 % του ΑΕΠ, και/ή το επίπεδο του χρέους βρίσκεται άνω του 60 % του ΑΕΠ και δεν μειώνεται επαρκώς προς το επίπεδο αυτό. Επί του παρόντος, κανένα κράτος μέλος δεν υπάγεται στο διορθωτικό σκέλος του Συμφώνου, μετά την έξοδο της Ισπανίας τον Ιούνιο του 2019.