Αντιμέτωπη με επιπλέον ζημίες ύψους 3,4 δισ. δολαρίων τους επόμενους τέσσερις μήνες βρίσκεται η αεροναυπηγική εταιρεία Boeing, καθώς αμφισβητείται έντονα πότε θα μπορούσε να επιστρέψει στην ενεργό δράση το 737 Max, το οποίο αποτελεί και το πλέον κερδοφόρο αεροσκάφος της εταιρείας. Επιπλέον, αυξάνονται οι πιθανότητες η Boeing να αναγκαστεί να διακόψει προσωρινά την παραγωγή του 737 Max, την οποία είχε ήδη μειώσει μετά τη συντριβή του δεύτερου αεροσκάφους αυτού του τύπου τον περασμένο Μάρτιο.
Την περασμένη Παρασκευή το Reuters είχε αποκαλύψει την ύπαρξη ανταλλαγής μηνυμάτων μεταξύ δύο πιλότων της Boeing το 2016, στην οποία ο ένας έλεγε πως το νέο σύστημα πρόληψης απώλειας στήριξης που ανέπτυξε η εταιρεία για το 737 Max συμπεριφερόταν απρόβλεπτα κατά τις δοκιμαστικές πτήσεις που γίνονταν προτού τεθεί σε υπηρεσία το αεροσκάφος.
Χθες Credit Suisse και UBS μείωσαν σημαντικά την τιμή-στόχο για τη μετοχή της Boeing, μετοχή που είχε κλείσει με πτώση 7% την Παρασκευή ενώ χθες βράδυ υποχωρούσε κατά 3,7%.
Η μετοχή της Boeing έχει υποχωρήσει κατά περίπου 20% από τον Μάρτιο. «Θεωρούμε πως υπάρχει αυξημένος κίνδυνος η (αμερικανική) Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Αεροπλοΐας (FAA) να μην προχωρήσει στη δοκιμαστική πτήση πιστοποίησης του αεροσκάφους τον Νοέμβριο και να άρει τον Δεκέμβριο τη διαταγή καθήλωσης (του στόλου 737 Max)», ανέφερε χθες ο Μάιλς Γουάλτον, αναλυτής της UBS.
Ο ίδιος υποβάθμισε τη σύσταση για τη μετοχή από «αγορά» σε «ουδέτερη» και μείωσε την τιμή-στόχο κατά 95 δολάρια στα 375 δολάρια, επικαλούμενος αυξημένη «πιθανότητα διακοπής της παραγωγής του 737 Max».
Η Credit Suisse υποβάθμισε τη σύσταση για τη μετοχή σε «ουδέτερη» και μείωση την τιμή-στόχο κατά 93 δολάρια στα 344 δολάρια.
Κατά τον αναλυτή Ρόμπερτ Σπρίνγκαρν της Credit Suisse, είναι πιθανό η επιστροφή του 737 Μax στην ενεργό υπηρεσία να καθυστερήσει μέχρι τον Φεβρουάριο του 2020 και αυτό σε συνδυασμό με την προσωρινή διακοπή παραγωγής θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιπλέον προβλέψεις ύψους 3,2 δισ. δολαρίων σε διάστημα τεσσάρων μηνών.
Η Boeing έχει ήδη λάβει προβλέψεις ύψους 4,9 δισ. δολαρίων μέχρι σήμερα.