Ο υπουργός Δικαιοσύνης (Γενικός Εισαγγελέας) των ΗΠΑ Γουίλιαμ Μπαρ είχε δηλώσει νωρίτερα εντός του Φεβρουαρίου ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ εξέταζε το ενδεχόμενο να αποκτήσει "σημαντικό" μερίδιο σε Nokia ή Ericsson ή και στις δύο, προκειμένου να προχωρήσει σε ανάσχεση της προσπάθειας της κινεζικής Huawei να κυριαρχήσει στα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα νέας γενιάς, γνωστά ως 5G.
Nokia και Ericsson είναι δύο από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές εξοπλισμού δικτύων και άμεσοι ανταγωνιστές της Huawei.
Η Βεστάγκερ δήλωσε στο αμερικανικό δίκτυο CNBC ότι αφορά τις ίδιες τις επιχειρήσεις να απαντήσουν "εάν είναι προς πώληση ή όχι", ωστόσο επαφίεται στις αρχές νομοθέτησης της ΕΕ "να εξασφαλίσουν ότι έχουν εξεταστεί όλοι οι πιθανοί κίνδυνοι".
"Εδώ στην Ευρώπη είμαστε ουδέτεροι όσον αφορά στην ιδιοκτησία, μπορεί να είσαι κρατικής ή ιδιωτικής ιδιοκτησίας εταιρεία - το σημαντικό είναι να λειτουργείς στην αγορά και να έχεις ένα πραγματικό αντικείμενο επιχειρηματικής δραστηριότητας", τόνισε η Ευρωπαία επίτροπος.
"Δεν υπάρχει κάποιο ειδικό θέμα εάν το αμερικανικό κράτος επιθυμούσε να αγοράσει μερίδιο και δεν γνωρίζει εάν υπάρχει διαθέσιμο προς πώληση μερίδιο στη Nokia και στην Ericsson", πρόσθεσε, αφήνοντας έτσι ανοικτή την πόρτα σε μια πιθανή κίνηση της Ουάσινγκτον.
Οι ΗΠΑ επιμένουν ότι η κινεζική Huawei και η δραστηριότητά της αποτελούν κίνδυνο εθνικής ασφάλειας για τη χώρα, ισχυριζόμενες ότι ο εξοπλισμός της μπορεί να χρησιμοποιηθεί από την κινεζική κυβέρνηση για την παρακολούθηση πολιτών ή για παρέμβαση και κατάρρευση δικτύων σε κρίσιμες στιγμές. Η Huawei αρνείται ότι κάτι τέτοιο είναι δυνατό.
Η κυβέρνηση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ασκεί πιέσεις σε χώρες ανά τον κόσμο, ειδικά στην Ευρώπη, να απαγορεύσουν τη συμμετοχή της Huawei στα δίκτυα 5G. Το Ηνωμένο Βασίλειο αψήφησε τις σχετικές εκκλήσεις της Ουάσινγκτον και αποφάσισε να επιτρέψει τη μερική συμμετοχή της Huawei στα βρετανικά δίκτυα 5G, πλην τομέων ευαίσθητων για την εθνική ασφάλεια, γεγονός που δημιούργησε ένταση μεταξύ του Τραμπ και του Βρετανού πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον.
Η Γερμανία είναι η επόμενη ευρωπαϊκή χώρα που βρίσκεται μπροστά στο σχετικό δίλημμα και καλείται να λάβει απόφαση.
Εκπρόσωποι των δύο ευρωπαϊκών εταιρειών δεν ήταν διαθέσιμοι για σχόλιο σχετικά με τις δηλώσεις Βεστάγκερ, ενώ όταν ο Αμερικανός υπουργός Δικαιοσύνης είχε κάνει τις σχετικές δηλώσεις, η μεν Ericsson είχε αρνηθεί να τις σχολιάσει, η δε Nokia είχε αναφέρει ότι "πάντα καλωσορίζει το επενδυτικό ενδιαφέρον" για την εταιρεία.
Ο μεγαλύτερος μέτοχος της Ericsson, η Cevian Capital, έχει σημειώσει πάντως ότι το ενδιαφέρον των ΗΠΑ είναι "ξεκάθαρα θετικό" για την εταιρεία, τη Σουηδία και τους σημερινούς μετόχους.
Ο Christer Gardell, διοικητικό στέλεχος και μέτοχος στην Cevian Capital, φέρεται να στηρίζει μια συμφωνία με τις ΗΠΑ.
Δηλώνει μάλιστα ότι για την εταιρεία θα ήταν καλύτερο να προτιμηθεί έναντι της Nokia από πλευράς της Ουάσινγκτον και ότι μια τέτοια συμφωνία θα πρέπει να αποτελέσει την πρώτη προτεραιότητα της διοίκησης της Ericsson.
Πηγή: capital.gr