Μετά την έξοδο από την ύφεση την άνοιξη του 2013 και τα τρία συνεχόμενα τρίμηνα υποτονικής ανάκαμψης, διαφαίνονται προοπτικές επιτάχυνσης του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης. Μετά την αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 1,5% στην ΕΕ και 1,2% στην ευρωζώνη το 2014, αναμένεται να επιταχυνθεί ο ρυθμός αύξησης της οικονομικής δραστηριότητας το 2015 σε 2% στην ΕΕ και 1,8% στην ευρωζώνη αντίστοιχα. Κάθε ένα από τα στοιχεία αυτά αποτελεί διόρθωση προς τα πάνω κατά 0,1 ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με τις φθινοπωρινές προβλέψεις του 2013. Οι προβλέψεις αυτές εξακολουθούν να βασίζονται στην υπόθεση ότι η εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ και σε επίπεδο κρατών μελών θα βελτιώσει την εμπιστοσύνη καθώς και τις οικονομικές συνθήκες και θα προωθήσει τις αναγκαίες οικονομικές προσαρμογές στα κράτη μέλη, αυξάνοντας το αναπτυξιακό τους δυναμικό.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι προβλέψεις για την Πορτογαλία βασίζονται στις προβολές που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της δέκατης αναθεώρησης του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής στα μέσα Δεκεμβρίου, και θα επικαιροποιηθούν κατά τη διάρκεια της διενεργούμενης ενδέκατης αναθεώρησης του προγράμματος. Οι προβλέψεις για την Κύπρο ολοκληρώθηκαν στις αρχές Φεβρουαρίου, μετά την τρίτη αναθεώρηση του προγράμματος και πριν από τη δημοσίευση της προκαταρκτικής εκτίμησης του ΑΕΠ για το τέταρτο τρίμηνο.
Ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και επίτροπος αρμόδιος για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις και το ευρώ, Όλι Ρεν δήλωσε σχετικά: «Η ανάκαμψη κερδίζει έδαφος στην Ευρώπη, μετά την επιστροφή στην ανάπτυξη στα μέσα του περασμένου έτους. Η ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης φέτος αναμένεται να μας βοηθήσει να επιτύχουμε πιο ισορροπημένη και βιώσιμη ανάπτυξη. Η επανεξισορρόπηση της ευρωπαϊκής οικονομίας σημειώνει πρόοδο και η ανταγωνιστικότητα στο εξωτερικό βελτιώνεται, ιδιαίτερα στις πιο ευάλωτες χώρες. Η χειρότερη φάση της κρίσης μπορεί να βρίσκεται πλέον πίσω μας, δεν μπορούμε όμως να εφησυχάζουμε, καθώς η ανάκαμψη εξακολουθεί να είναι περιορισμένη. Για να ενισχύσουμε την ανάκαμψη και να δημιουργήσουμε περισσότερες θέσεις εργασίας πρέπει να συνεχίσουμε τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις».
Ευρύτερη οικονομική ανάπτυξη
Η δραστηριότητα έχει αρχίσει να ενισχύεται και στις ευάλωτες χώρες, και η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί. Οι δείκτες υψηλής συχνότητας παρουσιάζουν έντονα σημάδια βελτίωσης στις περισσότερες χώρες. Ωστόσο, σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά προηγούμενων περιπτώσεων ανάκαμψης μετά από σοβαρές οικονομικές κρίσεις, η τωρινή ανάκαμψη φαίνεται μάλλον αργή στο σύνολό της. Η εικόνα αυτή αντανακλά τη συνέχιση, αν και με μειούμενο ρυθμό, των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στις πιέσεις απομόχλευσης, στους περιορισμούς της χρηματοδότησης, καθώς και στις ανάγκες εσωτερικής και εξωτερικής προσαρμογής. Παρά το γεγονός ότι οι όροι χρηματοδότησης είναι ευνοϊκοί, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών και μεταξύ επιχειρήσεων διαφορετικού μεγέθους. Παρ 'όλα αυτά, αφού παρουσίασαν έντονη μείωση για αρκετά τρίμηνα, οι επενδύσεις ανέκαμψαν και αναμένεται να κερδίσουν έδαφος εντός του χρονικού ορίζοντα των προβλέψεων, ακόμη και, σε κάποιο βαθμό, στον τομέα των κατασκευών. Η μείωση της αβεβαιότητας θα πρέπει να ενισχύσει τη ζήτηση, η οποία αναμένεται να είναι η βασική κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης, καθώς οι προαναφερθέντες παράγοντες υποχωρούν σταδιακά.
Η αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από αργή σταθεροποίηση της απασχόλησης, με την ανεργία να παραμένει υψηλή, καθώς οι εξελίξεις στην αγορά εργασίας συνήθως καθυστερούν, σε σχέση με τις εξελίξεις όσον αφορά το ΑΕΠ, κατά ένα εξάμηνο ή και περισσότερο. Αν συνεχιστεί αυτή η τάση, διαφαίνονται προοπτικές για μέτρια αύξηση της απασχόλησης από εφέτος και μείωση του ποσοστού ανεργίας στο 10,4% στην ΕΕ και στο 11,7 % στην ευρωζώνη μέχρι το 2015, αν και θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών.
Το 2014 προβλέπεται χαμηλός πληθωρισμός τιμών καταναλωτή στην ΕΕ και την ευρωζώνη με ποσοστά 1,2% και 1% αντίστοιχα, ο οποίος θα αυξηθεί ελαφρώς κατά περίπου ¼ ποσοστιαίες μονάδες το 2015, όταν θα αυξηθεί ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης.
Τα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών σε ευάλωτα κράτη μέλη έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια χάρη στη συνεχιζόμενη ανταγωνιστικότητα των τιμών και την ενίσχυση του εξαγωγικού τους τομέα. Ορισμένες από αυτές τις οικονομίες αναμένεται να παρουσιάσουν πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών το 2014 και το 2015.
Η δημοσιονομική εξυγίανση παράγει αποτελέσματα
Η μείωση των ελλειμμάτων της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να συνεχιστεί. Το 2014, τα ονομαστικά δημοσιονομικά ελλείμματα αναμένεται να περιοριστούν στο 2,7% του ΑΕΠ στην ΕΕ και στο 2,6% στην ευρωζώνη, ενώ ο λόγος «δημόσιο χρέος - ΑΕΠ» στην ΕΕ θα φτάσει σχεδόν το 90% στην ΕΕ και το 96% στην ευρωζώνη. Ο ρυθμός δημοσιονομικής εξυγίανσης από πλευράς διαρθρωτικών δημοσιονομικών αποτελεσμάτων δείχνει έναν γενικά ουδέτερο δημοσιονομικό προσανατολισμό.
Μεγαλύτερη εξισορρόπηση των κινδύνων
Οι κίνδυνοι είναι πιο ισορροπημένοι από ό, τι ήταν το φθινόπωρο. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος επιδείνωσης των προοπτικών ανάπτυξης είναι να απολεσθεί εκ νέου η εμπιστοσύνη λόγω της στασιμότητας των μεταρρυθμίσεων σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο. Αν συμβεί κάτι τέτοιο θα αυξηθεί το ενδεχόμενο μιας παρατεταμένης περιόδου ισχνής ανάπτυξης στην Ευρώπη, με αρνητικές επιπτώσεις για την οικονομική δραστηριότητα στον χρονικό ορίζοντα των προβλέψεων. Ενώ οι τρέχουσες εξελίξεις των τιμών αντανακλούν τόσο τους εξωτερικούς παράγοντες όσο και τη διαδικασία προσαρμογής, η συνέχιση του πολύ χαμηλού πληθωρισμού στην ευρωζώνη θα μπορούσε να συνεπάγεται κινδύνους για την εξισορρόπηση της οικονομίας. Ωστόσο, με δεδομένη τη σταδιακή ενίσχυση της ανάκαμψης και την αύξηση της εμπιστοσύνης, υπάρχει οριακή μόνο πιθανότητα για κραδασμούς τόσο σημαντικούς ώστε να μπορούν να ανατρέψουν τις προσδοκίες για πληθωρισμό και να οδηγήσουν σε έναν πανευρωπαϊκό αποπληθωρισμό.
Υπάρχει από την άλλη πλευρά και το ενδεχόμενο η ανάκαμψη να είναι εντονότερη από την προβλεπόμενη, πράγμα το οποίο θα μπορούσε να συμβεί σε περίπτωση εφαρμογής περαιτέρω τολμηρών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Κάτι τέτοιο θα ενίσχυε τη θετική αλληλεπίδραση μεταξύ της εμπιστοσύνης, της οικονομικής ανάπτυξης - ιδίως των επενδύσεων - και της ικανότητας του τραπεζικού τομέα να χορηγεί δάνεια.