Το υψηλού επιπέδου συμπόσιο που οργανώθηκε από κοινού από το UNEP Inquiry και την AXA στο Παρίσι συγκέντρωσε συμμετέχοντες που προέρχονται από διάφορους χώρους από τις 5 ηπείρους. Στη συζήτηση αναγνωρίσθηκαν τα πολυάριθμα νομοθετικά επιτεύγματα από το 2008 και στη συνέχεια επικεντρώθηκε σε μια σειρά από ανοιχτά θέματα σχετικά με το οικονομικό πλαίσιο και την αποτελεσματική και απαραίτητη συμβολή του στη βιώσιμη ανάπτυξη.
Ο Achim Steiner, Εκτελεστικός Διευθυντής του UNEP και Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, τόνισε τα εξής: «Καθώς κοιτάζουμε προς τη σύγκληση της Διάσκεψης της Κλιματικής Αλλαγής στο Παρίσι τον ερχόμενο Δεκέμβριο μας υπενθυμίζεται ότι η ικανότητά μας να επενδύσουμε σε νέες τεχνολογίες εξοικονόμησης πόρων και υποδομών θα χρειαστεί τεράστιες επενδύσεις που υπερβαίνουν τα δημόσια οικονομικά. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το UNEP ξεκίνησε μία έρευνα σχετικά με το σχεδιασμό βιώσιμων χρηματοπιστωτικών συστημάτων, ώστε να εξεταστεί ο τρόπος που θα ευθυγραμμιστούν καλύτερα στις ανάγκες για βιώσιμη ανάπτυξη.»
«Το υψηλού επιπέδου συμπόσιο της AXA και του UNEP στο Παρίσι ως εκ τούτου αποτελεί ορόσημο στην πορεία να ανακαλύψουμε νέες ευκαιρίες και καινοτομίες που ήδη κάνουν τη διαφορά για τη μετάβαση σε μία παγκόσμια οικονομία χωρίς αποκλεισμούς και με αποδοτική αξιοποίηση των πόρων».
Οι συμμετέχοντες επικεντρώθηκαν στα πέντε βασικά "προειδοποιητικά σήματα" που επηρεάζουν την ικανότητα του χρηματοοικονομικού συστήματος να στηρίξει ένα μοντέλο βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς:
- Την αίσθηση της εύθραυστης χρηματοοικονομικής σταθερότητας, ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης δημιουργίας μη ελεγχόμενων πηγών κινδύνων παρά την πρόοδο του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου σε όλες τις αγορές.
- Την ορατή έλλειψη ελέγχου, παρά τη βελτίωση και τη θέσπιση νέων προτύπων για τη διαφάνεια και την πειθαρχία των αγορών.
- Την αναποτελεσματική ρευστότητα, διότι η ύπαρξη υψηλής ρευστότητας σε συνδυασμό με τα χαμηλά επιτόκια δεν βοηθούν μακροπρόθεσμες ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις.
- Τις αναδυόμενες αγορές που αντιμετωπίζουν κίνδυνο περιθωριοποίησης λόγω μικρότερης πρόσβασης στις παγκόσμιες ροές κεφαλαίων και μη δυνατότητας προσέλκυσης ελκυστικών πηγών χρηματοδότησης.
- Τη χρονική ασυνέπεια, μεταξύ της ανάγκης για μακροπρόθεσμες επενδύσεις και της ύπαρξης κανονιστικών πλαισίων που ευνοούν βραχυπρόθεσμες και ομογενοποιημένες επενδύσεις.
Όπως δήλωσε ο Henri de Castries, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της AXA: «Είμαστε πεπεισμένοι ότι οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα αποτελούν πλέον ‘συστημικό κίνδυνο’, ο οποίος πρέπει να ενσωματωθεί στα κανονιστικά πλαίσια, μέσω αποτελεσματικών μηχανισμών ‘τιμολόγησης του άνθρακα’ και γενικότερα μιας ευνοϊκότερης μεταχείρισης των μακροπρόθεσμων επενδύσεων που είναι απαραίτητες για τον περιορισμό των κλιματικών κινδύνων. Αυτό θα μπορούσε να αυξήσει τον αριθμό των βιομηχανιών που θα συμβάλλουν στην προσπάθεια για χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, ώστε να επιτευχθεί ο συμφωνημένος στόχος.»
Τον ηγετικό ρόλο που διαδραματίζουν ορισμένες αναδυόμενες οικονομίες με στόχο την καλύτερη ευθυγράμμιση μεταξύ χρηματοπιστωτικών συστημάτων και απαιτήσεων για τη βιωσιμότητα τόνισε επίσης κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης ο Luiz Avazu Pereira da Silva, ο Αναπληρωτής Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Βραζιλίας, αναφέροντας ότι «η Βραζιλία έχει εστιάσει τις προσπάθειές της στην παροχή καλύτερης πρόσβασης στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, ειδικά για τα άτομα με χαμηλό επίπεδο εισοδήματος, μέσω της χρηματοοικονομικής εκπαίδευσης, προκειμένου να περιοριστεί το υπερβολικό χρέος. Η χώρα έχει συμπεριλάβει επίσης περιβαλλοντικά κριτήρια στη διανομή δανείων σε περιοχές που βρίσκονται σε περιβαλλοντικό κίνδυνο. Όλες αυτές οι προσπάθειες αποσκοπούν στην καλύτερη διασύνδεση παροχής κεφαλαίων και κοινωνικής ευθύνης, καθώς και την προώθηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.»
Η συζήτηση οδήγησε στο προκαταρκτικό συμπέρασμα ότι η έννοια του κινδύνου στο χρηματοπιστωτικό σύστημα θα πρέπει να διευρυνθεί προκειμένου να ληφθεί καλύτερα υπόψη ο νέος αναπτυξιακός και διερευνώμενος χαρακτήρας των σημαντικότερων προκλήσεων που αντιμετωπίζουν σήμερα οι κοινωνίες και οι οικονομίες, ξεκινώντας με την κλιματική αλλαγή. Αυτό θα είχε ως στόχο την ενσωμάτωση κοινωνικών, περιβαλλοντικών και μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας θεμάτων στα κανονιστικά και εποπτικά πλαίσια και στην καθοδήγηση των διαδικασιών λήψης αποφάσεων των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, μέσω της χρήσης των αναθεωρημένων μεθόδων τιμολόγησης των κινδύνων.
«Δυνητικοί μακροπρόθεσμοι επενδυτές έχουν όλο και αυστηρότερους περιορισμούς στην ικανότητά τους να παρέχουν μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση. Τα συνταξιοδοτικά ταμεία, τα κρατικά επενδυτικά ταμεία και οι ασφαλιστικές εταιρείες είναι ιδανικοί υποψήφιοι για να παρέχουν μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να επανεξετάσουν τα κανονιστικά εμπόδια και τους περιορισμούς σχετικά με τον τρόπο κατανομής του χαρτοφυλακίου των βασικών μακροπρόθεσμων επενδυτών, ώστε να παρέχουν στις οικονομίες τη χρηματοδότηση που θα χρειαστεί στο μέλλον», δήλωσε ο Jean-Claude Trichet, Πρόεδρος της Ομάδας των Τριάντα, Πρώην Πρόεδρος της ΕΚΤ, Επίτιμος Διοικητής, της Banque de France.
Αυτά τα πέντε «προειδοποιητικά σήματα» και οι συνέπειές τους δείχνουν ότι απομένουν ακόμη πολλά να γίνουν. Τα επόμενα βήματα δεν πρέπει, ωστόσο, να καθοδηγηθούν από τη βιασύνη των βραχυπρόθεσμων κρίσεων και με τη λογική απόδοσης ευθυνών, αλλά με τη θέσπιση κανόνων που θα έχουν περισσότερο πολιτικό όραμα και λιγότερο θεσμικό κατακερματισμό.
Όπως δήλωσε, ο John Lipsky, ανώτερος συνεργάτης της Σχολής Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Johns Hopkins και πρώην Πρώτος Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος του ΔΝΤ: «Σε βάθος χρόνου θα χρειαστούμε μια χρηματοοικονομική ρυθμιστική αρχή βασισμένη σε πολυμερείς συνθήκες αν θέλουμε πραγματικά να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τις προσκλήσεις για την παγκόσμια βιωσιμότητα.»
Συζητήθηκε, επίσης, το γεγονός ότι το ζήτημα βιωσιμότητας είναι και τοπικό και επομένως πόλεις και περιφέρειες θα πρέπει να μπουν στη συζήτηση για το κλίμα και όχι μόνο. Αυτά είναι μόνο παραδείγματα, αλλά δείχνουν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι νομοθέτες μαζί με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τα ευρύτερα ενδιαφερόμενα μέρη και τους ειδικούς, μπορούν να συνεργαστούν σε διεθνές επίπεδο για το σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός κατάλληλου χρηματοπιστωτικού συστήματος που θα μπορεί να εξυπηρετήσει τις οικονομίες του 21ου αιώνα.