Την ίδια ώρα στις φτωχές χώρες του κόσμου οι γεννήσεις εν μέσω Covid-19 αυξάνονται.
Από την άλλη πλευρά στην πολύ πιο πλούσια Σιγκαπούρη, όπου είναι εύκολο να βρει κανείς διάφορους τρόπους αντισύλληψης, οι νέοι που ήταν ήδη απρόθυμοι να ξεκινήσουν μια οικογένεια πριν από την πανδημία, τώρα είναι ακόμη περισσότερο. Η κυβέρνηση της μικρής ασιατικής χώρας προσπαθεί να πείσει τους ανθρώπους να κάνουν παιδί τα επόμενα δύο χρόνια με εφάπαξ επιχορήγηση 2.200 δολαρίων πέραν των προϋπάρχοντων συστήματων κρατικής επιχορήγησης. Για τον 36χρονο Κέιθ ακόμη και αυτό δεν αντισταθμίζει το κόστος να γίνεις πατέρας. «Ξέρω ότι εγώ και η σύζυγός μου θα περάσουμε πολύ καλά τα επόμενα 30, 40 χρόνια χωρίς παιδιά, Δεν θέλουμε να διακινδυνεύσουμε αυτό», ανέφερε
Είναι νωρίς, για να είμαστε σίγουροι ποια θα είναι η επίδραση του covid-19 στα ποσοστά γονιμότητας. Όμως, διαφορετικά μοτίβα φαίνεται να εμφανίζονται σε πλούσιες και φτωχές χώρες. Λίγες γυναίκες θέλουν να αποκτήσουν παιδί σε μια περίοδο αβεβαιότητας. Στον πλούσιο κόσμο πολλοί καθυστερούν την έναρξη μιας οικογένειας. Όμως, στα φτωχότερα μέρη, όπου οι γυναίκες έχουν συχνά λιγότερες επιλογές στο θέμα, μια έκρηξη γεννήσεων μπορεί να βρίσκεται στα σκαριά.
Στις φτωχές χώρες ο μαζικός εκτοπισμός αυξάνει τη σεξουαλική δραστηριότητα. Σε στρατόπεδα προσφύγων, όπου οι άνθρωποι βασίζονται στην αδήλωτη εργασία που έπαυσε κατά τη διάρκεια του lockdown, το σεξ επί πληρωμή αναμένεται να αυξηθεί. Όταν η Ινδία ανακοίνωσε καραντίνα τον Μάρτιο, εκατομμύρια εργαζόμενοι έχασαν τη δουλειά τους και κατέφυγαν στα χωριά τους σε όλη τη χώρα. Συνενώθηκαν με τους δεσμούς τους που συνήθως βλέπουν μόνο μερικές φορές το χρόνο κατά τη διάρκεια των αργιών και αυτό θα μπορούσε να είναι αρκετό για να αλλάξει τις προβλέψεις για την πληθυσμιακή αύξηση.
Βέβαια, το περισσότερο σεξ δεν σημαίνει και απαραίτητα περισσότερα μωρά. Όμως η Covid-19 έχει διαταράξει τις αλυσίδες εφοδιασμού που αφορούν την αντισύλληψη. Οι φτωχοί σπάνια αγοράζουν αντισυλληπτικά για πολλούς μήνες και ένα σύντομο διάλειμμα μπορεί να οδηγήσει σε ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες. Στοιχεία από εγκαταστάσεις υγείας στην Ινδία δείχνουν ότι μεταξύ Δεκεμβρίου και Μαρτίου η διανομή αντισυλληπτικών χαπιών και προφυλακτικών μειώθηκε κατά 15% και 23%, αντίστοιχα.
Το Ινστιτούτο Guttmacher, μια δεξαμενή σκέψης υπέρ της επιλογής για τις γυναίκες, επισημαίνει ότι η πίεση που ασκείται στα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι πιθανό να διαταράξει τις υπηρεσίες σεξουαλικής υγείας. Εκτιμά ότι μια πτώση 10% στη χρήση τέτοιων υπηρεσιών σε 132 χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος θα σημαίνει ότι 50 εκατομμύρια περισσότερες γυναίκες που δεν θα λάβουν τα αντισυλληπτικά που χρειάζονται φέτος, οδηγώντας σε 15 εκατομμύρια ακούσιες εγκυμοσύνες.
Παράλληλα, πολλές γυναίκες ανησυχούν μην τυχόν προσβληθούν από κορωνοϊό ενώ είναι έγκυες, καθώς οι γιατροί λένε ότι είναι δυνατόν να μεταδοθεί ο ιός στο έμβρυο, ενώ άλλες έχουν βρεθεί να αναλαμβάνουν ένα δυσανάλογο μερίδιο στις δουλειές του σπιτιού κατά τη διάρκεια του lockdown και δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν και ένα νεογέννητο.
Σύμφωνα με την Planned Parenthood, τον μεγαλύτερο πάροχο αμβλώσεων και αναπαραγωγικών υπηρεσιών των ΗΠΑ, ο αριθμός των ιατρικών αμβλώσεων έχει αυξηθεί, με πολλές γυναίκες να τερματίζουν εγκυμοσύνες που θα συνέχιζαν σε άλλες περιστάσεις.
Το μεγάλο ερώτημα, σύμφωνα με το δημοσίευμα του Economist, είναι πόσο μακροχρόνιος θα είναι ο αντίκτυπος στα ποσοστά γεννήσεων στον πλανήτη. Η ιστορία δείχνει ότι η μείωση των ποσοστών γεννήσεων μπορεί να αντιστραφεί γρήγορα. Γυναίκες σε πλούσιες χώρες που αναβάλλουν την εγκυμοσύνη μπορεί να αρχίσουν να προσπαθούν ξανά μόλις φύγουν οι ανησυχίες γύρω από την Covid-19. Είχε αναφερθεί υπογεννητικότητα και μετά τον (SARS) του 2003 στο Χονγκ Κονγκ και τον τυφώνα Κατρίνα στην Αμερική, αλλά υπήρξε πλήρης ανάκαμψη αμέσως μετά.
Η κυβερνήσεις θα πρέπει όμως πρέπει να δράσουν. Εκτός από την προσπάθεια αντιμετώπισης της ίδιας της πανδημίας, τα κράτη μπορούν να επιδοτήσουν την πρόσβαση στην αντισύλληψη, δίνοντας στις γυναίκες μεγαλύτερο έλεγχο του οικογενειακού προγραμματισμού. Και μπορούν να χαράξουν πολιτικές για την εκπαίδευση και τη φροντίδα των παιδιών που διευκολύνουν την έναρξη μιας οικογένειας.
Η σύγκριση της Covid-19 με τους προηγούμενους πολέμους, πανδημίες ή φυσικές καταστροφές είναι τόσο χρήσιμη. Ποτέ πριν ο κόσμος δεν αντιμετώπισε τόσο εκτεταμένα lockdown για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Ενώ οι άνθρωποι μπορεί να είναι πιο νευρικοί από το να έχουν παιδιά κατά τη διάρκεια μιας κρίσης, το να ωθούνται σε εσωτερικούς χώρους και να απαγορεύεται η ανάμειξη με άλλα νοικοκυριά μπορεί να τους κάνει να θέλουν περισσότερο μια οικογένεια. Ίσως δούμε να εκτιμάται με νέο τρόπο η οικογενειακή ζωή, καταλήγει το άρθρο του Economist.