Το μη δεσμευτικό ψήφισμα σχετικά με το επενδυτικό σχέδιο και τη χρηματοδότηση της Πράσινης Συμφωνίας εγκρίθηκε από τους ευρωβουλευτές με 471 ψήφους υπέρ, 134 κατά και 83 αποχές. Στο ψήφισμα καθορίζονται οι τομείς στους οποίους πρέπει να επικεντρωθεί η πράσινη μετάβαση: άμβλυνση των υφιστάμενων (και δυνητικά εντεινόμενων) αποκλίσεων μεταξύ των κρατών μελών, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας υψηλής ποιότητας.
Επενδύσεις βάσει αρχών
Οι ευρωβουλευτές συμφώνησαν ότι οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να σέβονται την αρχή της «μη πρόκλησης σημαντικής ζημίας», η οποία ισχύει τόσο για περιβαλλοντικούς όσο και για κοινωνικούς στόχους, όπως το «κλείσιμο» της μισθολογικής ψαλίδας μεταξύ των φύλων. Οι δημόσιες επενδύσεις πρέπει να διοχετεύονται αποκλειστικά στα εθνικά και περιφερειακά προγράμματα που είναι πιθανότερο να επιτύχουν τους εν λόγω στόχους. Για τον σκοπό αυτό, οι ευρωβουλευτές υπογραμμίζουν την ανάγκη να θεσπιστούν εναρμονισμένοι δείκτες βιωσιμότητας και μεθοδολογία για τη μέτρηση του αντικτύπου. Τα κριτήρια που καθορίζονται στον κανονισμό για την ταξινόμηση πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη, προκειμένου οι επενδύσεις να πληρούν τα κριτήρια της πράσινης μετάβασης. Επιπρόσθετα, τα εθνικά σχέδια ανάκαμψης θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τα εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα.
Οι ευρωβουλευτές εκφράζουν την ικανοποίησή τους για το γεγονός ότι το σχέδιο ανάκαμψης για την Ευρώπη και τα επακόλουθα εθνικά σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας σχεδιάστηκαν έτσι ώστε η ΕΕ να επιτύχει τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, όπως κατοχυρώνεται στη νομοθεσία της ΕΕ για το κλίμα, συμπεριλαμβανομένων των ενδιάμεσων στόχων για το 2030. Διασφαλίζεται με τον τρόπο αυτό η μετάβαση σε μια κυκλική και κλιματικά ουδέτερη οικονομία.
Ζητούν επίσης να σταματήσουν σταδιακά οι δημόσιες και οι ιδιωτικές επενδύσεις σε ρυπογόνες και επιζήμιες για το περιβάλλον οικονομικές δραστηριότητες για τις οποίες υπάρχουν οικονομικά εφικτές εναλλακτικές λύσεις. Παράλληλα, οι ευρωβουλευτές σέβονται το δικαίωμα των κρατών μελών να καθορίζουν τα ίδια το ενεργειακό τους μείγμα. Τονίζουν ακόμη ότι με τη μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα θα πρέπει να διατηρηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού για τις εταιρείες της ΕΕ και να διασφαλιστεί ότι αυτές παραμένουν ανταγωνιστικές, ιδίως σε περίπτωση αθέμιτου ανταγωνισμού από τρίτες χώρες.
Χρηματοδότηση του επενδυτικού σχεδίου
Οι ευρωβουλευτές διερωτώνται κατά πόσον το Επενδυτικό Σχέδιο «Βιώσιμη Ευρώπη» μπορεί να επιτύχει την κινητοποίηση ενός τρισ. ευρώ έως το 2030, δεδομένων των αρνητικών οικονομικών προοπτικών λόγω της πανδημίας, και ζητούν να μάθουν με ποιους τρόπους μπορεί να συνεισφέρει ο μακροπρόθεσμος προϋπολογισμός της ΕΕ στην επίτευξη των στόχων του σχεδίου. Εκφράζουν την ανησυχία τους για το ενδεχόμενο να προκύψει κενό στις πράσινες επενδύσεις προς το τέλος της περιόδου εκτέλεσης του επόμενου μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού, και ζητούν να καταρτιστούν σχέδια για να κλείσει αυτό το κενό, τόσο με ιδιωτικές όσο και με δημόσιες επενδύσεις. Ταυτόχρονα, καλούν την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι το νέο πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο δεν θα στηρίζει και δεν θα προβλέπει επενδύσεις δραστηριότητες οι οποίες είναι μακροπρόθεσμα επιβλαβείς για το περιβάλλον.
Τονίζουν ότι οι δημόσιες και οι ιδιωτικές επενδύσεις πρέπει να αλληλοσυμπληρώνονται και ότι δεν πρέπει να παραγκωνιστεί ο ιδιωτικός τομέας. Οι ευρωβουλευτές εκφράζουν την ικανοποίησή τους για την απόφαση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) να αφιερώσει το 50% των δραστηριοτήτων της στη δράση για το κλίμα και την περιβαλλοντική βιωσιμότητα από το 2025 και μετά. Προτείνουν να υιοθετηθεί μια προσέγγιση «από τα κάτω» και εκφράζουν την πεποίθηση ότι η ΕΤΕπ θα πρέπει να προωθήσει τον διάλογο μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και να συντονίσει τις δραστηριότητές της με τους διάφορους εμπλεκόμενους φορείς.
Ο εισηγητής της επιτροπής Προϋπολογισμών Siegfried MUREŞAN (ΕΛΚ, Ρουμανία) δήλωσε κατά τη διάρκεια της συζήτηση στην ολομέλεια: «Χρειαζόμαστε κατάλληλους οικονομικούς πόρους για να πετύχουμε τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας. Για να γίνουν οι στόχοι μόνιμο κεκτημένο, θα πρέπει να ξέρουμε πώς θα τους χρηματοδοτήσουμε στο υφιστάμενο πλαίσιο, συνεργαζόμενοι με τις οικονομίες των χωρών της ΕΕ και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, όχι εναντίον τους. Για να τους πετύχουμε, πρέπει να κινητοποιήσουμε 1 τρισ. ευρώ τα απόμενα 10 χρόνια. Αναγνωρίζουμε το ρόλο του προϋπολογισμού της ΕΕ, των πολιτικών συνοχής και των περιφερειακών και αγροτικών προγραμμάτων, όπως και του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης. Τέλος, θεωρούμε τους νέους ίδιους πόρους της ΕΕ όχι μόνο μελλοντική πηγή εσόδων, αλλά και εργαλείο για την προώθηση της στροφής σε περιβαλλοντική κατεύθυνση σε επίπεδο ΕΕ».
Ο Paul Tang (Σοσιαλιστές, Ολλανδία), εισηγητής της επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής είπε κατά την ίδια συζήτηση: «Το ψήφισμα αυτό αφορά το πώς θα μπορέσουμε να ανοίξουμε το δρόμο για την επίτευξη των κλιματικών μας στόχων. Χτίζουμε τη γέφυρα μεταξύ των φιλοδοξιών μας και της πραγματικότητας, σε τέσσερις πυλώνες. Πρώτον, όλοι οι πόροι της ΕΕ θα πρέπει να ξοδεύονται βάσει της αρχής της «μη πρόκλησης σημαντικής ζημίας». Δεύτερον, οι οικονομικοί και νομισματικοί θεσμοί της ΕΕ θα πρέπει να εξασφαλίσουν την απαραίτητη χρηματοδότηση για τους στόχους. Τρίτον, θα πρέπει να εξαλειφθούν σταδιακά οι ιδιωτικές επενδύσεις σε επιβλαβείς δραστηριότητες. Τέλος, δημόσιο χρήμα θα πρέπει να ξοδεύεται μόνο σε βιώσιμες δραστηριότητες. Πέραν αυτών, θα πρέπει να καταπολεμήσουμε την φοροαποφυγή για να αυξήσουμε τα δημόσια έσοδα».