Ο εν λόγω προϋπολογισμός είναι και ο πρώτος στο πλαίσιο του μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού της ΕΕ για την περίοδο 2021-2027.
Η συμφωνία αφορά αναλήψεις υποχρεώσεων ύψους 164 δισ. ευρώ και πληρωμές ύψους 166 δισ. ευρώ. Μόλις εγκριθεί, ο προϋπολογισμός θα επιτρέψει στην ΕΕ να κινητοποιήσει σημαντικούς δημόσιους πόρους για τη συνεχιζόμενη αντίδραση της ΕΕ στην πανδημία του κορονοϊού και τις συνέπειές της, καθώς επίσης θα επιτρέψει στην ΕΕ να δώσει ώθηση σε μια βιώσιμη ανάκαμψη και να προστατεύσει και να δημιουργήσει θέσεις εργασίας. Θα αρχίσει να επενδύει στο μέλλον για την επίτευξη μιας πιο πράσινης, πιο ψηφιακής και ανθεκτικής Ευρώπης.
Προκειμένου η συμφωνία της Παρασκευής να καταστεί εγκεκριμένος προϋπολογισμός που θα μπορεί να αποφέρει αποτελέσματα στην πράξη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο πρέπει να οριστικοποιήσουν τη δέσμη μέτρων για το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο 2021-2027. Η εν λόγω άτυπη συμφωνία έρχεται σε συνέχεια της συμφωνίας της 10 Νοεμβρίου 2020, όταν τα δύο θεσμικά όργανα με τη συμμετοχή της Επιτροπής κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με τον επόμενο μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό και το προσωρινό μέσο ανάκαμψης NextGenerationEU. Μόλις οριστικοποιηθεί, θα αποτελέσει μια δέσμη ύψους 1,8 τρισ. ευρώ για την ανασυγκρότηση της Ευρώπης για την εποχή μετά τη νόσο COVID-19.
Σχολιάζοντας την πολιτική συμφωνία της Παρασκευής, ο επίτροπος κ. Γιοχάνες Χαν, αρμόδιος για τον προϋπολογισμό της ΕΕ, δήλωσε: «Αποτελεί πολύ καλή είδηση το ότι κατορθώσαμε να συμφωνήσουμε το πώς θα πρέπει να διαμορφωθεί ο προϋπολογισμός του επόμενου έτους, στέλνοντας ένα θετικό μήνυμα για την ικανότητά μας να υπηρετούμε τους Ευρωπαίους πολίτες. Καλώ τώρα όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να προβούν στους αναγκαίους συμβιβασμούς, ώστε να μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε τη συμφωνία αυτή και να ξεκινήσουμε να εφαρμόζουμε τις διάφορες πτυχές της από την 1η Ιανουαρίου 2021. Οι πολίτες της ΕΕ βασίζονται σε εμάς και έχουμε συλλογική ευθύνη να υλοποιήσουμε τις προσδοκίες τους.»
Ο προϋπολογισμός που συμφωνήθηκε με την πολιτική δήλωση της Παρασκευής θα διοχετεύσει τα κονδύλια εκεί όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη, με βάση τις πιο κρίσιμες ανάγκες ανάκαμψης των κρατών μελών της ΕΕ και των εταίρων μας σε ολόκληρο τον κόσμο.