«Γνωρίζαμε ότι κάποιοι δεν επιθυμούσαν την επένδυση αυτή στην Τουρκία, για πολιτικούς λόγους», είπε την Κυριακή μιλώντας στη φιλοκυβερνητική εφημερίδα Hurriyet ο υπουργός. Από την πλευρά του, ο διευθύνων σύμβουλος της Volkswagen Χέρμπερτ Ντις απέδωσε την απόφαση στη συνεχιζόμενη πανδημία και τις επιπτώσεις της στην αγορά του αυτοκινήτου.
Ο γερμανικός κολοσσός ίδρυσε τουρκική θυγατρική τον Οκτώβριο του 2019 με κεφάλαιο 164,5 εκατ. δολάρια και στόχο «τον σχεδιασμό, την κατασκευή, συναρμολόγηση, εμπορία, εισαγωγή και εξαγωγή αυτοκινήτων, φορτηγών και κάθε είδους οχήματος, καθώς και των εξαρτημάτων και ανταλλακτικών τους», όπως ανέφερε το δελτίο Τύπου της εταιρείας το 2019. Τον Δεκέμβριο, όμως, η θυγατρική εταιρεία της Volkswagen στην Τουρκία κατέθεσε αίτημα ένταξής της στον πτωχευτικό κώδικα.
Σύμφωνα με πηγές του Reuters, o Τούρκος υπουργός επεσήμανε ότι οι ξένοι εταίροι, τα συνδικάτα και οι τοπικές αρχές επηρεάζουν τις επενδυτικές αποφάσεις των διοικητικών συμβουλίων πολυεθνικών εταιρειών, επισημαίνοντας ότι ο Ντις επικοινώνησε πρόσφατα μαζί του για να διαβεβαιώσει εκ νέου την Αγκυρα ότι η Volkswagen θεωρεί την Τουρκία σημαντικό επενδυτικό προορισμό. Παρά τις διαβεβαιώσεις της διοίκησης της Volkswagen, όμως, και τις δύο συναντήσεις που είχε ο Ντις με τον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, η εταιρεία εμφανίζεται αποφασισμένη να διακόψει τις δραστηριότητές της στην Τουρκία.
«Οι πολυεθνικές εταιρείες δεν πρέπει να λαμβάνουν πολιτικές αποφάσεις. Αν τα κίνητρά τους είναι πολιτικά, τότε εξαπατούν τους μετόχους τους, καθώς θέτουν την κερδοφορία σε δεύτερη μοίρα. Η Τουρκία είναι μια σημαντική οικονομία, ενώ η κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι σέβεται τους ξένους επενδυτές. Στην περίπτωση αυτή, η Volkswagen –και όχι η Τουρκία– θα ζημιωθεί περισσότερο, ενώ η διοίκηση της εταιρείας θα πρέπει να εξηγήσει στους επενδυτές και τους μετόχους της ότι οι προτεραιότητές της υπήρξαν πολιτικές και όχι οικονομικές», είπε ο Βαράνκ.