Το υφιστάμενο καθεστώς προστασίας περιουσιακών στοιχείων (το οποίο έχει την ονομασία «Ηρακλής») εγκρίθηκε από την Επιτροπή τον Οκτώβριο του 2019, για αρχική διάρκεια 18 μηνών. Η Ελλάδα κοινοποίησε στην Επιτροπή το σχέδιό της να παρατείνει το καθεστώς για άλλους 18 μήνες, έως τον Οκτώβριο του 2022.
Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι, στο πλαίσιο του παρατεινόμενου καθεστώτος, το ελληνικό Δημόσιο θα συνεχίσει να αμείβεται σύμφωνα με τους όρους της αγοράς για τον κίνδυνο που θα αναλάβει όταν παρέχει εγγύηση στο τμήμα τιτλοποίησης μη εξυπηρετούμενων δανείων με την υψηλότερη εξοφλητική προτεραιότητα.
Εάν ένα κράτος μέλος παρεμβαίνει ως ιδιώτης επενδυτής και αμείβεται για τον κίνδυνο που αναλαμβάνει όπως θα έπραττε ένας ιδιώτης επενδυτής, οι παρεμβάσεις αυτές δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το παρατεινόμενο μέτρο που θέσπισε η Ελλάδα δεν ενέχει κρατική ενίσχυση κατά την έννοια των κανόνων της ΕΕ.
Η εκτελεστική αντιπρόεδρος, κ. Μαργκρέιτε Βέστεϊγιερ, αρμόδια για την πολιτική ανταγωνισμού, δήλωσε: «Χαιρετίζω την παράταση του σχεδίου «Ηρακλής», το οποίο υπήρξε ήδη εξαιρετικά πετυχημένο δίνοντας μια λύση συμβατή με την αγορά για την αφαίρεση των μη εξυπηρετούμενων δανείων από τους ισολογισμούς των ελληνικών τραπεζών, χωρίς την παροχή ενίσχυσης ή τη στρέβλωση του ανταγωνισμού. Με αυτόν τον τρόπο οι ελληνικές τράπεζες θα μπορέσουν να συμβάλουν πλήρως στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας».
Το σχέδιο «Ηρακλής» επιδιώκει να διευκολύνει τις τράπεζες να τιτλοποιούν και να αφαιρούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια από τους ισολογισμούς τους. Στο πλαίσιο του σχεδίου αυτού, ένας μεμονωμένης διαχείρισης φορέας τιτλοποίησης θα αγοράζει μη εξυπηρετούμενα δάνεια από την τράπεζα και θα πωλεί τίτλους σε επενδυτές. Το κράτος θα παρέχει την εγγύηση του Δημοσίου για τους τίτλους υψηλής εξασφάλισης του φορέα τιτλοποίησης, οι οποίοι είναι χαμηλότερου κινδύνου. Σε αντάλλαγμα, το Δημόσιο θα λαμβάνει αμοιβή σύμφωνη με τους όρους της αγοράς. Στόχος είναι η προσέλκυση ευρέος φάσματος επενδυτών και η στήριξη των τραπεζών στις συνεχιζόμενες προσπάθειές τους να μειώσουν το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς τους.
Μετά τη θέσπιση του καθεστώτος τον Οκτώβριο του 2019, οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο όσον αφορά τη μείωση του αποθέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων τους. Ειδικότερα, η Ελλάδα εκτίμησε ότι, ως αποτέλεσμα της θέσπισης του καθεστώτος, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων είχε μειωθεί από 43% στο τέλος του 2019 σε 27% στα τέλη Μαρτίου 2021. Η παράταση του καθεστώτος για άλλους 18 μήνες θα βασιστεί στη μέχρι τώρα επιτυχία του, καθώς οι τρέχουσες αιτήσεις του καθεστώτος τιτλοποιήσεων ανέρχονται συνολικά σε 31,3 δισ. EUR (ακαθάριστη λογιστική αξία) μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Από την αξιολόγηση της Επιτροπής προέκυψε ότι οι κρατικές εγγυήσεις θα παρέχονται έναντι αμοιβής με όρους της αγοράς ανάλογα με τον κίνδυνο που αναλαμβάνεται, δηλαδή όπως θα ήταν αποδεκτό για έναν ιδιώτη επιχειρηματία υπό τους όρους της αγοράς. Όπως και κατά τους πρώτους 18 μήνες εφαρμογής του σχεδίου «Ηρακλής», αυτό εξασφαλίζεται ιδίως από τα ακόλουθα στοιχεία:
- Πρώτον, ο κίνδυνος για το Δημόσιο θα είναι περιορισμένος, δεδομένου ότι η κρατική εγγύηση ισχύει μόνο για το τμήμα ανώτερης εξασφάλισης των τίτλων που πωλεί ο φορέας τιτλοποίησης. Ένας εγκεκριμένος από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανεξάρτητος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας θα καθορίζει τη διαβάθμιση του τμήματος ανώτερης εξασφάλισης.
- Δεύτερον, η κρατική εγγύηση για το τμήμα ανώτερης εξασφάλισης θα τίθεται σε ισχύ μόνον εάν το ήμισυ και πλέον των μη εγγυημένων επισφαλών τμημάτων έχει πωληθεί επιτυχώς σε ιδιώτες συμμετέχοντες στην αγορά. Με τον τρόπο αυτό θα διασφαλίζεται ότι η κατανομή των κινδύνων των διαφόρων τμημάτων θα δοκιμάζεται και θα επιβεβαιώνεται από την αγορά προτού το Δημόσιο αναλάβει οποιονδήποτε κίνδυνο.
- Τρίτον, η αμοιβή του Δημοσίου για τον κίνδυνο που αναλαμβάνει θα είναι σύμφωνη με τους όρους της αγοράς. Το τέλος εγγύησης θα βασίζεται σε δείκτη αναφοράς της αγοράς και θα αντιστοιχεί στο επίπεδο και τη διάρκεια του κινδύνου που αναλαμβάνει το Δημόσιο όταν χορηγεί την εγγύηση. Τούτο σημαίνει ότι το καταβαλλόμενο τέλος εγγύησης αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου ανάλογα με τη διάρκεια του ανοίγματος του κράτους. Η εν λόγω διάρθρωση των τελών, καθώς και ο διορισμός εξωτερικού διαχειριστή, αποσκοπούν στην αύξηση της αποτελεσματικότητας της ρύθμισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της πιθανότητας ανάκτησής τους.
Όλα αυτά τα στοιχεία εξακολουθούν να τηρούνται στο παρατεινόμενο καθεστώς. Σε αυτή τη βάση, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το μέτρο εξακολουθεί να μην περιέχει στοιχεία κρατικής ενίσχυσης κατά την έννοια των κανόνων της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις.