«Είπα καθαρά στον πρόεδρο (της Ρωσίας Βλαντίμιρ) Πούτιν πως αν και δεν επιδιώκουμε την κλιμάκωση, οι ενέργειές τους (σ.σ. των Ρώσων) θα έχουν συνέπειες», είπε ο αρχηγός του αμερικανικού κράτους το βράδυ της Τετάρτης (τοπική ώρα· τις πρώτες πρωινές ώρες σήμερα ώρα Ελλάδας). «Όμως θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε όταν αυτό εξυπηρετεί κοινά συμφέροντα», συμπλήρωσε ο κ. Μπάιντεν.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν, όπως και εκείνη του Ρεπουμπλικάνου προκατόχου του Ντόναλντ Τραμπ, αντιμετωπίζει την Κίνα ως μείζονα στρατηγικό ανταγωνιστή. «Η Κίνα και άλλες χώρες έρχονται με φόρα», είπε χαρακτηριστικά.
Σημείωσε πως έχει συζητήσει πολύ με τον κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, χωρίς να διευκρινίσει αν αναφέρεται στην περίοδο αφού ανέλαβε την προεδρία ή την περίοδο που ήταν αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα.
Είπε πως ο ηγέτης της Κίνας δεν κρύβει πως θέλει να κάνει τη χώρα του «τη σημαντικότερη» στον κόσμο. «Εκείνος και άλλοι, αυταρχικοί ηγέτες, νομίζουν ότι οι δημοκρατίες αδυνατούν να ανταγωνιστούν αυταρχικά καθεστώτα τον 21ο αιώνα», διότι «παίρνει πάρα πολύ καιρό να εξασφαλιστεί συναίνεση».
«Στις συζητήσεις που έκανα με τον πρόεδρο (της Κίνας) Σι (Τζινπίνγκ), του είπα ότι αντιμετωπίζουμε ευνοϊκά τον ανταγωνισμό» αλλά «θα δώσουμε μάχη εναντίον άδικων εμπορικών πρακτικών», «θα διατηρήσουμε ισχυρή στρατιωτική παρουσία στην περιφέρεια Ινδικού-Ειρηνικού» και «δεν θα αποκηρύξουμε την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», συμπλήρωσε ο Τζο Μπάιντεν.
Ο αμερικανός πρόεδρος πρόβαλε την ανάδυση της Κίνας ως μείζονος ανταγωνιστικής δύναμης εν μέρει για να επιχειρηματολογήσει υπέρ του σχεδίου επενδύσεων και δημοσίων δαπανών που εισηγείται η κυβέρνησή του.