H Γερουσία της Ρουμανίας υιοθέτησε με 76 ψήφους υπέρ έναντι 4 κατά, νομοσχέδιο, δυνάμει του οποίου οι μεγάλες αλυσίδες καταστημάτων τροφίμων υποχρεούνται να προμηθεύονται το 51% των φρούτων, λαχανικών και προϊόντων κρέατος από την εγχώρια παραγωγή. Το εν λόγω νομοσχέδιο, το οποίο αποτελεί συμπληρωματική διάταξη στον νόμο 321/2009 περί πωλήσεων τροφίμων, θα τεθεί προσεχώς προς ψήφιση στο κοινοβούλιο της χώρας.
Η αιτιολογική έκθεση αναφέρει ότι σκοπός του νομοθετήματος είναι η διασφάλιση εύκολης πρόσβασης των Ρουμάνων παραγωγών στις μεγάλες αλυσίδες λιανικής πώλησης τροφίμων.
Σύμφωνα με την ευνοϊκή έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα νομικά πρόσωπα που δραστηριοποιούνται στην πώληση τροφίμων έχουν την υποχρέωση να προμηθεύονται κρέας, φρούτα και λαχανικά, σε ποσοστό τουλάχιστον 51%, από την μικρή αλυσίδα εφοδιασμού (short supply chain), όπως αυτή καθορίζεται από την Κοινή Αγροτική Πολιτική. Κατά, δε, τους χειμερινούς μήνες (Δεκέμβριο-Φεβρουάριο), το ποσοστό των εισαγόμενων φρούτων και λαχανικών μπορεί να φθάνει μέχρι 70% του συνόλου για κάθε κατηγορία. Αδυναμία συμμόρφωσης με τα μέτρα αυτά, θα επισύρει πρόστιμα από 25.000 έως 50.000 Lei (RON), ήτοι από 5.600 έως 11.300 ευρώ περίπου.
Σημειώνουμε ότι, αν και το εν λόγω νομοσχέδιο τονώνει την ρουμανική παραγωγή, ωστόσο θέτει ζητήματα νομικά και ουσιαστικά. Αφενός, αναμένεται να δημιουργηθούν θέματα παραβίασης του κοινοτικού δικαίου περί ανταγωνισμού. Αφετέρου, δεν εξασφαλίζεται η ασφαλής διάθεση προϊόντων στον ρουμάνο καταναλωτή, αφού η Ρουμανία εκτός της παραγωγής μήλων, γεωμήλων, πιπεριών και καρότων, δεν είναι δυνατόν, προς το παρόν τουλάχιστον, να καλύψει τις ανάγκες της εγχώριας κατανάλωσης από την εγχώρια παραγωγή. Παράλληλα, η Ρουμανία δεν διαθέτει όλη εκείνη την γκάμα φρούτων και λαχανικών (εσπεριδοειδή, νεκταρίνια κ.λ.π.) ούτε είναι δυνατή η μεγάλη παραγωγή φρούτων και λαχανικών κατά την διάρκεια της χειμερινής περιόδου.
Τέλος, αναφέρουμε ότι η ρουμανική αγορά αποτελεί για την Ελλάδα την πρώτη αγορά απορρόφησης ελληνικών φρούτων και λαχανικών παγκοσμίως με εξαγωγές περίπου 165.000 τόνων.