Μια αγορά η οποία έχει ξεπεράσει τα 2 τρισ. δολάρια κεφαλαιοποίησης, ενώ 4 χρόνια νωρίτερα ανερχόταν μόλις σε 50 δισ. δολάρια.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι παραδοσιακοί θεσμικοί επενδυτές έλκονται από την προσδοκία υψηλών κερδών καθώς και την υψηλή συναλλακτική δραστηριότητα που καταγράφεται στην αγορά των crypto αλλά και τις επενδύσεις από family offices.
Ωστόσο, ως εμπόδια που οδηγούν στην αποτροπή μιας ευρύτερης θεσμικής αποδοχής των κρυπτονομισμάτων, αναφέρονται η νομική ασάφεια που υπάρχει γύρω από αυτά καθώς και οι κίνδυνοι από την υψηλή μεταβλητότητα στις τιμές, αλλά και οι ανησυχίες γύρω από την βιωσιμότητα τους.
Εντούτοις, η Morgan Stanley σημειώνει πως τα κρυπτονομίσματα θα μπορούσαν να αποφέρουν κέρδη 1 δισ. δολαρίων από ΕΤF χάρη στην ικανότητα τους να υποκαθιστούν άλλα αποθηκευτικά μέσα αξίας, όπως είναι ο χρυσός, ένα ποσό διόλου ευκαταφρόνητο σε σχέση με τα 12 δισ. δολάρια που ήταν τα συνολικά έσοδα των ETF από άλλες κατηγορίες assets για το 2020.
Η τράπεζα υπογραμμίζει τις αναδυόμενες δυνατότητες για τους διαχειριστές assets που προχωρούν παράλληλα με την ανάπτυξη των σχετιζομένων με τα crypto υπηρεσιών, σε θεσμικό πλέον επίπεδο, αν και σημειώνει ως παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη πριν από οποιαδήποτε επένδυση οι κίνδυνοι των κυβερνοεπιθέσεων και η υποδομιακή στρατηγική.
Τέλος, η Morgan Stanley προβλέπει πως ολοένα περισσότεροι, νεότεροι και τεχνολογικά ενήμεροι επενδυτές θα μπουν στην αγορά των crypto, κάτι που επιφορτίζει τους asset managers με το «καθήκον» να διαμορφώσουν μια προσφορά ικανή να ανταποκριθεί στην ζήτηση.