Οι διεθνείς αγορές δέχθηκαν πιέσεις σε όλη της διάρκεια της Δευτέρας 20/9 με τις τιμές των μετοχών στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης να υποχωρούν σημαντικά και τον τον δείκτη Nasdaq να καταγράφει τις μεγάλες απώλειες, οι οποίες ξεπέρασαν το 3% στη διάρκεια της συνεδρίασης. Τελικά έκλεισε με πτώση 2,19% στις 14.713,90 μονάδες. Η πτώση οφείλεται στις ανησυχίες αφενός για τον ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης στις ΗΠΑ και αφετέρου για την πιθανή διάχυση των προβλημάτων του κινεζικού κολοσσού των ακινήτων Evergrande.
Οι επενδυτές εμφανίζονται επίσης νευρικοί ενόψει της συνεδρίασης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, αυτήν την εβδομάδα, στην οποία θα καθορίσει τη μελλοντική πολιτική της.
Ο δείκτης S&P 500 έκλεισε με πτώση 1,70% στις 4.357,73 μονάδες. Ανάλογη ήταν η πτώση του Dow Jones (-1,78%) o οποίος τερμάτισε την ημέρα στις 33.970,47 μετοχές.
«Σήμερα η αγορά πέφτει λόγω της απειλής μετάδοσης της κρίσης της κινεζικής αγοράς ακινήτων, παρά τις πολλές καλές ειδήσεις που είχαν πρόσφατα για την Covid-19», εξήγησε ο Τζέικ Ντόλαρχαϊντ, ο διευθύνων σύμβουλος της Longbow Asset Management στην Τάλσα της Οκλαχόμα.
Η αλήθεια είναι ότι η αγορά εξαιτίας των συνεχών κερδών τα τελευταία χρόνια και κυρίως την εποχή της πανδημίας αναζητά διάφορες αφορμές για να διορθώσει πτωτικά.
Η Evergrande είναι σήμερα αντιμέτωπη με ένα χρέος ύψους 260 δισεκατομμυρίων ευρώ. «Ο φόβος της χρεοκοπίας της υποδαυλίζει τον φόβο ότι θα εξελιχθεί σε μια νέα Lehman Brothers», εξήγησε ο αναλυτής Μάικλ Χιούσον της CMC Markets, αναφερόμενος στην αμερικανική τράπεζα, η κατάρρευση της οποίας προκάλεσε την κρίση του 2007-8.
Νωρίτερα, μεγάλες απώλειες είχαν τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια. Το Παρίσι έκλεισε με πτώση 1,74%, το Μιλάνο -2,57%, η Φραγκφούρτη στο -2,31% και το Λονδίνο είχε τη μικρότερη πτώση -0,86%.
Η πτώση των αγορών βέβαια είχε ξεκινήσει το πρωί της Δευτέρας από το Χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ.
Η κινεζική οικονομία έχει ήδη εμφανίσει τις τελευταίες εβδομάδες πολλές ενδείξεις υποχώρησης, τόσο στην κατανάλωση, όσο και στην παραγωγή. «Κάθε επιβράδυνση στην κινεζική οικονομία θα είχε σημαντικές επιπτώσεις στη ζήτηση βασικών πρώτων υλών, δεδομένου ότι η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής στον κόσμο για πολλά μέταλλα και ορυκτά», εξήγησε ο Ρας Μολντ, ο διευθυντής της επενδυτικής εταιρείας AJ Bell.