«Για εμάς είναι σημαντικό να το ξαναπούμε, η Ένωση δεν κέρδισε αυτές τις εκλογές, είναι στη δεύτερη θέση (…) αλλά πρέπει τώρα να σχηματιστεί μια κυβέρνηση και υπάρχουν για αυτό πολλές δυνατότητες - μία από αυτές είναι η Τζαμάικα. Το εάν αυτό θα είναι εφικτό, ήταν ακριβώς το περιεχόμενο της συνάντησής μας», δήλωσε ο αρχηγός του CDU 'Αρμιν Λάσετ μετά τη συνάντηση και τόνισε ότι ο συγκεκριμένος συνασπισμός «έχει ευρεία στήριξη από την κοινωνία, η οποία θέλει η χώρα να προχωρήσει μπροστά» και υποστήριξε ότι «οι διαφορές μας μπορούν να ξεπεραστούν». Παραδέχθηκε ωστόσο ότι το πώς θα συνεχιστούν οι διερευνητικές επαφές είναι τώρα στο χέρι Πρασίνων και Φιλελευθέρων (FDP), επισημαίνοντας ότι «η Ένωση είναι σε κάθε περίπτωση έτοιμη».
Ο αρχηγός της CSU Μάρκους Ζέντερ από την πλευρά του έκανε λόγο για «εποικοδομητικό και πολύ ειλικρινή διάλογο» με τους Πράσινους, με στόχο «να διαπιστώσουμε πού υπάρχει κοινή βάση, ποιες γέφυρες θα πρέπει από κοινού να χτίσουμε, πόσο μακριά ενδεχομένως βρισκόμαστε και πόσο σταθερά θα ήταν τα θεμέλια» σε αυτόν τον δρόμο. Ως σημαντικότερο σημείο προσέγγισης ο κ. Ζέντερ ανέδειξε την προστασία του κλίματος. Σε άλλα, σημείωσε, υπάρχουν διαφορές, αλλά «υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες να συνεχίσουμε τις συνομιλίες».
Από την πλευρά των Πρασίνων, ο συμπρόεδρος Ρόμπερτ Χάμπεκ εμφανίστηκε πιο συγκρατημένος και περιορίστηκε να δηλώσει ότι σήμερα και αύριο θα συνεδριάσουν τα όργανα του κόμματος προκειμένου να αποφασίσουν για τα επόμενα βήματα, ενώ αναφερόμενος στο περιεχόμενο των συνομιλιών με την Χριστιανική Ένωση, δήλωσε μόνο ότι διαπιστώθηκαν σημεία σύγκλισης αλλά και διαφορές.
Η συμπρόεδρος και υποψήφια Καγκελάριος Αναλένα Μπέρμποκ μίλησε για «εποικοδομητικές, ουσιαστικές και πολύ ειλικρινείς» συνομιλίες, αλλά παρέπεμψε και αυτή στα όργανα του κόμματος για τις αποφάσεις.
Από την πλευρά της κοινής γνώμης, σημερινή δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Forsa για λογαριασμό των τηλεοπτικών δικτύων n-tv και RTL, δείχνει ότι το 80% των Γερμανών θα ήθελε την παραίτηση του 'Αρμιν Λάσετ από την ηγεσία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, ενώ τρεις στους τέσσερις ψηφοφόρους τάσσονται υπέρ ενός συνασπισμού «φανάρι» (Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, Πρασίνων, FDP). Το 74% των ερωτηθέντων εκτιμά ότι το CDU πρέπει να μείνει στην αντιπολίτευση και μόνο το 12% θα επέλεγε έναν νέο «μεγάλο συνασπισμό» μεταξύ SPD και CDU/CSU. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι το 70% των ψηφοφόρων της Ένωσης θέλουν την αποχώρηση του κ. Λάσετ από την ηγεσία του CDU. Στον γενικό πληθυσμό μάλιστα, το 64% θα προτιμούσε ως Καγκελάριο τον Μάρκους Ζέντερ, εάν τελικά σχηματιζόταν συνασπισμός «Τζαμάικα», ενώ τον κ. Λάσετ θα ήθελε στην Καγκελαρία μόνο το 15%. Τα αντίστοιχα ποσοστά στους κόλπους της Ένωσης ανέρχονται σε 66% και 29%.
Στην ίδια δημοσκόπηση, οι ψηφοφόροι του FDP τάσσονται σε ποσοστό 35% υπέρ του σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς για την Καγκελαρία και μόνο κατά 12% υπέρ του κ. Λάσετ.
Στο ερώτημα «ποιο κόμμα μπορεί να ασχοληθεί καλύτερα με τα προβλήματα της Γερμανίας», το 16% αναφέρει το CDU, το 18% το SPD και το 12% τους Πράσινους, ενώ στην πρόθεση ψήφου, CDU/CSU έχουν υποχωρήσει κατά 4,1 μονάδες στην προτίμηση των πολιτών από τις εκλογές και περιορίζονται στο 20%, το SPD έχει ενισχυθεί οριακά κατά 0,3 και φθάνει στο 26% και οι Πράσινοι βρίσκονται στο 16% (14,8% στις εκλογές) με το FDP στο 14% (11,5%).