Ο Αυστριακός συντηρητικός καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς παραιτήθηκε το Σάββατο ως ύποπτος για την εμπλοκή του ονόματός του σε υπόθεση διαφθοράς, καθώς τέθηκε υπό έρευνα για αδικήματα διαφθοράς. Ο Κουρτς δήλωσε σε ανακοίνωση που στάλθηκε στα μέσα ενημέρωσης ότι προτείνει τον υπουργό Εξωτερικών Αλεξάντερ Σάλενμπεργκ, έναν διπλωμάτη καριέρας, ως διάδοχό του. Ο Κουρτς σκοπεύει να παραμείνει αρχηγός του συντηρητικού κόμματός του και να αναλάβει ως επικεφαλής του στο κοινοβούλιο, πρόσθεσε.
"Θα ήταν ανεύθυνο να συρόμαστε σε μήνες χάους ή αδιεξόδου", δήλωσε στους δημοσιογράφους στη Βιέννη, εξηγώντας ότι αποσύρεται για να υπάρχει "σταθερότητα" στη χώρα απορρίπτοντας παράλληλα "ψευδείς κατηγορίες".
"Θέλω να παραχωρήσω τη θέση μου για να αποτρέψω το χάος, πρόσθεσε λέγοντας ότι πρότεινε το όνομα του υπουργού του των Εξωτερικών, Αλεξάντερ Σάλενμπεργκ για να τον διαδεχθεί.
Μετά την ανακοίνωση, την Τετάρτη, από την εισαγγελία, της έναρξης διενέργειας έρευνας σε βάρος του για διαφθορά, ο Σεμπάστιαν Κουρτς τελούσε υπό πίεση να αποσυρθεί.
Ο 35χρονος ηγέτης αρνείτο μέχρι τότε, καταγγέλλοντας "κατασκευασμένους" ισχυρισμούς.
Ωστόσο οι Πράσινοι, εταίροι της κυβέρνησης, ενέτειναν τις επικρίσεις τους με την πάροδο των ημερών.
Την Παρασκευή ο αντικαγκελάριος και ηγέτης των οικολόγων Βέρνερ Κόγκλερ είχε δηλώσει ότι ο Κουρτς δεν ήταν "πλέον σε θέση να ασκεί τα καθήκοντα του" στο τέλος των επαφών με τους αρχηγούς άλλων κομμάτων.
Οι συντηρητικοί (ÖVP) πρέπει τώρα να προτείνουν κάποιον "'άμεμπτο", είχε δηλώσει.
Το κοινοβούλιο αναμένεται επίσης να συνεδριάσει εκτάκτως την Τρίτη για να αποφασίσει για την πρόταση μομφής που κατέθεσε η αντιπολίτευση.
Γιατί ερευνάται
Ο Σεμπάστιαν Κουρτς και άλλοι εννέα ύποπτοι, καθώς και τρεις οργανισμοί βρίσκονται στο επίκεντρο της έρευνας για διάφορες αξιόποινες πράξεις στο πλαίσιο της υπόθεσης, ανακοίνωσε η εισαγγελία διαφθοράς έπειτα από σειρά εφόδων την Παρασκευή. Ερευνάται γιατί υπάρχουν ενδείξεις ότι χρησιμοποίησε δημόσια κονδύλια για να εξασφαλίσει ευνοϊκή κάλυψη από ΜΜΕ.
Οι έφοδοι έγιναν στις εγκαταστάσεις του υπουργείου Οικονομικών, στα κεντρικά γραφεία του συντηρητικού κυβερνώντος Λαϊκού Κόμματος (ÖVP), στην έδρα μέσου ενημέρωσης και σε κατοικίες διαφόρων πολύ στενών συνεργατών του επικεφαλής της αυστριακής κυβέρνησης.
Μεταξύ του 2016 και του 2018, «πόροι του υπουργείου χρησιμοποιήθηκαν για να χρηματοδοτηθούν εν μέρει χειραγωγημένες δημοσκοπήσεις που εξυπηρετούσαν αποκλειστικά παραταξιακό πολιτικό συμφέρον», σύμφωνα με τους εισαγγελείς, οι οποίοι βασίζουν την κατηγορία αυτή σε SMS που περιήλθαν στην κατοχή τους. Την περίοδο εκείνη ο Σεμπάστιαν Κουρτς δεν ήταν καγκελάριος, ήταν ακόμη υπουργός Εξωτερικών.
Σύμφωνα με την εισαγγελία, δημοσιεύονταν εγκωμιαστικά άρθρα και ευνοϊκές δημοσκοπήσεις για τον κ. Κουρτς σε αντάλλαγμα για την αγορά διαφημιστικού χώρου από το υπουργείο Οικονομικών, που βρισκόταν την εποχή στα χέρια των συντηρητικών. Το ποσό για το οποίο γίνεται λόγος ξεπερνά το 1 εκατομμύριο ευρώ.
Η εφημερίδα που φέρεται να είχε κάνει τη διευθέτηση αυτή κατονομάστηκε ή φωτογραφήθηκε από άλλα αυστριακά ΜΜΕ: πρόκειται για την ταμπλόιντ Österreich. Η εφημερίδα εξέδωσε οργισμένη ανακοίνωση με την οποία διαψεύδει τις κατηγορίες.
Ο κ. Κουρτς αντιμετωπίζει ήδη έρευνα για ψευδή κατάθεση σε κοινοβουλευτική επιτροπή αρμόδια για υποθέσεις διαφθοράς, πάντως δεν του έχουν απαγγελθεί κατηγορίες ως αυτό το στάδιο.
Η καριέρα του
Στα 35 του χρόνια, ο Αυστριακός καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς βιώνει για δεύτερη φορά στη ζωή του μια πολιτική πτώση: Μετά το απότομο τέλος της πρώτης του θητείας από πρόταση δυσπιστίας στη Βουλή τον Μάιο του 2019, ένα νέο σκάνδαλο διαφθοράς τον ώθησε χθες να παραιτηθεί.
Γρήγορη ανέλιξη, πραγματισμός και σάλος: αυτές οι τρεις λέξεις συνοψίζουν την καριέρα του ανθρώπου που παρουσιαζόταν έως χθες ως το «παιδί-θαύμα» (Wunderkind) της αυστριακής πολιτικής.
Γεννημένος το 1986 από πατέρα μηχανικό και μητέρα εκπαιδευτικό, ο Σεμπάστιαν Κουρτς ήταν ένας άνθρωπος σε βιασύνη: στα 24 του, πριν ακόμη ολοκληρώσει τις σπουδές του στην Νομική, διορίστηκε στο πόστο του υφυπουργού κοινωνικής ενσωμάτωσης, στα 27 του κατέλαβε το πόστο του υπουργού Εξωτερικών και στα 31 του έγινε ο νεαρότερος ηγέτης στην ΕΕ.
Με πρόσωπο εφήβου και πάντα μετρημένος, έδειξε τα δόντια του στις τάξεις του συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος (OVP), πυλώνα της αυστριακής πολιτικής από το τέλος του πολέμου. Πρώην επικεφαλής της οργάνωσης νεολαίας του κόμματος, κατάφερε να κερδίσει την κούρσα για την αρχηγία του OVP το 2017.
Αφού κέρδισε τις πρώτες του βουλευτικές εκλογές τον Οκτώβριο του 2017, στράφηκε στο ακροδεξιό κόμμα FPÖ για να σχηματίσει μια κυβερνητική πλειοψηφία.
Σε μια ευημερούσα Αυστρία αλλά σε εσωτερική αναταραχή από τις μεταναστευτικές ροές, ο νεαρός ηγέτης πρότεινε το κλείσιμο των συνόρων και την αυστηροποίηση των συνθηκών παροχής ασύλου.
Στην πρώτη του θητεία πέρασε μια ομοβροντία μέτρων και νόμων κατά της μετανάστευσης και οι τεταμένες σχέσεις του με τα μέσα ενημέρωσης τον έκαναν διχαστική προσωπικότητα, που τον έφερε κοντά στην εικόνα του Ούγγρου ομόλογό του, Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος είδε στον Κούρτς ένα αρχιτέκτονα μιας «γέφυρας» μεταξύ της δεξιάς και της άκρας δεξιάς.
Ο Σεμπάστιαν Κουρτς βεβαίως υποστήριζε πάντα τις φιλοευρωπαϊκές του πεποιθήσεις. Αλλά σπάνια αποστασιοποίηθηκε από το FPÖ, ενώ ξενοφοβικές προκλήσεις από την άκρα δεξιά αμαύρωσαν την εικόνα της Αυστρίας στους ευρωπαίους της εταίρους. Η παθητικότητα του του προσέδωσαν το προσωνύμιο «σιωπηλός καγκελάριος».
Αυτή η σκληρή αντιμεταναστευτική γραμμή επιβεβαιώθηκε πρόσφατα στην κρίση στο Αφγανιστάν, με τον Κουρτς να αρνείται να υποδεχτεί πρόσφυγες που εγκατέλειψαν την ασιατική χώρα μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν, απόφαση που εξόργισε τους Πράσινους εταίρους του στην κυβέρνηση.
Καθώς από τον Ιανουάριο του 2020, ο Κουρτς, του οποίου πολιτικοί επιστήμονες επαινούν το πολιτικό του ένστικτο και το ταλέντο του στη ρητορική, συνεργάστηκε με τους Πράσινους, μια ριζική στροφή μετά τη συμμαχία του με την ακροδεξιά.
Σωρεία καχυποψιών
Η πρώτη θητεία του στην καγκελαρία πράγματι τερματίστηκε απότομα μετά το σκάνδαλο Ibizagate.
Το 2019 ο τότε ακροδεξιός αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Χανς Κρίστιαν Στράχε, στη διάρκεια διακοπών του στην Ιμπιζα, είχε βιντεοσκοπηθεί να δηλώνει ότι είχε δωροδοκηθεί από έναν Ρώσο ολιγάρχη. Το σκάνδαλο οδήγησε σε πτώση της συγκυβέρνησης του Λαϊκού Κόμματος με την ακροδεξιά, με την υπερψήφιση της πρότασης δυσπιστίας στο Κοινοβούλιο, για πρώτη φορά στην πολιτική ιστορία της Αυστρίας.
Αυτό το επεισόδιο δεν τον εμπόδισε να ενισχύσει τα ποσοστά του κόμματός του στις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2019 και να επιστρέψει στην εξουσία στις αρχές του 2020.
Αλλά ένα χρόνο αργότερα, τον πρόλαβε η δικαιοσύνη. Τον Μάιο, η εισαγγελία ανακοίνωσε την έναρξη έρευνας για υποψίες ψευδορκίας ενώπιον μιας κοινοβουλευτικής επιτροπής.
Στη συνέχεια απέρριψε όποια παρατυπία και αρνήθηκε να παραιτηθεί, αλλά η αποκάλυψη αυτής της εβδομάδας για την υποτιθέμενη εμπλοκή του σε υπόθεση διαφθοράς σφράγισε την πτώση του.