Οι παγκόσμιοι ηγέτες θα αρχίσουν να μεταβαίνουν στη Γλασκώβη σήμερα 31 Οκτωβρίου για τη διάσκεψη του ΟΗΕ για το Κλίμα (COP26), η οποία θεωρείται η τελευταία ευκαιρία να σωθεί ο πλανήτης από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Η COP26, που καθυστέρησε ένα χρόνο λόγω της πανδημίας της covid-19, έχει στόχο να διατηρήσει ζωντανή τη δέσμευση να περιοριστεί η άνοδος της θερμοκρασίας της Γης στον 1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, ένα επίπεδο το οποίο οι επιστήμονες θεωρούν ότι θα αποτρέψει τις πιο καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, στον οποίο δεσμεύθηκαν σχεδόν 200 χώρες το 2015 υπογράφοντας τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, απαιτείται ισχυρή πολιτική θέληση και διπλωματία προκειμένου να αντισταθμιστούν η ανεπαρκής δράση και οι κενές υποσχέσεις που χαρακτηρίζουν μεγάλο μέρος της παγκόσμιας πολιτικής για το κλίμα.
Στη διάρκεια της COP26 θα πρέπει να διασφαλιστούν πιο φιλόδοξες δεσμεύσεις για τον περιορισμό των αερίων του θερμοκηπίου, να συμφωνηθεί η χρηματοδότηση της κλιματικής μετάβασης και να ολοκληρωθεί η κατάρτιση των κανόνων προκειμένου να εφαρμοστεί η Συμφωνία του Παρισιού.
«Ας είμαστε ξεκάθαροι, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος η Γλασκώβη να μην αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα», είχε δηλώσει την προηγούμενη εβδομάδα ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες.
«Ακόμη κι αν οι πρόσφατες δεσμεύσεις ήταν ξεκάθαρες και αξιόπιστες – και υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα για κάποιες από αυτές—, εξακολουθούμε να οδεύουμε προς την κλιματική καταστροφή», είχε τονίσει.
Βάσει των υφιστάμενων δεσμεύσεων των χωρών για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου, η μέση θερμοκρασία της Γης θα αυξηθεί κατά 2,7 βαθμούς Κελσίου αυτό τον αιώνα, κάτι που, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, θα επιτείνει τις καταστροφές που ήδη προκαλεί η κλιματική αλλαγή, με σφοδρότερες καταιγίδες, ακραία ζέστη, πλημμύρες και καταστροφή των οικοσυστημάτων.
Τα μηνύματα ενόψει της COP26 είναι μικτά. Μια νέα δέσμευση που ανέλαβε την προηγούμενη εβδομάδα η Κίνα, ο μεγαλύτερος ρυπαντής παγκοσμίως, θεωρήθηκε χαμένη ευκαιρία και θα ρίξει τη σκιά της στη διάσκεψη. Αντίστοιχα οι ανακοινώσεις από τη Ρωσία και τη Σαουδική Αραβία δεν θεωρήθηκαν επαρκείς.
Η επιστροφή των ΗΠΑ, της μεγαλύτερης οικονομίας παγκοσμίως, στις συζητήσεις δίνει μια ώθηση στην COP26, μετά την τετραετή απουσία των χωρών επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ. Όμως, όπως πολλοί άλλοι ηγέτες, ο Τζο Μπάιντεν θα φτάσει στη διάσκεψη χωρίς να διαθέτει συγκεκριμένη νομοθεσία για να τηρήσει η χώρα του τους στόχους της για το κλίμα.
Οι ηγέτες των χωρών της G20, που συναντώνται στη Ρώμη αυτό το Σαββατοκύριακο, πρόκειται να ανακοινώσουν την πρόθεσή τους να περιοριστεί η άνοδος της θερμοκρασίας της Γης στον 1,5 βαθμό Κελσίου, σύμφωνα με προσχέδιο της τελικής ανακοίνωσής τους, αλλά δεν πρόκειται να αναλάβουν σαφείς δεσμεύσεις προς αυτό τον στόχο.
Οι χώρες της G20 –στην οποία συμμετέχουν η Βραζιλία, η Κίνα, η Ινδία, η Γερμανία και οι ΗΠΑ—ευθύνονται για περίπου το 80% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Όμως οι ελπίδες η συνάντησή τους στη Ρώμη να ανοίξει τον δρόμο για την επιτυχία της COP26 έχουν περιοριστεί σημαντικά.
Η σκιά της covid-19
Σε όλα αυτά προστίθεται και η παγκόσμια ενεργειακή κρίση, που ανάγκασε την Κίνα να στραφεί περισσότερο στον άνθρακα και έχει οδηγήσει την Ευρώπη στην αναζήτηση περισσότερου φυσικού αερίου, ακόμη ενός ορυκτού καυσίμου δηλαδή.
Τελικά οι διαπραγματεύσεις θα καταλήξουν σε ζητήματα δικαιοσύνης και εμπιστοσύνης μεταξύ των πλούσιων χωρών, οι οποίες ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τα αέρια του θερμοκηπίου, και τις φτωχές χώρες από τις οποίες ζητείται να απομακρυνθούν από τον άνθρακα χωρίς ωστόσο να τους δίνεται επαρκής οικονομική βοήθεια.
Η πανδημία covid-19 έχει οξύνει το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών χωρών. Η απουσία εμβολίων και οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί σημαίνουν ότι κάποιοι εκπρόσωποι από τις πιο φτωχές χώρες δεν μπορούν να παραστούν στη διάσκεψη.
Άλλα εμπόδια, μεταξύ των οποίων και οι υψηλές τιμές των ξενοδοχείων της Γλασκώβης, εγείρουν ανησυχίες ότι ομάδες της κοινωνίας των πολιτών από πιο φτωχές χώρες, οι οποίες επίσης κινδυνεύουν περισσότερο από την κλιματική αλλαγή, θα υποεκπροσωπούνται.
Λόγω της υγειονομικής κρίσης αυτή η διάσκεψη του ΟΗΕ θα διαφέρει από όλες τις άλλες, καθώς 25.000 αντιπρόσωποι των κυβερνήσεων, εταιρειών, της κοινωνίας των πολιτών, των αυτόχθονων αλλά και οι δημοσιογράφοι θα συγκεντρωθούν στο Scottish Event Campus.
Όλοι τους θα πρέπει να φορούν μάσκα και να έχουν αρνητικό τεστ κορονοϊού προκειμένου να εισέρχονται κάθε ημέρα στο συνεδριακό κέντρο. Όσοι βρίσκονται θετικοί στην covid-19 θα πρέπει να παραμένουν σε καραντίνα επί 10 ημέρες και πιθανόν να χάσουν μεγάλο μέρος της διάσκεψης.
Από αύριο και ως την Τρίτη οι παγκόσμιοι ηγέτες θα εκφωνήσουν ομιλίες στις οποίες θα περιλαμβάνονται και κάποιες δεσμεύσεις για την περαιτέρω μείωση των αερίων του θερμοκηπίου, προτού ξεκινήσουν οι τεχνικές διαπραγματεύσεις για τους κανόνες εφαρμογής της Συμφωνίας του Παρισιού. Συμφωνίες είναι πιθανό να συναφθούν ακόμη και μερικές ώρες ή και ημέρες μετά τις 12 Νοεμβρίου οπότε ολοκληρώνεται η COP26.
Έξω από το συνεδριακό κέντρο χιλιάδες διαδηλωτές αναμένεται να βγουν στους δρόμους ζητώντας να αναληφθεί άμεση δράση για το κλίμα.
Σε αντίθεση με προηγούμενες συνόδους για το κλίμα στη διάρκεια αυτής της διάσκεψης του ΟΗΕ δεν πρόκειται να υπογραφεί μια νέα συμφωνία ή να καταγραφεί μια μεγάλη νίκη.
Στόχος είναι πολλές μικρές νίκες, από τις επίσημες διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του ΟΗΕ σχετικά με τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα ως τις νέες δεσμεύσεις που πρόκειται να ανακοινώσουν στη διάρκεια της διάσκεψης χώρες, εταιρείες και επενδυτές.
Η επιτυχία της COP26 θα κριθεί από το αν όλοι αυτοί θα καταφέρουν να διατηρήσουν ζωντανό τον στόχο της αύξησης της θερμοκρασίας της Γης κατά μόνο 1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, προκειμένου να επιτευχθεί αυτό θα πρέπει οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου σε παγκόσμιο επίπεδο να μειωθούν κατά 45% ως το 2030 -σε σχέση με τα επίπεδα του 2010- και να μηδενιστούν ως το 2050.
Βάσει των υφιστάμενων δεσμεύσεων των κρατών οι εκπομπές των αερίων του θερμοκηπίου θα αυξηθούν κατά 16% ως το 2030.
«Το σκέφτομαι ως εξής: ένας μετεωρίτης πλησιάζει στον πλανήτη μας και είναι πολύ πιθανό να εξαφανίσει την ανθρωπότητα», σχολίασε η Κριστιάνα Φιγκέρες, πρώην διπλωμάτης του ΟΗΕ για το κλίμα η οποία προήδρευσε των συνομιλιών που κατέληξαν στη Συμφωνία του Παρισιού.