Έπειτα από μήνες διαπραγματεύσεων και ενδοκομματικών συγκρούσεων στις τάξεις των Δημοκρατικών, στη Βουλή των Αντιπροσώπων θα διεξαχθεί, σήμερα Παρασκευή 5 Νοεμβρίου, ψηφοφορία επί των σχεδίων για τις μεγάλες δημόσιες επενδύσεις που θέλει ο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος ελπίζει να τα δει να υιοθετούνται για να δοθεί ώθηση στην προεδρία του, που περνάει σκληρές δοκιμασίες τον πρώτο της χρόνο.
Η συνεδρίαση του σώματος θα αρχίσει στις 08:00 (τοπική ώρα· 14:00 ώρα Ελλάδας), ανακοίνωσαν κορυφαία στελέχη των Δημοκρατικών, προκειμένου να διεξαχθεί αργότερα ψηφοφορία για τα σχέδια του ενοίκου του Λευκού Οίκου με σκοπό την «ανοικοδόμηση» της Αμερικής, όπως το θέτει.
Πρόκειται για «ιστορικά» σχέδια νόμου που θα οδηγήσουν σε «μεταμόρφωση» των ΗΠΑ, υπερθεμάτισε η αναπληρώτρια εκπρόσωπος της αμερικανικής προεδρίας, η Κάριν Ζαν-Πιερ.
Υπό εντεινόμενη πίεση μετά την οδυνηρή ήττα στη Βιρτζίνια, οι Δημοκρατικοί στο Κογκρέσο προσπαθούσαν χθες να συγχρονίσουν τα βιολιά τους, με την πρόεδρο του Σώματος, τη Νάνσι Πελόσι, να υπόσχεται: «θα υιοθετήσουμε και τα δύο σχέδια νόμου».
Ο χρόνος πιέζει. Οι συγκρούσεις της αριστερής με την κεντρώα πτέρυγα του κόμματος του Τζο Μπάιντεν του στερούν ως αυτό το στάδιο μια πολιτική νίκη που χρειάζεται απελπισμένα για να δώσει νέα πνοή στην προεδρία του. Το ζήτημα «είναι επείγον», όπως το βλέπει η κυρία Ζαν-Πιερ.
Τα προγράμματα επενδύσεων που υπόσχεται ο αρχηγός του κράτους είναι λαοφιλή, σύμφωνα με αρκετές δημοσκοπήσεις. Άλλωστε, σημείωμα του οίκου αξιολόγησης Moody’s που δημοσιοποιήθηκε χθες Πέμπτη περιέχει την εκτίμηση πως μπορεί να δημιουργήσουν 1,5 εκατ. θέσεις εργασίας την προσεχή δεκαετία.
Ένας χρόνος ως τις ενδιάμεσες εκλογές
Όμως ο Τζο Μπάιντεν, που διαλαλούσε στην προεκλογική εκστρατεία τα ταλέντα του στη διαπραγμάτευση, χάρη στη μακρά καριέρα του στη Γερουσία, προσέκρουσε στις διαιρέσεις του κόμματός του και βλέπει, ανίσχυρος, τη δημοτικότητά του να κατακρημνίζεται.
Πριν από την περιοδεία του για τη σύνοδο της G20 και την COP26, ο αμερικανός πρόεδρος πήγε –δύο φορές– στον λόφο του Καπιτωλίου, για να προσπαθήσει να επισπεύσει την υιοθέτηση των δύο νομοσχεδίων-φάρων.
Το πρόγραμμα επενδύσεων για την επισκευή του οδικού δικτύου, των λιμανιών, των γεφυρών και άλλων ετοιμόρροπων υποδομών, προβλέπει δαπάνες 1,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων –ποσού ίσου με όλο το ΑΕΠ της Ισπανίας– και υποστηρίζεται από τους Δημοκρατικούς και ορισμένους Ρεπουμπλικάνους.
Το δεύτερο, ακόμη πιο γιγαντιαίο, με πτυχές που αφορούν την κοινωνική πρόνοια και το κλίμα, που βαπτίστηκε Build Back Better («Ανοικοδομούμε καλύτερα»), προβλέπει μεταξύ πολλών άλλων τη μείωση του κόστους της βρεφονηπιακής φροντίδας και την επένδυση 550 δισεκ. δολαρίων για να μειωθούν σημαντικά οι εκπομπές των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου και την υπερθέρμανση του πλανήτη ως το 2030. Αλλά οι προσπάθειες να προχωρήσει δεν καρποφορούν μέχρι τώρα.
Επιστρέφοντας από την Ευρώπη ο αμερικανός πρόεδρος, εμφανώς ανυπόμονος πλέον, πιέζει την παράταξή του να βάλει σε τάξη τα του οίκου της, να προχωρήσει.
«Οι Δημοκρατικοί ποτέ δεν ήταν τόσο κοντά στην οριστικοποίηση και την υιοθέτηση» των νομοσχεδίων, τον διαβεβαίωσε ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στη Γερουσία, ο Τσακ Σούμερ.
Ωστόσο η τύχη τους βρίσκεται στην πραγματικότητα στα χέρια ενός αιρετού, που αρνείται μέχρι σήμερα να ταχθεί υπέρ τους: του γερουσιαστή Τζο Μάντσιν, που εκπροσωπεί τη Δυτική Βιρτζίνια. Με δεδομένη την ισχνή πλειοψηφία των Δημοκρατικών στη Γερουσία, ο γερουσιαστής διαθέτει στην ουσία δικαίωμα βέτο επί των νομοσχεδίων. Επανέλαβε χθες το πρωί τις ανησυχίες του για τον αντίκτυπο που θα έχουν στο αμερικανικό δημόσιο χρέος και στον πληθωρισμό.
Στην πολιτεία του, μια από τις φτωχότερες των ΗΠΑ, «ο κόσμος είναι τρομοκρατημένος από την άνοδο των τιμών των καυσίμων, των τροφίμων, των κοινωφελών υπηρεσιών», είπε στο CNN.
Ουσιαστικά στηλιτεύοντας με αυτόν τον τρόπο αυτές που θεωρεί υπερβολικές δαπάνες του κόμματος, που κατηγορείται ότι δεν πιάνει τον σφυγμό της χώρας, με αποτέλεσμα να χάσει την Τρίτη τον έλεγχο της Βιρτζίνιας, πολιτείας που τάχθηκε στη μεγάλη πλειοψηφία της υπέρ του Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές του 2020.
Τη διαπίστωση κάνει πιο δυσοίωνη το ότι αυτή η εκλογική αναμέτρηση χαρακτηριζόταν γενική πρόβα ενόψει της επόμενης μεγάλης πολιτικής μάχης: όλη η χώρα θα κληθεί στις κάλπες για τις ενδιάμεσες εκλογές τον Νοέμβριο του 2022.
Το κόμμα του Τζο Μπάιντεν θα αντιμετωπίσει τότε τον κίνδυνο να απολέσει τον έλεγχο και των δύο σωμάτων του Κογκρέσου, κάτι που θα περιέπλεκε ακόμη πιο πολύ την έγκριση οποιασδήποτε ευρείας μεταρρύθμισης.