Δεν έχουν αναφερθεί μέχρι στιγμής θύματα ούτε σοβαρές υλικές ζημιές μετά τον πολύ ισχυρό σεισμό που έπληξε νωρίτερα σήμερα Τρίτη (13/12) την ανατολική Ινδονησία, ωθώντας πολλούς τρομοκρατημένους κατοίκους να βγουν από τα σπίτια τους, ενώ παραμένουν σε ισχύ τα έκτακτα προειδοποιητικά δελτία για τσουνάμι, επικίνδυνα θαλάσσια σεισμικά κύματα.
Η ινδονησιακή μετεωρολογική και σεισμολογική υπηρεσία υπολόγισε ότι ο σεισμός είχε ισχύ 7,5 βαθμών. Το αμερικανικό ινστιτούτο γεωλογικών μελετών (USGS), από την πλευρά του, έκανε λόγο για σεισμό 7,3 βαθμών σε εστιακό βάθος 18,5 χιλιομέτρων σε θαλάσσια περιοχή κοντά στο νησί Φλόρες, περίπου 100 χιλιόμετρα από την πόλη Μομέρε. Αναθεώρησε έτσι προς το καλύτερο την εκτίμησή του για το μέγεθος του σεισμού (αρχικά έκανε λόγο για 7,6 βαθμούς), αλλά προς το χειρότερο τον υπολογισμό του για το εστιακό του βάθος (νωρίτερα έκανε λόγο για εστιακό βάθος 76 χλμ.). Η σεισμική δόνηση σημειώθηκε στις 05:20 (ώρα Ελλάδας).
«Είναι πιθανό να χτυπήσουν επικίνδυνα κύματα κατά μήκος ακτών που βρίσκονται σε ακτίνα 1.000 χιλιομέτρων γύρω από το επίκεντρο», προειδοποίησε το αμερικανικό κέντρο έγκαιρης προειδοποίησης για τσουνάμι στον Ειρηνικό Ωκεανό, που έχει έδρα τη Χονολουλού.
Κατά το USGS, ο κίνδυνος να υπάρξουν θύματα δεν θεωρείται μεγάλος, εξαιτίας του ότι ο σεισμός έγινε σε μάλλον αραιοκατοικημένη περιοχή του αρχιπελάγους, ωστόσο «πρόσφατοι σεισμοί σε αυτή την περιοχή δημιούργησαν δευτερογενείς κινδύνους, όπως κατολισθήσεις που μπορεί να προκαλέσουν απώλειες».
Κάτοικος της πόλης Μομέρε, στο νησί Φλόρες, αφηγήθηκε στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς πως οι πάντες «έτρεξαν να βγουν έξω» από τα σπίτια τους όταν έγινε ο σεισμός.
Οι προειδοποιήσεις για τσουνάμι αφορούν τις περιοχές Μαλούκου, Ανατολική Νούσα Τενγκάρα, Δυτική Νούσα Τενγκάρα, Νοτιοανατολική και Νότια Κελέβη.
Έγινε αισθητή τουλάχιστον μια μετασεισμική δόνηση 5,6 βαθμών.
Σύμφωνα με τον Αλφόνς Χάντα Μπέταν, επικεφαλής της υπηρεσίας αντιμετώπισης καταστροφών στην πόλη Λαραντούκα, στο νησί Φλόρες, δεν υπάρχουν πληροφορίες για θύματα, ούτε σοβαρές ζημιές. Πολίτες ανέφεραν σε αναρτήσεις τους σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης ότι ο κύριος σεισμός έγινε ιδιαίτερα αισθητός στη νότια Κελέβη.
Η Ινδονησία, που βρίσκεται πάνω στον λεγόμενο «δακτύλιο της φωτιάς» του Ειρηνικού Ωκεανού, ζώνη με έντονη τεκτονική δραστηριότητα, δοκιμάζεται συχνά από φονικούς σεισμούς και ηφαιστειακές εκρήξεις.
Στο αρχιπέλαγος δεν έχει ακόμη επουλωθεί το τραύμα του σεισμού 9,1 βαθμών της 26ης Δεκεμβρίου 2004, που προκάλεσε γιγάντιο τσουνάμι με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους κάπου 220.000 άνθρωποι σε όλη την περιοχή, οι 170.000 στην ινδονησιακή επικράτεια.
Το 2018, το νησί Λομπόκ και το γειτονικό Σουμπάουα επλήγησαν από ισχυρό σεισμό με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πάνω από 550 άνθρωποι. Την ίδια χρονιά, σεισμός 7,5 σεισμών προκάλεσε τσουνάμι που χτύπησε την Πάλου, στην Κελέβη, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν ή να κηρυχθούν αγνοούμενοι κάπου 4.300 άνθρωποι.
Τον Ιανουάριο, περίπου εκατό άνθρωποι σκοτώθηκαν όταν χτύπησε την Κελέβη σεισμός 6,2 βαθμών και κατέρρευσαν πολλά κτίρια στην παραθαλάσσια πόλη Μαμούτζου.