Στην αρνητική επιρροή της ρωσικής εισβολής της Ουκρανίας στην οικονομία της ευρωζώνης, αλλά και στην επακόλουθη αύξηση της αβεβαιότητας, στάθηκε στη σημερινή (10/3) της ομιλία η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, στην καθιερωμένη συνέντευξη τύπου μετά το πέρας της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου της τράπεζας.
Στην έναρξη της τοποθέτησής της, η επικεφαλής της ΕΚΤ δεσμεύθηκε πως η τράπεζα θα διασφαλίσει ομαλές συνθήκες ρευστότητας και θα εφαρμόσει τις κυρώσεις που έχουν αποφασίσει η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. «Θα λάβουμε όσα μέτρα χρειάζεται για να εκπληρώσουμε την εντολή της ΕΚΤ για σταθερότητα των τιμών και διαφύλαξη της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας», τόνισε η Λαγκάρντ.
Στη συνέχεια, σημείωσε πως «ο πόλεμος Ρωσίας-Ουκρανίας θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα και τον πληθωρισμό μέσω των υψηλότερων τιμών της ενέργειας και των εμπορευμάτων, της διακοπής του διεθνούς εμπορίου και της ασθενέστερης εμπιστοσύνης. Η έκταση αυτών των επιπτώσεων θα εξαρτηθεί από τον τρόπο με τον οποίο εξελίσσεται η σύγκρουση, από τον αντίκτυπο των τρεχουσών κυρώσεων και από πιθανά περαιτέρω μέτρα».
Αναγνωρίζοντας το εξαιρετικά αβέβαιο περιβάλλον, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ εξέτασε μια σειρά από σενάρια στη σημερινή του συνεδρίαση. Σύμφωνα με τη Λαγκάρντ, στη βάση των νέων προβλέψεων, οι οποίες ενσωματώνουν μια πρώτη εκτίμηση των επιπτώσεων του πολέμου, η αύξηση του ΑΕΠ έχει αναθεωρηθεί προς τα κάτω βραχυπρόθεσμα. Οι προβλέψεις προβλέπουν ανάπτυξη της οικονομίας κατά 3,7% το 2022, 2,8% το 2023 και 1,6% το 2024.
Όσο για τον πληθωρισμό, οι νέες προβλέψεις της ΕΚΤ έχουν αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα πάνω, με ετήσιο πληθωρισμό στο 5,1% το 2022, 2,1% το 2023 και 1,9% το 2024. Ο πληθωρισμός χωρίς τα τρόφιμα και την ενέργεια προβλέπεται να είναι κατά μέσο όρο στο 2,6% στο 2022, 1,8% το 2023 και 1,9% το 2024, επίσης υψηλότερα από τις προβλέψεις του Δεκεμβρίου. Παρ’ όλα αυτά, το ΔΣ της τράπεζας θεωρεί πολύ πιθανό ο πληθωρισμός να σταθεροποιηθεί στο στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα.
Σε εναλλακτικά σενάρια για τις οικονομικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις του πολέμου, η οικονομική δραστηριότητα θα μπορούσε να περιοριστεί σημαντικά από μια απότομη άνοδο των τιμών της ενέργειας και των εμπορευμάτων και μια πιο σοβαρή επιβράδυνση στο εμπόριο και το κλίμα. Ο πληθωρισμός θα μπορούσε να είναι σημαντικά υψηλότερος βραχυπρόθεσμα. «Ωστόσο, σε όλα τα σενάρια, ο πληθωρισμός εξακολουθεί να αναμένεται να μειωθεί σταδιακά και να σταθεροποιηθεί σε επίπεδα γύρω από τον στόχο μας για 2% το 2024», ξεκαθάρισε η Λαγκάρντ.
«Τα δημοσιονομικά μέτρα, μεταξύ άλλων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα βοηθούσαν στη θωράκιση της οικονομίας» σημείωσε η πρόεδρος της ΕΚΤ και συμπλήρωσε πως σε αυτό το πλαίσιο «αναθεωρήσαμε το χρονοδιάγραμμά μας για τις καθαρές αγορές περιουσιακών στοιχείων τους επόμενους μήνες».