Ο φόβος για μια πιθανή διακοπή του εφοδιασμού με ρωσικό φυσικό αέριο οδήγησε ευρωπαϊκές χώρες να ζητήσουν από τους πολίτες τους να καταναλώνουν λιγότερη ενέργεια, μια κίνηση που θα μπορούσε δυνητικά να αποφέρει σημαντικά αποτελέσματα.
Μολονότι επί μήνες οι τιμές της ενέργειας αυξάνονταν, οι περισσότερες κυβερνήσεις απέφευγαν να λάβουν αντιδημοφιλή μέτρα, όμως με τον φόβο ότι η Ρωσία θα κλείσει τη στρόφιγγα, το μήνυμα σε ορισμένες πρωτεύουσες αρχίζει να αλλάξει.
«Κάθε κιλοβατώρα μετράει», είπε o υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας Ρόμπερτ Χάμπεκ, η χώρα του οποίου ενεργοποίησε το πρώτο επίπεδο σχεδίου έκτακτης ανάγκης για τη διαχείριση της προμήθειας φυσικού αερίου στο πλαίσιο προετοιμασίας για την διατάραξη ή τον τερματισμό της ροής φυσικού αερίου από τη Ρωσία.
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) που εδρεύει στο Παρίσι συμφωνεί ότι η μείωση της κατανάλωσης, αυτή η μικρή αλλαγή στη συμπεριφορά των καταναλωτών, αν γινόταν σε ευρεία κλίμακα θα μπορούσε να μειώσει σημαντικά τη ζήτηση φυσικού αερίου και πετρελαίου. Υπολογίζει ότι αν οι θερμοστάτες στα κτίρια σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση τεθούν 2 βαθμούς Κελσίου χαμηλότερα, θα μπορούσαν να εξοικονομηθούν 20 δισεκ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου – που με τις τρέχουσες τιμές κοστίζουν περίπου 28 δισεκ. δολάρια. Η ποσότητα αυτή αντιστοιχεί επίσης στο 13% των 155 δισεκ. κυβικών μέτρων που αγοράζει κάθε χρόνο η ΕΕ από τη Ρωσία, δηλαδή το 40% της συνολικής κατανάλωσης του μπλοκ.
Μετά τη Γερμανία και η Αυστρία ενεργοποίησε το σχέδιο έκτακτης ανάγκης για το ενδεχόμενο έλλειψης σε φυσικό αέριο, ενώ η ολλανδική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει από αυτό το Σαββατοκύριακο μια εκστρατεία, ζητώντας από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις να καταναλώνουν λιγότερο φυσικό αέριο. Η ρυθμιστική αρχή της Γαλλίας ζήτησε ήδη από τους πολίτες να προσπαθήσουν να μειώσουν την κατανάλωση.
Ο Σιμόνε Ταλιαπιέτρα, του ινστιτούτου μελετών Bruegel, είπε ότι οι κυβερνήσεις θα έπρεπε να έχουν ήδη προτρέψει τους πολίτες εδώ και μήνες να μειώσουν την κατανάλωση ενέργειας, όμως οι πολιτικοί δίσταζαν επειδή ένα τέτοιο μήνυμα «μυρίζει λιτότητα».
«Κάθε δισεκατομμύριο κυβικό μέτρο αερίου που δεν το καταναλώνουμε είναι σημαντικό. Το αέριο αυτό είναι πολύ ακριβό και τώρα πρέπει να αρχίσουμε να κάνουμε αποθέματα ενόψει του επόμενου χειμώνα», τόνισε.
Θέμα επιλογής
Αντί να ζητήσουν από τους καταναλωτές να μειώσουν την ενέργεια που χρησιμοποιούν, οι κυβερνήσεις εξετάζουν κυρίως τρόπους για να μειώσουν τους λογαριασμούς και να βρουν εναλλακτικές πηγές καυσίμων. Η Σουηδία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία και η Βρετανία έχουν ανακοινώσει μέτρα που θα κάνουν φτηνότερο το πετρέλαιο, το οποίο αυτόν τον μήνα κατέγραψε την υψηλότερη τιμή του από το 2008.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου, οι Βρυξέλλες θεωρούν ως αποστολή τους να μειώσουν τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου κατά τα δύο τρίτα από φέτος και να διακόψουν τη χρήση του από το 2027.
Η μείωση της ζήτησης θα μπορούσε ταυτόχρονα να περιορίσει τις επιπτώσεις από μια πιθανή μείωση στον ανεφοδιασμό, στην περίπτωση που η Ρωσία διακόψει τις εξαγωγές. Αυτός ο φόβος εντάθηκε αφότου η Μόσχα διαμήνυσε την περασμένη εβδομάδα ότι οι «μη φιλικές» χώρες θα πρέπει να πληρώνουν το φυσικό αέριο σε ρούβλια και όχι σε δολάρια ή σε ευρώ. Ένα λεπτομερές ευρωπαϊκό σχέδιο για την απεξάρτηση της ΕΕ από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα αναμένεται να παρουσιαστεί τον Μάιο. Ένα προσχέδιο που είδε το φως της δημοσιότητας αυτές τις ημέρες δείχνει ότι οι Βρυξέλλες θέλουν να δώσουν ώθηση στις εισαγωγές αερίου από άλλες χώρες, να προωθήσουν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αλλά και να ανακαινίσουν τα κτίρια ώστε να καταναλώνουν λιγότερη ενέργεια.
Για να υλοποιηθούν αυτές οι λύσεις, ωστόσο, θα χρειαστεί χρόνος και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη πει ότι οι καταναλωτές θα μπορούσαν να βοηθήσουν να μειωθεί άμεσα η ζήτηση. «Με τις επιλογές σας σε ό,τι αφορά την ποσότητα της ενέργειας που καταναλώνετε, βοηθάτε να συναποφασίζουμε πόσο ισχυρή θα είναι η απάντησή μας στη Ρωσία», δήλωσε πρόσφατα ο Επίτροπος Φρανς Τίμερμανς, που είναι αρμόδιος για την κλιματική αλλαγή.
Ορισμένες συνήθειες, όπως το σβήσιμο των φώτων και των συσκευών ή ο περιορισμός της λειτουργίας των κλιματιστικών θα μπορούσε ταυτόχρονα να βοηθήσει και στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Η Κριστίνα Ντέμσκι, ειδική στη συμπεριφορά κατανάλωσης ενέργειας στη Σχολή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ, είπε ότι οι τσουχτεροί λογαριασμοί αλλά και η επιθυμία πολλών να δείξουν την αλληλεγγύη τους στην Ουκρανία, μπορεί να σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι θα γίνουν πιο δεκτικοί σε αυτό το μήνυμα. «Οι άνθρωποι είναι πιο πιθανόν να κάνουν συμπεριφορικές αλλαγές όταν τους ζητάς να κάνουν κάτι που αντικατοπτρίζει τις αξίες τους», είπε. Επισήμανε όμως ταυτόχρονα ότι το αίτημα αλλαγής συμπεριφοράς δεν θα πρέπει να απευθύνεται στα «ευάλωτα νοικοκυριά» που δεν έχουν τη δυνατότητα να προσαρμόσουν την κατανάλωσή τους ή που ήδη δυσκολεύονται να πληρώσουν τους λογαριασμούς τους.
Ελάχιστες χώρες συζητούν τρόπους για τη μείωση της κατανάλωσης πετρελαίου, μολονότι οι ρωσικές εισαγωγές αργού αντιστοιχούν στο 27% του συνόλου στην ΕΕ. Η Δανία εξετάζει μια πρόταση με βάση την οποία θα μειωθούν προσωρινά τα όρια ταχύτητας στους αυτοκινητόδρομους. Ο υπουργός Μεταφορών της Ιρλανδίας Ίμον Ράιαν είπε επίσης ότι οδηγώντας πιο αργά θα μπορούσε κάποιος να εξοικονομήσει καύσιμα.
Την περασμένη εβδομάδα o ΙΕΑ έδωσε στη δημοσιότητα ορισμένες «επιλογές» που λέει ότι θα μείωναν τη ζήτηση πετρελαίου στις ανεπτυγμένες οικονομίες κατά 2,7 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως (bpd) μέσα σε τέσσερις μήνες. Οι περισσότερες από αυτές τις επιλογές συνεπάγονται αλλαγή της συμπεριφοράς των καταναλωτών.
Η μείωση των ορίων ταχύτητας κατά 10 χλμ. την ώρα θα εξοικονομούσε 290.000 bpd από τα αυτοκίνητα και 140.000 bpd από τα φορτηγά. Η εργασία από το σπίτι για τρεις ημέρες την εβδομάδα θα μείωνε τη ζήτηση κατά 500.000 bpd ενώ άλλες πρακτικές, όπως ο συνεπιβατισμός, θα βοηθούσαν να εξοικονομηθούν 470.000 bpd.
Ορισμένες κυβερνήσεις ανθίστανται. Η Βρετανία, που δεν είναι πλέον μέλος της ΕΕ, απέρριψε τις ιδέες του ΙΕΑ. Αντιθέτως, σκοπεύει να αντικαταστήσει το 8% των εισαγωγών πετρελαίου από τη Ρωσία βρίσκοντας εναλλακτικούς παρόχους. «Δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος να εφαρμόσουμε αυτές τις οδηγίες στο Ηνωμένο Βασίλειο», είπε ένας εκπρόσωπος της κυβέρνησης.