Σε ασκήσεις επί χάρτου και κατάρτιση σχεδίων έκτακτης ανάγκης επιδίδονται οι όλο και πιο προβληματισμένες χώρες της Δύσης, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την επαπειλούμενη επισιτιστική κρίση, και ενώ συνεχίζεται ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Κι ενώ οι χώρες αναζητούν βιώσιμες λύσεις, ο διευθυντής του Παγκόσμιου Επισιτιστικού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών στη Γερμανία προειδοποιούσε πριν από λίγες ημέρες ότι εκατομμύρια τόνοι σιτηρών «έχουν κολλήσει» στην Ουκρανία λόγω του αποκλεισμού των λιμανιών. Ο Μάρτιν Φρικ είχε αναφέρει ότι περίπου 4,5 εκατομμύρια τόνοι σιτηρών σε εμπορευματοκιβώτια στα λιμάνια της Ουκρανίας δεν μπορούν να μεταφερθούν λόγω μη ασφαλών ή κατειλημμένων θαλάσσιων διαδρομών, καθώς και απρόσιτων λιμανιών. «Κανένα από τα σιτηρά δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτή τη στιγμή. Απλώς μένουν εκεί».
Η Ουκρανία είναι ένας από τους κορυφαίους παραγωγούς σιταριού στον κόσμο, καθώς και σημαντικός παραγωγός καλαμποκιού. Περίπου 30 εκατομμύρια τόνοι καλαμποκιού και περίπου 25 εκατομμύρια τόνοι σιταριού συγκεντρώθηκαν στη χώρα το 2020, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Πολλές χώρες της βόρειας Αφρικής, ειδικότερα, εξαρτούν τη βασική τους διατροφή από το σιτάρι χαμηλού κόστους που φθάνει από την Ουκρανία.
Έκκληση να σταματήσει ο αποκλεισμός των λιμανιών της Ουκρανίας από το πολεμικό Ναυτικό της Ρωσίας έκανε με ανάρτησή του στο twitter o υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν, σε μία προσπάθεια να πιέσει τη Μόσχα να εγκαταλείψει τα σχέδιά της για πλήρη κατάληψη όλου του παραλιακού μετώπου της Μαύρης Θάλασσας, μετά από την Αζοφική.
Την κρισιμότητα της κατάστασης ως προς την επάρκεια των αποθεμάτων τροφής μαρτυρά η δεύτερη κατά σειρά στη διάρκεια των δύο τελευταίων μηνών, προειδοποίηση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες αναφορικά με το ενδεχόμενο επισιτιστικού «κραχ», εξαιτίας πρωτίστως της έλλειψης σιτηρών από την Ουκρανία.
Από την άλλη πλευρά, οι υπουργοί Εξωτερικών της Ομάδας των Επτά πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών (G7) θα συζητήσουν το πώς θα τεθεί τέλος στον αποκλεισμό των σιτηρών της Ουκρανίας ώστε να εξαχθούν στον κόσμο, δήλωσε η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ.
«Υπάρχουν 25 εκατομμύρια τόνοι σιτηρών που αυτή τη στιγμή είναι μπλοκαρισμένοι στο λιμάνι της Οδησσού, το οποίο σημαίνει φαγητό για εκατομμύρια ανθρώπους στον κόσμο που το χρειάζονται επειγόντως, πάνω απ’ όλα στις χώρες της Αφρικής και στη Μέση Ανατολή», δήλωσε η Μπέρμποκ.
Στην περίπτωση της ΕΕ, τα τρόφιμα δεν αναμένεται να λείψουν από τα ευρωπαϊκά ράφια, αλλά για σημαντική μερίδα καταναλωτών δεν αποκλείεται να φαίνονται απροσπέλαστα λόγω της ακρίβειας, όπως εκτιμούν κορυφαίοι ευρωπαίοι παράγοντες. Σε επίπεδο επάρκειας, με δεδομένο ότι η ΕΕ συνιστά διαχρονικό εξαγωγέα αγροδιατροφικών προϊόντων, οι ελλείψεις αναμένονται περιορισμένες, αλλά οι τιμές ιδιαίτερα αυξημένες.
Με αυτά τα δεδομένα, η μία μετά την άλλη επιχειρούν οι ευρωπαϊκές χώρες να διασφαλίσουν ενεργειακή και επισιτιστική επάρκεια για τον ερχόμενο χειμώνα, με το Βερολίνο να καλεί τώρα τους καταναλωτές σε «μικρότερη κατανάλωση». Ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ δήλωσε αισιόδοξος υπό προϋποθέσεις για την δυνατότητα της Γερμανίας να αντέξει τον επόμενο χειμώνα τυχόν διακοπή στην παροχή του ρωσικού φυσικού αερίου, συμπληρώνοντας, ωστόσο, πως «η μικρότερη κατανάλωση είναι το Α και το Ω σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο».
Υπενθυμίζεται ότι σε με άνευ προηγουμένου έκκληση προς τους Γερμανούς πολίτες, είχε προχωρήσει πρόσφατα η υπουργός Εσωτερικών της χώρας, καλώντας τους να «αποθηκεύσουν» φαγητό και υγρά, χωρίς πανικό, σε μία προσπάθεια να είναι προετοιμασμένοι απέναντι σε κάθε ενδεχόμενο. «Οι Γερμανοί πολίτες θα πρέπει να κάνουν βασικές προμήθειες σε τρόφιμα» είπε σε συνέντευξή της στη Handelsbatt η Νάνσι Φέζερ. «Πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τις πολλαπλές κρίσεις: τις πανδημίες, τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγές, τους κινδύνους πολέμου».
Η έλλειψη βρεφικού γάλακτος μετατρέπεται σε πολιτική κρίση στις ΗΠΑ
Στις ΗΠΑ εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες διαμαρτύρονται έντονα για τις ελλείψεις σε βρεφικό γάλα, αφού τα ράφια στις υπεραγορές τροφίμων έχουν ήδη αδειάσει. Διάγγελμα αναμένεται να απευθύνει ο Αμερικανός Πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, ανακοινώνοντας μέτρα για τη θεραπεία του φαινομένου, το οποίο προκάλεσε, όμως, αναστάτωση στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Σύμφωνα με την εταιρεία δεδομένων Datasembly, ως το τέλος της πρώτης εβδομάδας του Μαΐου περισσότερο από το 40% των πιο δημοφιλών ειδών βρεφικού γάλακτος είχε εξαντληθεί από τα καταστήματα σε όλη τη χώρα. Η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά την αναστολή της λειτουργίας ενός εργοστασίου της εταιρείας Abbott τον Φεβρουάριο. Ο Λευκός Οίκος, τον οποίο κατηγορούν για καθυστερημένη αντίδραση έως και για αδιαφορία, παρουσίασε χθες μερικά μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
«Είναι μια δουλειά που διαρκεί μήνες», δήλωσε η εκπρόσωπός του Τζεν Ψάκι, δικαιολογώντας για ποιο λόγο η αμερικανική κυβέρνηση καθυστέρησε τόσο να αντιδράσει. «Το μήνυμά μας στους γονείς είναι το εξής: ακούσαμε, θέλουμε να κάνουμε ό,τι μπορούμε», τόνισε στη χθεσινή ενημέρωση των δημοσιογράφων.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν εξετάζει μεταξύ άλλων να αυξήσει τις εισαγωγές βρεφικού γάλακτος, την ώρα που οι ΗΠΑ παράγουν το 98% του γάλακτος που καταναλώνουν.
Παράλληλα επεσήμανε ότι συνεργάζεται με τις πολιτείες ώστε να επιτραπεί στους πιο ευάλωτους πολίτες που προμηθεύονται βρεφικό γάλα μέσω κουπονιών να επιλέγουν από μια μεγαλύτερη ποικιλία εταιρειών και συσκευασιών.
Ο Λευκός Οίκος απευθύνθηκε εξάλλου στην αρχή ανταγωνισμού καλώντας τη να αντιμετωπίσει την κερδοσκοπία που παρατηρείται, κυρίως με την επαναπώληση βρεφικού γάλακτος μέσω του διαδικτύου σε πολύ υψηλές τιμές. Η Ψάκι επεσήμανε ότι ο Λευκός Οίκος εξετάζει κάθε επιλογή για να αυξήσει την παραγωγή βρεφικού γάλακτος ακόμη και την ενεργοποίηση του νόμου περί Αμυντικής Παραγωγής, το οποίο επιτρέπει στον Αμερικανό πρόεδρο να λαμβάνει οικονομικές αποφάσεις μέσω διαταγμάτων.
Ο ίδιος ο Μπάιντεν συναντήθηκε χθες με εκπροσώπους μεγάλων αλυσίδων καταστημάτων και παραγωγούς βρεφικού γάλακτος με τους οποίους είχε «παραγωγικές και ενθαρρυντικές» συνομιλίες, όπως σχολίασε αξιωματούχος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του.
Οι Ρεπουμπλικάνοι έσπευσαν να επικρίνουν τον Μπάιντεν, με την βουλευτή Ελίζ Στεφανίκ να δηλώνει στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ότι επικοινώνησε με τις ομοσπονδιακές αρχές ήδη από τον Φεβρουάριο: «Ο Τζο Μπάιντεν δεν έχει σχέδιο (…) Όταν θέσαμε το ερώτημα στον Λευκό Οίκο σχετικά με τις ελλείψεις, γέλασαν».
Ο Ράντι Φίνστρα, κοινοβουλευτικός της Άιοβα, δήλωσε ότι στην περιοχή του οικογένειες «διανύουν 50, 75 έως και 100 μίλια προσπαθώντας να βρουν» βρεφικό γάλα (μια απόσταση 80 με 160 χιλιόμετρα).
Από την πλευρά της η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, η Δημοκρατική Νάνσι Πελόζι, εξέφρασε την αγανάκτησή της χθες: «Αυτή τη στιγμή παιδιά πεινούν, παιδιά κλαίνε, πρέπει να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση τώρα».
Έπειτα από έρευνα εντοπίστηκε το προβληματικό γάλα, αλλά η παραγωγή στο εργοστάσιο στο Μίσιγκαν δεν έχει ξεκινήσει και πάλι, επιδεινώνοντας τις σοβαρές ελλείψεις που έχουν δημιουργήσει γενικότερα προβλήματα στην αλυσίδα ανεφοδιασμού όπως και η έλλειψη εργατικού δυναμικού.