Η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας δεν ακολουθεί την πορεία των άλλων κεντρικών τραπεζών, αλλά έχει χαράξει δικό της δρόμο λόγω του πολέμου που προκάλεσε η κυβέρνηση της χώρας στην Ουκρανία και των κυρώσεων που ακολούθησαν. Έτσι μετά από άνοδο των επιτοκίων μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον περασμένο Φεβρουάριο τώρα μείωσε για μία ακόμη φορά τα επιτόκια οδηγώντας τα κάτω από το επίπεδο στο οποίο βρίσκονταν πριν την εισβολή στην Ουκρανία, αρπάζοντας την ευκαιρία της απότομης επιβράδυνσης του πληθωρισμού για να χαλαρώσει τη νομισματική της πολιτική περισσότερο από όσο αναμενόταν.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μείωσαν το βασικό επιτόκιο στο 8%, από 9,5%, και έστειλαν σήμα ότι θα εξετάσουν και περαιτέρω μειώσεις στο β' εξάμηνο του έτους. Η πέμπτη διαδοχική μείωση ήταν μεγαλύτερη από ό,τι είχαν προβλέψει οι οικονομολόγοι που συμμετείχαν σε έρευνα του Bloomberg.
Το ρούβλι διεύρυνε τις απώλειές του έναντι του δολαρίου μετά την ανακοίνωση, χάνοντας έως 2,6%. Μιλώντας σε δημοσιογράφους στη Μόσχα, η διοικήτρια Ελβίρα Ναμπιουλίνα είπε πως η ευρεία πτώση των τιμών και η μείωση των πληθωριστικών προσδοκιών ήταν η κινητήριος δύναμη πίσω από την απόφαση.
«Τα εισερχόμενα στοιχεία δείχνουν ότι η οικονομική επιβράδυνση θα είναι πιο μακρά σε χρόνια και πιθανότατα λιγότερο έντονη», είπε. Μεταξύ των επιλογών χαλάρωσης που εξέτασε, η Κεντρική Τράπεζα επέλεξε τη μεγαλύτερη μείωση των επιτοκίων, πρόσθεσε η Ναμπιουλίνα.
Ο κύκλος χαλάρωσης ξεκίνησε τον Απρίλιο και επωφελήθηκε από την επιβράδυνση του πληθωρισμού μετά τα γρήγορα κέρδη στο ρούβλι και την απότομη αποθέρμανση της οικονομίας. Την ώρα που Κεντρικοί Τραπεζίτες, από την Ευρώπη έως τη Νότια Αφρική, «εξαπολύουν» την πιο επιθετική σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών, η απομόνωση της Ρωσίας από τις παγκόσμιες αγορές της προσφέρει μεγαλύτερη ανοσία στη διαφορά επιτοκίων και ρυθμού πληθωρισμού.