Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να γίνει πιο ισχυρή και πιο παρεμβατική στα θέματα των παραβιάσεων του κράτους δικαίου, αλλά τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο τον έχουν οι πολίτες κάθε κράτους, οι οποίοι εκλέγουν τις ηγεσίες τους με ελεύθερες και δίκαιες εκλογές, δήλωσε η αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για τις Αξίες και τη Διαφάνεια, Βιέρα Γιούροβα, στη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε σήμερα για την κατάσταση της δημοκρατίας στην Πολωνία, στο πλαίσιο του 10ου Athens Democracy Forum.
Εδώ και κάποια χρόνια, η Επιτροπή έχει εντοπίσει προβλήματα με τη δικαστική εξουσία και τα μέσα ενημέρωσης. Είμαστε σε διάλογο, είπε, με τους Πολωνούς εκπροσώπους στην ΕΕ παρακολουθούμε πώς δουλεύει το δικαστικό σύστημα και ο τρόπος διορισμού των δικαστικών καθώς και το σωφρονιστικό σύστημα και πιέζουμε συνεχώς, αλλά οι αποφάσεις ανήκουν ή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ή στα κράτη-μέλη, προκειμένου να επιβάλουν κυρώσεις ή την αρχή της conditionality που θα μπορούσε να στερήσει τη χώρα από κάποια κονδύλια.
Αλλά, πρόσθεσε, «ο πρώτος και ο τελευταίος λόγος ανήκει στους πολίτες» της χώρας. Ως Επιτροπή πρέπει να κάνουμε περισσότερα, να είμαστε πιο ισχυροί, οι κυρώσεις επίσης ασκούν πιέσεις τόσο στην Πολωνία όσο και στην Ουγγαρία, αλλά πάνω απ’ όλα ισχύει το δικαίωμα του λαού και των κρατών-μελών, γιατί τα κράτη είναι κυρίαρχες δυνάμεις και πρέπει να σεβαστούμε τις ελεύθερες επιλογές τους, τις ελεύθερες και δίκαιες εκλογές.
Μάλιστα τόνισε ότι κατά την επίσκεψή της στο Γκντανσκ «είδα την επιθυμία του λαού για δημοκρατία καθώς και για την αξία του κράτους δικαίου».
Αναφερόμενη στον προβληματισμό, αν μπορούν και οι συντηρητικοί και οι φιλελεύθεροι να υπερασπιστούν εξ ίσου το κράτος δικαίου απάντησε καταφατικά, τονίζοντας ότι «δεν είναι ιδεολογικό το θέμα».
Απαντώντας ως προς την αποτελεσματικότητα της αρχής της conditionality που θα μπορούσε να στερήσει κονδύλια από τη χώρα σε περίπτωση μη συμμόρφωσής της με τις αρχές του κράτους δικαίου, ενόψει μάλιστα εκλογικής χρονιάς, είπε ότι το εν λόγω μέτρο «αφορά κυρίως την προστασία των χρημάτων και όχι την προστασία του κράτους δικαίου», προσθέτοντας ότι δεν την εφαρμόζουμε στην Ουγγαρία η οποία αρχίζει να δουλεύει πάνω στα θέματα που έχουμε θέσει και έχουν αρχίσει να φαίνονται αποτελέσματα.
Μάλιστα έφερε την Ουγγαρία ως παράδειγμα για να αντικρούσει τη θέση περί απώλειας της εθνικής κυριαρχίας, λόγω της συμμετοχής στην ΕΕ, λέγοντας ότι «παραχωρώντας μέρος της εθνικής κυριαρχίας κερδίζουμε μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής κυριαρχίας. Κοιτάξτε την Ουγγαρία μια μικρή χώρα με μικρό πληθυσμό τι επίδραση έχει στην ΕΕ μπλοκάροντας τις αποφάσεις όλων των άλλων».
Παράλληλα, έθεσε τα όρια παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προβάλλοντας την αρχή της ομοφωνίας η οποία αποτελεί «προϋπόθεση για την επιβολή κυρώσεων».
«Είναι ισχυρός παράγων αλλά περιπλέκει τα πράγματα και αυτή η έκπτωση από τις αρχές της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου είναι κάτι που δεν προβλέφθηκε από τους νομοθέτες στη Συνθήκη της Λισαβόνας», είπε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας ότι η έλλειψη φαντασίας των νομοθετών τότε, μπλοκάρει την ΕΕ να κάνει περισσότερα σήμερα.
Στην παρέμβασή της, η κ. Γιούροβα δεν παρέλειψε ακόμη μία φορά να αναφερθεί στην Ουκρανία, μεταφέροντας τη συγκίνηση που ένιωσε κατά την επίσκεψή της στο Κίεβο όπου είδε ότι «ο λαός είναι αποφασισμένος να υποφέρει και να πεθάνει για την ειρήνη και τη δημοκρατία».
Στη συζήτηση πήρε μέρος και η ακαδημαϊκός στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας Καρολίνα Βιγκούρα, υπό τον συντονισμό του Στίβεν Ερλάγκερ επικεφαλής του διπλωματικού γραφείου των «New York Times» στην Ευρώπη.